Από την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ η αντιπαράθεση αρχίζει σιγά-σιγά να μεταφέρεται στο ελληνικό χρέος και τη ρύθμισή του. Οι δυνάμεις που ήθελαν την Ελλάδα εντός της ευρωζώνης και στο ευρώ επιθυμούν και προωθούν τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους ώστε να γίνει βιώσιμο, να εξυπηρετείται πιο εύκολα από την Ελλάδα και να περισσεύουν πόροι για επενδύσεις ούτως ώστε η χώρα να αποκτήσει αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη.
Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και άλλες ελληνικές πολιτικές δυνάμεις, παρά τις επιμέρους διαφορές στις εκτιμήσεις που ακούστηκαν στη Βουλή.
Στο αντίπαλο στρατόπεδο ο Σόιμπλε, η ομάδα του με πρωτοπαλίκαρο τον Ντάισελμπλουμ, καθώς και εκείνες οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της Γερμανίας, αλλά και άλλων χωρών, που ήθελαν και θέλουν ακόμα την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης, επειδή η νέα αρχιτεκτονική που σχεδιάζουν να επιβάλουν στην Ευρώπη, απαιτεί την απομάκρυνση των πλέον αδύναμων οικονομιών στην περιφέρεια και τον περιορισμό των χωρών του σκληρού πυρήνα.
Οι κύκλοι αυτοί επιθυμούν κατά βάθος και τη Γαλλία εκτός του σκληρού πυρήνα, όμως για πολιτικούς, αλλά και γεωστρατηγικούς λόγους δεν είναι εφικτό τουλάχιστον προς το παρόν. Και γι΄ αυτό, όπως λένε οι γνωρίζοντες, επέλεξαν τη στρατηγική της υποβάθμισης της Γαλλίας και του ρόλου της στις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Μετά τη Ντοβίλ και τη συνθηκολόγηση του Νικολά Σαρκοζί και ως την κρίσιμη αναμέτρηση για την συμφωνία της Ελλάδας είχαν πετύχει το στόχο τους. Από εκείνο το σημείο και μετά οι κινήσεις των Γάλλων, τόσο του προέδρου Ολάντ, όσο και υπουργών, δείχνουν πλέον πως η Γαλλία δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχτεί, χωρίς μάχη τουλάχιστον, την υποβάθμισή της.
Τελευταίο δείγμα η τοποθέτηση του Ολάντ για το ελληνικό χρέος ενώπιον της Μέρκελ και η σιωπή της Γερμανίδας καγκελαρίου. Σιωπή που λέει πολλά όχι μόνο για τις σχέσεις της με το Σόιμπλε και τους κύκλους που εκφράζει, αλλά και για τις γενικότερες εξελίξεις στην Ευρώπη.
Από την πλευρά τους οι Αμερικανοί επιχειρούν να επαναφέρουν την τάξη στην Ευρώπη και να περιορίσουν τη γερμανική αυτονόμηση που εκδηλώνεται σταδιακά και την ανάληψη ηγεμονικού (όχι ηγετικού. Αυτός είναι αποδεκτός) ρόλου στην Ευρώπη.
Η συμφωνία και η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη ήταν μία πρώτη νίκη, η υπόθεση του σκανδάλου της Βολκσβάγκεν ένα μάθημα και μία επικράτηση στο μπρα ντε φερ και το ελληνικό χρέος το νέο πεδίο αντιπαράθεσης.
Στο πλαίσιο αυτό καλείται η ελληνική κυβέρνηση να οικοδομήσει συμμαχίες, να βρει υποστηρικτές για να πετύχει τη ρύθμιση του χρέους. Όχι τόσο γιατί στο πεδίο της εξυπηρέτησης θα αλλάξουν πολλά και καθοριστικά για τα επόμενα χρόνια ως το 2022. Αλλά γιατί η ρύθμιση θα επιτρέψει την επιστροφή στις αγορές, την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης, θα άρει οριστικά τις αβεβαιότητες για την παραμονή στο ευρώ, θα συμβάλλει αποφασιστικά στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων και θα επιτρέψει στη χώρα να ασκεί αυτόνομη πολιτική, μακριά από το σφιχτό και σκληρό εναγκαλισμό του Σόιμπλε και λοιπών δυνάμεων, χωρίς την ασφυκτική επιτήρηση που δεν επιτρέπει ούτε εσωτερική κατανομή των βαρών όπως κρίνει η κυβέρνηση και οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
Και είναι αυτό που δεν επιθυμούν οι δυνάμεις που θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης που δεν θέλουν την επιτυχία της Ελλάδας, γιατί φοβούνται ότι θα δεχθεί ένα σκληρό χτύπημα η γερμανικής έμπνευσης πολιτική της λιτότητας.