Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης μιλώντας σε εκδήλωση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις επισήμανε ότι “αρχίζουν να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να μπούμε σε μια βιώσιμη ανοδική τροχιά, βασικός πυλώνας της οποίας πρέπει να είναι η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα”.
Για το λόγο αυτό εξήγησε ότι η κυβέρνηση έχει εκπονήσει πολιτικές και χρηματοδοτικά εργαλεία που θα βοηθήσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αναφερόμενος στα πλήγματα που δέχτηκαν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στα χρόνια της κρίσης, είπε ότι “από τις 1.200.000 θέσεις εργασίας που χάθηκαν την περίοδο του πρώτου και δεύτερου Μνημονίου, δηλαδή μέχρι και το 2014, οι 700.000 χάθηκαν στις ΜμΕ επιχειρήσεις και από αυτές οι 500.000 θέσεις εργασίας χάθηκαν στις πολύ μικρές επιχειρήσεις”.
Εξέπεμψε, όμως και ένα ελπιδοφόρο μήνυμα λέγοντας ότι ¨σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, από το 2015 υπάρχει σαφής ανακοπή αυτής της αρνητικής τάσης”.
Ο Γιάννης Δραγασάκης μίλησε επίσης για την ιδιαίτερη σημασία που έχουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την ελληνική οικονομίας τονίζοντας ότι:
Περιλαμβάνουν 700.000 μονάδες και αντιστοιχούν στο 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων.
Απασχολούν περισσότερους από 1.800.000 εργαζόμενους ή το 87,3% της συνολικής απασχόλησης. Το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι 66,8%.
Παράγουν το 75,1% της αναγκαίας προστιθέμενης αξίας, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι 57,4%.
Για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι “η ανάκαμψη και η έξοδος από την κρίση περνούν μέσα από τη στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων”.
Αναφερόμενος στο μέλλον και στα μέτρα που έχει επεξεργαστεί η κυβέρνηση είπε:
“Αυτό είναι θετικό όμως δεν αρκεί. Ζωτική ανάγκη αλλά και καθολικό αίτημα της κοινωνίας και ιδίως της νέας γενιάς είναι να θεμελιώσουμε το μέλλον με όρους μακροχρόνιας βιωσιμότητας, σε νέες, σταθερές και ισχυρές βάσεις. Για να το πετύχουμε αυτό, δεν αρκεί να αντιμετωπίσουμε τα συμπτώματα, πρέπει να εξαλείψουμε τις βαθύτερες αιτίες των προβλημάτων, τη μεγάλη ανισότητα ευκαιριών και δυνατοτήτων, τους άνισους όρους ανταγωνισμού, τους φραγμούς στη χρηματοδότηση, το κόστος της γραφειοκρατίας, τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή ως μέσο πλουτισμού και άλλα. Πρέπει να βγάλουμε μαθήματα και διδάγματα από την κρίση και να τα εφαρμόσουμε στην πράξη, μόνο έτσι θα αποφύγουμε ανάλογες κρίσεις στο μέλλον.
Επιτρέψτε μου να ξεχωρίσω τέσσερις κρίσιμους παράγοντες, που ερμηνεύουν αυτές τις ασυνήθιστες διαστάσεις της καταστροφής, που ταυτόχρονα η αντιμετώπισή τους είναι καθοριστική για το σχεδιασμό της μεταμνημονιακής πορείας.
Ο πρώτος παράγοντας που θα ήθελα να ξεχωρίσω είναι το παραγωγικό υπόδειγμα, το μοντέλο ανάπτυξης, που είχαμε πριν από την κρίση. Η μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές, το δανεισμό και την οικοδομική δραστηριότητα το καθιστούσε μη βιώσιμο. Και δεν είναι τυχαίο που μεγάλος αριθμός θέσεων εργασίας χάθηκαν ακριβώς σε τομείς των κατασκευών και του εμπορίου. Ακριβώς για αυτό, κεντρικός στόχος της σημερινής κυβέρνησης είναι η αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας. Χρειάζεται, λοιπόν, τα επιμέρους μέτρα και πολιτικές να εντάσσονται σε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για ανάπτυξη βιώσιμη, διατηρήσιμη και κοινωνικά δίκαιη.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η πολιτική που ασκήθηκε μετά την κρίση, με αποτέλεσμα την παρατεταμένη λιτότητα και την πρωτοφανή ύφεση. Αυτό που συνέβη στη χώρα μας, μέσω του πρώτου και του δευτέρου Μνημονίου, ήταν πρωτόγνωρο σε καιρό ειρήνης:
Ύφεση: Σωρευτικά υπερέβη το 25%
Ανεργία: Υπερέβη, στο υψηλότερο επίπεδό της, το 27%
«Κόκκινα» δάνεια: Από 5% το 2008 έφθασαν στο 33,7% το 2014
Σήμερα βρισκόμαστε, επιτέλους, σε μια φάση μετάβασης από την ύφεση στην ανάκαμψη, τόσο της παραγωγής όσο και της απασχόλησης. Η νέα συμφωνία με τους δανειστές εφόσον όπως αναμένεται ολοκληρωθεί με τη ρύθμιση για το χρέος, θα ξεκλειδώσει τις διαδικασίες για τον τερματισμό των Μνημονίων και της επιτροπείας το καλοκαίρι του 2018. Τα προβλήματα δεν θα τελειώσουν αυτόματα, όμως οι εξελίξεις αυτές θα άρουν πολλούς από τους παράγοντες αβεβαιότητας, θα βελτιώσουν τους όρους χρηματοδότησης και κυρίως θα επιτρέψουν σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά να σχεδιάζουν για το μέλλον.
