Ιστορική θεωρείται για την Ελλάδα η σημερινή ημέρα καθώς το Eurogroup αναμένεται να αποφασίσει την έξοδο της Ελλάδας από την ενισχυμένη εποπτεία.
«H Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει σήμερα τη λήξη της ενισχυμένης εποπτείας για την ελληνική οικονομία», δήλωσε ο επίτροπος Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι, προσερχόμενος στη συνεδρίαση του Eurogroup στο Λουξεμβούργο.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για την Ελλάδα», τόνισε ο Τζεντιλόνι. «Αν η πρότασή μας εγκριθεί, όπως νομίζω ότι θα γίνει, θα είναι ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», ανέφερε.
Εξάλλου, το Eurogroup θα εξετάσει τις μακροοικονομικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη. «Η οικονομία μας πλέει σε ταραγμένα νερά», δήλωσε ο Π. Τζεντιλόνι, προσθέτοντας ότι αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποφευχθεί η οικονομική ύφεση, αλλά οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να επικεντρώσουν στις μεταρρυθμίσεις, στις επενδύσεις και σε μια “συνετή πολιτική”, ειδικά για τις χώρες με υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους.
Ερωτηθείς αν ανησυχεί για τις αποδόσεις αρκετών κρατικών ομολόγων, ο Πάολο Τζεντιλόνι απάντησε ότι «είναι υπό παρακολούθηση». Εξέφρασε την πεποίθηση ότι η πρωτοβουλία που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να αποτρέψει τον κατακερματισμό της αγοράς των ομολόγων, είναι καθησυχαστική για τις αγορές. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα ενημερωθούν σήμερα για της αποφάσεις της ΕΚΤ, από την πρόεδρο της, Κριστίν Λαγκάρντ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τέλος, ο Πάολο Τζεντιλόνι ανέφερε σχετικά με τις συνθήκες στην αγορά ομολόγων, ότι η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση. «Χρειαζόμαστε, επίσης, ισχυρή επίδειξη ενότητας, φιλοδοξίας από τις κυβερνήσεις και από τον συντονισμό της δημοσιονομικής μας πολιτικής. Αυτό θα το συζητήσουμε σήμερα», πρόσθεσε.
Εύσημα από τον ESM
H Ελλάδα πέτυχε αρκετά σημαντικά ορόσημα της μεταρρυθμιστικής ατζέντας, αναφέρει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) στην έκθεσή του για το 2021, η οποία εγκρίθηκε κατά τη σημερινή ετήσια σύνοδο του Συμβουλίου των Διοικητών του.
Ειδικότερα, σημειώνει την εφαρμογή του νέου πτωχευτικού πλαισίου, την περαιτέρω πρόοδο στις ιδιωτικοποιήσεις, κυρίως στο έργο της αξιοποίησης του Ελληνικού, την υιοθέτηση ενός φιλόδοξου στρατηγικού σχεδίου για την ενίσχυση της διακυβέρνησης των κρατικών επιχειρήσεων και τη βελτίωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Ωστόσο, προσθέτει, υπήρξαν καθυστερήσεις και εμπόδια στην προώθηση ορισμένων μεταρρυθμίσεων, όπως του σχεδίου για τον μηδενισμό το 2021 των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, που δεν αφορούν στις συντάξεις.
Η Ελλάδα έκανε περαιτέρω πρόοδο στην εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων της και ως συνέπεια έλαβε την πέμπτη και την έκτη εξαμηνιαία δόση για την ελάφρυνση του χρέους της, συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ.
H έκθεση τονίζει ότι η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ισχυρά το 2021, σημειώνοντας ρυθμό ανάκαμψης 8,3% και καλύπτοντας ουσιαστικά τις απώλειες που υπήρξαν το προηγούμενο έτος λόγω της πανδημίας.
Σημειώνει, επίσης, ότι η κυβέρνηση παρείχε εκτενή στήριξη στα νοικοκυριά, τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις με ένα από τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά πακέτα στην Ευρωζώνη και ότι χάρη στην ταχεία ανάπτυξη το χρέος μειώθηκε στο 193,3% του ΑΕΠ από 206,3%.
Για τις τράπεζες αναφέρει ότι μείωσαν πάνω από 50% το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους στο 12,8% στο τέλος του 2021. Ωστόσο, σημειώνει, ότι το υψηλό ιδιωτικό χρέος παραμένει και τονίζει την ανάγκη για ένα αποτελεσματικό πλαίσιο εφαρμογής
Η έκθεση σημειώνει ότι βραχυπρόθεσμα η Ελλάδα έχει μία άνετη θέση ρευστότητας, σταθερή πρόσβαση στις αγορές, χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες που αντανακλούν τη χαμηλή μέση περίοδο ωρίμανσης του χρέους της και σημαντική χρηματοδοτική στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (NGEU).
Μακροπρόθεσμα, όμως, σημειώνει ότι «η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη λόγω μακροοικονομικών ανισορροπιών, ιδιαίτερα του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους της καθώς και του διαρκούς επενδυτικού κενού, της χαμηλής παραγωγικότητας και των υψηλών NPLs (μη εξυπηρετούμενων δανείων)».
Για να διορθώσει τις αδυναμίες αυτές, «η Ελλάδα έχει αρχίσει ένα φιλόδοξο ταξίδι για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας της», με τις μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες να περιλαμβάνουν την αντιμετώπιση μακροχρόνιων αδυναμιών στις υποδομές, στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες καθώς και στη δημόσια διοίκηση, περιλαμβανομένου του συστήματος απονομής δικαιοσύνης, προσθέτει η έκθεση.
Ο ESM σημειώνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία ρίχνει σκιές στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, το μέγεθος και ο αντίκτυπος των οποίων μένει να φανεί, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να επηρεαστεί «δεδομένης της εξάρτησής της από τον τουρισμό και τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου».