Πλήγμα στην αξιοπιστία της Γαλλίας στους επενδυτές θα φέρει πιθανή απόρριψη του προϋπολογισμού, αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος και επικεφαλής έρευνας στην Axiom Alternative Investments, κ. Τζερόμ Λεγκράς, σε άρθρο του στους Financial Times.
O Λεγκράς αναφέρει πως οι αγορές είναι τόσο συνηθισμένες να αντιμετωπίζουν τους επαναλαμβανόμενους φόβους για shutdown της Ουάσιγκτον, ώστε τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ μερικές φορές αυξάνονται εν μέσω τέτοιων εντάσεων, έστω και μόνο επειδή τα κρατικά ομόλογα θεωρούνται καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής. Όμως οι αγορές δεν είναι πιθανό να χορηγήσουν στη Γαλλία τέτοια γενναιοδωρία, αν η τρέχουσα αντιπαράθεση για τον εθνικό προϋπολογισμό οδηγήσει στην απόρριψή του από το κοινοβούλιο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
O αναλυτής επισημαίνει πως ήδη έχουμε μια πρόγευση μιας πιθανής αντίδρασης με τη διαφορά των αποδόσεων του γαλλικού κρατικού χρέους έναντι του γερμανικού να διευρύνεται στα υψηλότερα επίπεδα από την κρίση της ευρωζώνης ενώ κάποια στιγμή, οι αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων αναφοράς αυξήθηκαν για λίγο πάνω από εκείνες της Ελλάδας.
Υπενθυμίζει πως ο πρωθυπουργός Μισέλ Μπαρνιέ χρησιμοποίησε τη συνταγματική διαδικασία «take it or leave it», το περιβόητο άρθρο 49.3, το οποίο επιτρέπει στην κυβέρνηση να παρακάμπτει τους νομοθέτες. Αλλά αυτό θα προκαλέσει ψηφοφορία δυσπιστίας στο κοινοβούλιο και αν χαθεί, ο προϋπολογισμός θα απορριφθεί.
Τι θα συνέβαινε αν ο προϋπολογισμός απορρίπτονταν;
Ο Τζερόμ Λεγκράς αναφέρει πως εάν και κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει με σαφήνεια ποια είναι η διαδικασία για να περάσει αυτό το θέμα με την καταβολή των κρατικών δαπανών, αποτελεί ανησυχία.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η ουσία του προβλήματος είναι ότι τα βασικά μέρη του Συντάγματος – το άρθρο 47 και το άρθρο 45-4 του νόμου για τους δημοσιονομικούς νόμους – αφορούν κυρίως τις καθυστερήσεις στην υποβολή ή την ψήφιση του προϋπολογισμού. Δεν υπάρχει σαφής κανόνας σχετικά με τους απορριπτέους προϋπολογισμούς, εκτός από το ότι δεν μπορεί να εγγραφεί χρέος χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου.
Η μόνη σε γενικές γραμμές παρόμοια περίπτωση συνέβη το 1979-1980 και επιλύθηκε με νόμο της τελευταίας στιγμής και απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Προφανώς, το πολιτικό κόστος της απόρριψης των προϋπολογισμών θα αυξηθεί με το φόβο της αθέτησης πληρωμών, αλλά με τις πολιτικές ατασθαλίες να συνεχίζονται, οι κίνδυνοι και τα διακυβεύματα είναι υψηλά.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε – πιθανότατα – να υποστηρίξει ότι διακυβεύεται η συνέχεια του γαλλικού κράτους και να επιβάλει προϋπολογισμό με προεδρικό διάταγμα. Αυτή η «απειλή» θα μπορούσε να είναι αρκετή για να διασφαλίσει ότι δεν θα γίνει shutdown και ότι το κοινοβούλιο έχει κάθε κίνητρο να βρει μια λύση, έστω και βραχυπρόθεσμη.