Ο τρίτος παράγοντας είναι το ιδιαίτερα μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, γεγονός που σε ορισμένες περιπτώσεις καθιστά προβληματική τη βιωσιμότητα. Για αυτό, η κυβέρνηση ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων, τη δικτύωση τους, την οργάνωση τους σε ομάδες και clusters, ιδίως στις περιπτώσεις που απευθύνονται στις διεθνείς αγορές. Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος προβλέπει κίνητρα προς αυτήν τη κατεύθυνση, αλλά χρειάζεται να καλλιεργηθεί και μια αντίστοιχη κουλτούρα συνεργασίας και συλλογικότητας. Και ενδεχομένως χρειάζεται να ληφθούν και αλλά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο τέταρτος παράγοντας είναι η απουσία συγκεκριμένης πολιτικής και αποτελεσματικών μηχανισμών ενημέρωσης και υποστήριξης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Από την άποψη αυτή θα ήθελα να συγχαρώ όσους έθεσαν σε κίνηση και συμμετέχουν στην πρωτοβουλία αυτή για τη δημιουργία ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για επερχόμενα προβλήματα και κινδύνους.
Η λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού θα βοηθήσει τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τους θεσμούς της Πολιτείας να κατανοήσουν καλύτερα και να αντιμετωπίσουν έγκαιρα τους επερχόμενους κινδύνους. Η γνώση που θα αποκτηθεί για τη διάγνωση και διαβάθμιση κινδύνων θα μας βοηθήσει γενικότερα στο σχεδιασμό της πολιτικής, αλλά αναμφίβολα η πιο κρίσιμη λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού θα είναι ασφαλώς όχι μόνο η έγκαιρη προειδοποίηση αλλά και οι δυνατότητες παρέμβασης, η ύπαρξη δηλαδή εργαλείων και μηχανισμών υποστήριξης και βοήθειας για την αντιμετώπιση των κινδύνων που το υπό συζήτηση σύστημα πρέπει να διαθέτει.
Το θέμα αυτό συνιστά και πεδίο διαλόγου. Η κυβέρνηση θα είναι ανοιχτή να συζητήσει συγκεκριμένες προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Στο μεταξύ, ορισμένα μέσα και εργαλεία πολιτικής που είτε έχουν θεσμοθετηθεί είτε συζητούνται θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα στην προσπάθειά σας.
Αναφέρω σύντομα ορισμένα από αυτά:
Οι συνεταιριστικές τράπεζες και οι μικροπιστώσεις μπορούν να αποδειχθούν σημαντικά υποστηρικτικά εργαλεία. Η κυβέρνηση στηρίζει τις συνεταιριστικές τράπεζες, ενώ η θεσμοθέτηση του microfinance προετοιμάζεται. Τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία επίσης που δημιουργούνται και θα λειτουργήσουν, άλλα αυτόνομα και άλλα μέσω του ΕΤΕΑΝ, θα φανούν χρήσιμα ιδίως στην περίπτωση καινοτόμων επιχειρήσεων. Ακόμη, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων σχεδιάζει ήδη και υλοποιεί προγράμματα σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που δημιουργούν ευκαιρίες και δυνατότητες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα.
Ο μηχανισμός εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, που έχει ήδη νομοθετηθεί, επιχειρεί να επιλύσει ένα πρόβλημα που για χρόνια, με την ανοχή των προηγούμενων κυβερνήσεων, αφηνόταν να διογκώνεται, υπονομεύοντας κάθε προοπτική ανάκαμψης.Ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποτελεί έναν -και σε ευρωπαϊκό επίπεδο- πρωτοποριακό θεσμό, που έρχεται για να προσφέρει δεύτερη ευκαιρία σε βιώσιμες επιχειρήσεις που υποφέρουν από υπερχρέωση σε τράπεζες, στις εφορίες ή και στα ασφαλιστικά Ταμεία.
Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος, για πρώτη φορά, επικεντρώνεται στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, με πρόβλεψη επιδοτήσεων ειδικά για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, η μεγάλη πλειοψηφία των σχεδίων που έχει κατατεθεί (649) αφορά, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Κοιτώντας μπροστά μπορούμε, λοιπόν, να πούμε πως αρχίζουν να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να μπούμε σε μια βιώσιμη ανοδική τροχιά, βασικός πυλώνας της οποίας πρέπει να είναι η μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα λόγω του αυξημένου ειδικού βάρους που, όπως εξήγησα, έχει στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Όπως πιστεύω, για να γίνει αυτό, απαιτείται δράση σε τρία επίπεδα:
Πρώτον, στο επίπεδο του κράτους, της κυβέρνησης και της δημόσιας πολιτικής.
Δεύτερον, στο επίπεδο των ίδιων των επιχειρήσεων.
Τρίτον, στο επίπεδο της κοινωνίας και των θεσμών της.