Σε ένα χρόνο από σήμερα, είναι όλο και πιο πιθανό ότι στις ΗΠΑ θα εκλεγεί ένας πρόεδρος που δήλωσε πρόσφατα πως τα αιολικά πάρκα «θα μας κόψουν την τηλεόραση». Οι θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ για τις πηγές ενέργειας είναι γνωστές ήδη από την πρώτη του θητεία, όταν απέσυρε τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού και έδωσε κίνητρα για αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και άνθρακα.
Πρόσφατα, ο Ντόναλντ Τραμπ φρόντισε να τις επαναλάβει, τονίζοντας ότι ένα ενεργειακό σύστημα με βάση τις ΑΠΕ θα είναι ανεπαρκές, πράγμα που σημαίνει ότι «οι τηλεοράσεις θα πρέπει συχνά να κλείνουν». Σε προεκλογική του εκδήλωση στην Αϊόβα, πρόσθεσε ότι τα ορυκτά καύσιμα είναι «η πραγματική ενέργεια» σε αντίθεση με τα αιολικά που είναι «η πιο ακριβή πηγή».
Είχαν προηγηθεί νωρίτερα φέτος αντίστοιχες δηλώσεις ότι τα υπεράκτια αιολικά πάρκα σκοτώνουν τις φάλαινες και ότι ο κλιματικός νόμος της τωρινής κυβέρνησης είναι ένα «κομμουνιστικό μανιφέστο».
Η εμμονή του Τραμπ με τα αιολικά είναι γνωστή εδώ και χρόνια, καθώς έδωσε πολυετή νομική μάχη για να απαγορευτεί η εγκατάσταση αιολικού πάρκου κοντά σε γήπεδο γκολφ ιδιοκτησίας του στη Σκωτία.
Πάντως, πέρα από τις ρητορικές κορώνες, ο Τραμπ έχει ως βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής του την αυτάρκεια και τον απομονωτισμό. Θέλει τις ΗΠΑ λιγότερο δραστήριες στον υπόλοιπο πλανήτη, με εμπορικό προστατευτισμό και στήριξη της εγχώριας παραγωγής. Ακανθώδες θέμα αποτελεί και το τι σκοπεύει να κάνει αναφορικά με το ΝΑΤΟ.
Ποιοι «προσέχουν για να έχουν»
Είναι εύκολο να τον κατηγορήσει κανείς ως λαϊκιστή και να υποδείξει τα εμφανή του σφάλματα και την παραπληροφόρηση όσον αφορά τις ΑΠΕ και την κλιματική αλλαγή.
Όμως, τόσο η Ευρώπη, όσο και ο πλανήτης θα πρέπει να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο να γίνει ξανά πρόεδρος, καθώς αυτή τη στιγμή προηγείται στις δημοσκοπήσεις έναντι του Τζο Μπάιντεν. Μια δεύτερη προεδρία Τραμπ μπορεί να φέρει καταιγιστικές εξελίξεις στα ενεργειακά και την κλιματική πολιτική.
Πρόβλημα μπορεί να αποτελέσει η επιστροφή Τραμπ για όσες χώρες επέλεξαν να προσδεθούν στενά στο αμερικανικό άρμα τα τελευταία χρόνια. Οι σταθερές στις οποίες υπολόγιζαν μπορεί να ανατραπούν απότομα δίνοντας τη θέση τους σε μια νέα και αβέβαιη πραγματικότητα. Αντιθέτως, μπορεί άνετα να δημιουργηθούν και ευκαιρίες, άρα θα χρειαστεί ευελιξία στις διάφορες πολιτικές.
Αυτός είναι και ο λόγος που πρόσφατα ο Ευάγγελος Μυτιληναίος προειδοποίησε ότι η Ευρώπη κινδυνεύει να μείνει χωρίς τη ρωσική ενέργεια και ταυτόχρονα χωρίς την αμερικανική αμυντική «ομπρέλα».
Χώρες όπως η Γερμανία δείχνουν να τοποθετούνται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση, αν κρίνουμε από τη ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών, καθώς σε περίπτωση που η αμερικανική στήριξη προς την Ουκρανία τελειώσει ξαφνικά, τότε ο πόλεμος με τη Ρωσία δεν αναμένεται να έχει πολύ μέλλον.
Η υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ, δήλωσε σχετικά ότι «αυτή τη φορά η Ευρώπη θα είναι προετοιμασμένη για τον Τραμπ» και ότι «δεν θα πρέπει να είμαστε αφελείς», αφήνοντας έτσι ανοικτό το παράθυρο της συνεργασίας με ένα πολιτικό πρόσωπο που οι Πράσινοι απεχθάνονται.
Πάντως, οι Γερμανοί προβληματίζονται έντονα για το τι θα συμβεί με τις ενεργειακές τους προμήθειες αφού πλέον εξαρτώνται από το ακριβό αμερικανικό LNG. Δεδομένης της δυσαρέσκειας που υπάρχει για το ενεργειακό κόστος, την αποβιομηχάνιση και την οικονομική ύφεση στη χώρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί μια μερική επιστροφή στο ρωσικό αέριο αν και όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν να στρέφονται και μεγάλοι ευρωπαϊκοί ενεργειακοί όμιλοι που υπέγραψαν φέτος νέα μακροπρόθεσμα συμβόλαια αερίου με το Κατάρ, ώστε να μην έχουν έκθεση μόνο στο αμερικανικό LNG. Η διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού δείχνει, λοιπόν, ότι λειτουργεί πλέον όχι μονάχα με άξονα τη Ρωσία, αλλά γενικότερα.
Μετέωρες οι κλιματικές προσπάθειες
Πισωγύρισμα θα είναι μια προεδρία Τραμπ για τις παγκόσμιες κλιματικές προσπάθειες, ιδίως μετά την πρόσφατη συμφωνία που ολοκληρώθηκε επίπονα στη διάσκεψη COP28 του Ντουμπάι. Ο ίδιος ανακοίνωσε ήδη ότι θα ακυρώσει τις δεσμεύσεις των ΗΠΑ, άρα τα υπόλοιπα κράτη θα πρέπει να συνεχίσουν μόνα τους.
Λογικό αποτέλεσμα είναι ότι η κλιματική χρηματοδότηση θα περιοριστεί, οι ανταγωνισμοί θα επικρατήσουν και η Ευρώπη θα βρεθεί πιο μόνη στο δρόμο της ενεργειακής μετάβασης, ενώ ΗΠΑ και Κίνα θα ρυπαίνουν αδιάκοπα για να προστατεύσουν την εμπορική ανταγωνιστικότητά τους.
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι γνώριζαν τα παραπάνω και για αυτό δήλωσαν ότι στη φετινή COP πήγαν για να πετύχουν το πιο φιλόδοξο αποτέλεσμα που θα μπορούσαν.
Ως εκ τούτου, η ανάπτυξη των ΑΠΕ και της πράσινης ενέργειας εν γένει στις ΗΠΑ θα περιοριστεί σημαντικά. Αντιθέτως, θετικές είναι οι προοπτικές για τους κλάδους πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα, καθώς ο Τραμπ θα ανοίξει περισσότερες περιοχές για γεωτρήσεις, θα χαλαρώσει τις περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και θα τονώσει την παραγωγή και τη χρήση τους.
Καταλήγοντας, η πιθανή απουσία της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη από την προσπάθεια ενεργειακής μετάβασης θα είχε πρωτοφανείς συνέπειες μακροπρόθεσμα, μετασχηματίζοντας εκ νέου το διεθνές σύστημα.