- Η “αποκρυπτογράφηση” του αποτελέσματος του Eurogroup και της επιστροφής των θεσμών - Νέα βάρη για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες από τα μέτρα που συμφωνήθηκαν - Η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να τα αντισταθμίσει με φοροελαφρύνσεις και συλλογικές διαπραγματεύσεις - Προς διαχωρισμό της αξιολόγησης από τα δημοσιονομικά μέτρα - Δεν συμφωνήθηκε η συμμετοχή του ΔΝΤ, κρίσιμη η συνάντηση Μέρκελ – Λαγκάρντ
Η πολιτική συμφωνία που έψαχνε η ελληνική κυβέρνηση στο Eurogroup, μπορεί να μην επετεύχθει, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Γερούν Ντάισελμπλουμ, όμως το κλίμα για την χώρα φαίνεται να αλλάζει με την επιστροφή των εκπροσώπων των θεσμών στην Αθήνα.
Σύμφωνα με όλα τα δεδομένα, βαδίζουμε προς διαχωρισμό της αξιολόγησης από τα δημοσιονομικά μέτρα, που θα πρέπει να λάβει η Ελλάδα μετά το 2018 και τα οποία θα ενσωματωθούν στον “κόφτη” και θα εφαρμοστούν εφόσον δεν θα επιτευχθούν οι στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τις δηλώσεις του Γερούν Ντάισελμπλουμ ο οποίος μίλησε ξεκάθαρα για κλείσιμο της αξιολόγησης από τα τεχνικά κλιμάκια και στη συνέχεια την ολοκλήρωση της πολιτικής συμφωνίας η οποία θα περιλαμβάνει και τα δημοσιονομικά μέτρα. Ακριβέστερα αυτό σημαίνει ότι, ολόκληρο το πακέτο της συμφωνίας θα υλοποιηθεί σε δύο φάσεις. Η πρώτη περιλαμβάνει την αξιολόγηση και η δεύτερη το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα. Πρόκειται όμως για ενιαία συμφωνία.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, αλλά και την ερμηνεία των δηλώσεων Ντάιεσελμπλουμ και Μοσκοβισί μετά το Eurogroup το πακέτο των δημοσιονομικών μέτρων μετατίθεται για το Μάιο και πιο συγκεκριμένα για το χρονικό διάστημα μετά τη σύνταξη της έκθεσης του ΔΝΤ τον Απρίλιο και των συμπερασμάτων της Eurostat για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2016 και ειδικότερα για το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία σύμφωνα με πηγές από του Μαξίμου το ανώτερο ύψος που μπορεί να φτάσουν είναι 2,2% του ΑΕΠ.
Από την έκθεση του ΔΝΤ και τα συμπεράσματα της Eurostat θα φανεί ποια από τα μέτρα που απέφεραν υπεραπόδοση στα έσοδα είναι επαναλαμβανόμενα και τα επόμενα χρόνια και συνεπώς θα ληφθούν υπόψη.
Πρόκειται για κρίσιμες αποφάσεις, γιατί θα καθοριστεί το ύψος των μέτρων που θα κληθεί να λάβει η ελληνική κυβέρνηση για να πετύχει τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Από τις δηλώσεις των αξιωματούχων των Θεσμών προέκυψαν επίσης ότι:
–Η συμμετοχή του ΔΝΤ δεν είναι συμφωνημένη, αλλά παραμένει στόχος. Πάντως, σε πολύ μεγάλο βαθμό το θέμα θα ρυθμιστεί κατά τη συνάντηση της Αγκελα Μέρκελ μα την Κριστίν Λαγκάρντ την προσεχή Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου.
-Θα υπάρξουν αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις προς την κατεύθυνση του σεβασμού του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Αυτό ενδεχομένως σημαίνει ότι η κυβέρνηση απέσπασε κάποια υποχώρηση στο θέμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
-Είναι σημαντικό ότι η έμφαση δόθηκε στην ανάπτυξη και όχι στη λιτότητα, παρότι μεταρρύθμιση στο φορολογικό και στις συντάξεις σημαίνει μείωση τους αφορολόγητου ορθά κοφτά με την οποία θίγονται μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες.
-Πολύ σημαντική είναι επίσης η διαβεβαίωση Ντάισελμπλουμπως από τη στιγμή που τα δημοσιονομικά βαδίζουν σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα, θα διατίθενται κονδύλια για επενδύσεις και αναπτυξιακή πολιτική.
-Πολύ θετική είναι και η δέσμευση της Κομισιόν για αναζήτηση χρηματοδοτικών εργαλείων, ούτως ώστε 3 δισ. ευρώ να επενδυθούν σε δράσεις και επενδύσεις για τη δημιουργία 100.000 θέσεων εργασίας.
-Ο Μοσκοβισί επιβεβαίωσε ότι σε καθαρούς όρους η δημοσιονομική επίδραση των μεταρρυθμίσεων, όπως είπε (βλέπε αφορολόγητο και προσωπική διαφορά συντάξεων) θα είναι ουδέτερη και δεν θα προκαλεί λιτότητα.
Τέλος, παρότι δεν έγινε με σαφήνεια ξεκάθαρο από τις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ και Μοσκοβισί ότι θα νομοθετηθούν εκ των προτέρων τα μέτρα που θα εφαρμοστούν μετά το 2018, μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο και συμφωνημένο αν κανείς διαβάσει κάτω από τις γραμμές των δηλώσεων.