Αντιμέτωπες με ένα διπλό “κόφτη” βρίσκονται μη “λελογισμένες” (σ.σ. ο όρος ανήκει στην Τράπεζα της Ελλάδας) αυξήσεις μισθών στην Ελλάδα, σύμφωνα με όσα προκύπτουν από τα πορίσματα ορισμένων φορέων που συμμετέχουν στη διαβούλευση για τον κατώτατο μισθό.
Ο “κόφτης” αυτός στις αυξήσεις των μισθών είναι τόσο εσωτερικός δηλαδή πηγάζει από την εθνική οικονομία, όσο και εξωτερικός δηλαδή έρχεται από την ευρωζώνη.
Όσον αφορά τον εσωτερικό “κόφτη”, δεν είναι άλλος από τις εισαγωγές ξένων προϊόντων στην Ελλάδα, οι οποίες πήραν και πάλι τα πάνω τους με το που ανέκαμψε, μετά την πανδημία, η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία δεν έπαψε ποτέ -ούτε μετά τα μνημόνια- να αποτελεί την “ατμομηχανή” της ελληνικής οικονομίας.
Ο εξωτερικός “κόφτης” είναι η ανατίμηση του ευρώ, ο οποίος έχει έλθει ως συνέπεια της αύξησης των επιτοκίων σαν αντίβαρο στον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό. Πιο αναλυτικά:
1. Η αύξηση των εισαγωγών αυξάνει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το εξωτερικό «χρέος» του ιδιωτικού τομέα
Μαζί, όμως, με την αύξηση των εισαγωγών, εμφανίστηκε και πάλι απειλητικό το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο – υπενθυμίζεται – αποτελούσε το έναν από του δύο βασικούς λόγους που η Ελλάδα οδήγησε στη χρεοκοπία το 2010 (ο άλλος ήταν το υπέρογκο έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης).
Μία μη “λελογισμένη” αύξηση των μισθών γενικά (και όχι μόνο του κατώτατου), δεδομένης της δομής της ελληνικής οικονομίας (δηλαδή της γιγάντιας συνεισφοράς της ιδιωτικής κατανάλωσης στο ΑΕΠ) θα οδηγούσε σε παραπέρα αύξηση των εισαγωγών και έτσι του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ή αλλιώς του εξωτερικού “χρέους” του ελληνικού ιδιωτικού τομέα, γεγονός που μειώνει τις δυνατότητες ανάπτυξης του, σημειώνουν αναλυτές στο newsit.gr.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον πόρισμα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) για τον κατώτατο μισθό, σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες του newsit.gr, «σημαντικό εμπόδιο για μεγαλύτερες αυξήσεις του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι η πολύ μεγάλη αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών και το συνεπαγόμενο σχετικά υψηλό έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών».
Παραπέρα, το ΙΝΣΕΤΕ υπενθυμίζει πως «στρατηγικά η Ελλάδα, μετά την προσαρμογή της οικονομίας της στην περίοδο 2010- 2018, θα πρέπει να έχει πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών της. Αντί αυτού το 2023 είχε και πάλι σημαντικό έλλειμμα της τάξης του -6,0% του ΑΕΠ λόγω της αύξησης των εισαγωγών».
2. Η αύξηση των επιτοκίων κάνει πιο ακριβό το ευρώ και λιγότερο ανταγωνιστικά (και) τα ελληνικά προϊόντα
Mαζί με αυτό τον εσωτερικό “κόφτη” στις αυξήσεις μισθών έχει προστεθεί και ένας “εξωτερικός”, τον οποίο (πέραν της ανάκαμψης του ελλείμματο των τρεχουσών συναλλαγών) επισημαίνει με ιδίαιτερη έμφαση το πόρισμα της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) για τον κατώτατο μισθό ως παράγοντα μίας συνετής αύξησης του.
Ο “κόφτης” αυτός ο οποίος έρχεται “απ΄έξω”, δεν είναι άλλος από την ανατίμηση του ευρώ, γεγονός που αυξάνει τις τιμές -και – των ελληνικών προϊόντων, ανεξάρτητα από την εξέλιξη των μισθών.
Χαρακτηριστικά, η Τράπεζα της Ελλάδας τονίζει πως “η σημαντική ανατίμηση του ευρώ, εν μέρει τροφοδοτούμενη από την ταχεία αύξηση των βασικών επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ και το βαθμιαίο περιορισμό της διαφοράς επιτοκίων έναντι των ΗΠΑ, επηρέασε αρνητικά την ανταγωνιστικότητα τιμών της ελληνικής οικονομίας κατά το 2023».
Παραπέρα, η ΤτΕ τονίζει πως «δεδομένης της δυσμενούς συγκυρίας για το διεθνές εμπόριο αλλά και της πρόσφατης υποχώρησης της σχετικής θέσης της Ελλάδος σε δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η διαφύλαξη και προστασία της σχετικής θέσης της ως προς τη διεθνή ανταγωνιστικότητα τιμών και μισθών καθίσταται ακόμη πιο επιτακτικά αναγκαία. Κυβέρνηση και κοινωνικοί εταίροι έχουν την ευθύνη για θεσμοθέτηση λελογισμένων μισθολογικών αυξήσεων το 2024, τέτοιων που δεν θα θέσουν σε κίνδυνο τα προηγούμενα κέρδη σε όρους εξωστρέφειας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τα οποία με κόπο έχουν επιτευχθεί”.