Όμως τίποτα από αυτά δεν θα βρει ανταπόκριση στις αγορές, επισημαίνει ο ίδιος. Δύο οίκοι αξιολόγησης έχουν ήδη θέσει τη Γαλλία σε αρνητικές προοπτικές. Μια συνταγματική κρίση θα μπορούσε να προκαλέσει μια πρόωρη υποβάθμιση.
Με τα γαλλικά ομόλογα που αξιολογούνται με ΑΑ- από την S&P να διαπραγματεύονται ήδη στο ίδιο επίπεδο με το ελληνικό κρατικό χρέος που αξιολογείται με ΒΒΒ-, ο αναλυτής εκτιμά ότι ο αντίκτυπος μιας μείωσης θα είναι υποτονικός.
Όσον αφορά τις τράπεζες της ΕΕ, υπολογίζει ότι περίπου το 93% των ανοιγμάτων τους καταχωρούνται στην αξία «κόστους» και ως εκ τούτου είναι απρόσβλητες από τη μεταβλητότητα της αγοράς. Έτσι, οι τράπεζες έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν μια πιο μακροπρόθεσμη λύση αντί να αποκρυσταλλώνουν τυχόν ζημίες με πωλήσεις.
Επίσης, δεν θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αλλάξουν πορεία. Η Επιτροπή υποστήριξε τον προτεινόμενο γαλλικό προϋπολογισμό και δεν αναμένεται να σχολιάσει επίσημα μέχρι να εγκριθεί πλήρως από το κοινοβούλιο ένας νέος.
Όσον αφορά την ΕΚΤ, τον τελικό «διαιτητή» των αγορών κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης, οι φόβοι για κλείσιμο θα παρείχαν μια λογική για παρέμβαση στην αγορά και στήριξη των τιμών των ομολόγων. Αλλά η ΕΚΤ θα μπορούσε κάλλιστα να περιμένει μια μικρή μεταβλητότητα για να βοηθήσει τους Γάλλους πολιτικούς να συμμαζευτούν προτού παρέμβει.
Πώς θα αντιδράσουν οι επενδυτές;
Οι επενδυτές είναι μια διαφορετική ιστορία. Οι μακροπρόθεσμοι, «πραγματικοί επενδυτές» σε κρατικά ομόλογα διπλής αξιολόγησης Α (ασφαλιστικές εταιρείες ζωής, ιαπωνικές τράπεζες κ.ο.κ.) μισούν την αβεβαιότητα καθώς θέλουν προβλέψιμες αποδόσεις ενώ οι βραχυπρόθεσμοι, κερδοσκοπικοί επενδυτές λατρεύουν να παίζουν με αυτούς τους φόβους και τις προκαταλήψεις.
Όπως αναφέρει ο Τζερόμ Λεγκράς, το κύριο ζήτημα με έναν αποτυχημένο προϋπολογισμό θα είναι η απόλυτη πολυπλοκότητα της κατάστασης. Η πολιτική αναταραχή, χωρίς σταθερή κυβέρνηση, θα καταστήσει την επικοινωνία εξαιρετικά δύσκολη και τις αγορές ασταθείς. Η μακροπρόθεσμη ζημία στην αξιοπιστία της αγοράς θα μπορούσε να είναι σημαντική.
Συμπερασματικά, επισημαίνεται πως η πορεία προς το νέο έτος χωρίς προϋπολογισμό και με μια υπηρεσιακή κυβέρνηση να προσπαθεί να πείσει ότι τα χρέη θα πληρωθούν με κάποιο τρόπο, θα θυμίσει στους Γάλλους την διάσημη φράση στην ταινία του Ματιέ Κασοβίτς, «Το μίσος», που αφηγείται την ιστορία ενός άνδρα που πέφτει από ένα 50όροφο κτίριο:
«Μέχρι στιγμής, όλα καλά. Αλλά αυτό που έχει σημασία δεν είναι η πτώση, αλλά η προσγείωση». Τα καλά νέα είναι ότι η ΕΕ ήταν πάντα καλύτερη στη διαχείριση της προσγείωσης από ό,τι της πτώσης.