Toν μικρότερο του αναμενόμενου ρυθμό επέκτασης του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας κατά το 2023, επισημαίνει η Eurobank Research στο εβδομαδιαίο δελτίο 7 Ημέρες Οικονομία, αν και η χώρα υπεραπέδωσε έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης.
Η Eurobank τονίζει πως το πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στην Ελλάδα το δ’ τρίμηνο 2023 ξεπέρασε τα προ πανδημίας επίπεδα κατά 6,3% (3,0% στην Ευρωζώνη).
Η ιδιωτική κατανάλωση είχε την υψηλότερη συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης της Ελλάδας το 2023, καταγράφοντας ενίσχυση 1,8% (συνεισφορά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες).
Οι επενδύσεις παγίων κινήθηκαν χαμηλότερα σε σύγκριση με τις προβλέψεις επίσημων οργανισμών και της κυβέρνησης (π.χ. ο Κρατικός Προϋπολογισμός 2023 προέβλεπε αύξηση 15,5% και ο αντίστοιχος του 2024 εκτιμούσε άνοδο 7,1%) καταγράφοντας ήπια ενίσχυση της τάξης του 4,0% (συνεισφορά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες).
Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές καταγράφηκε αύξηση 3,7% (3,2% στα αγαθά και 4,2% στις υπηρεσίες), με τις συνιστώσες των αγαθών και των υπηρεσιών να συνεισφέρουν 0,6 και 0,7 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης του 2023.
Οι κατασκευές, τομείς των υπηρεσιών και η μεταποίηση είχαν θετική συνεισφορά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης του 2023.
Αντιθέτως, ο τομέας της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας είχε αρνητική συνεισφορά κυρίως λόγω των πλημμυρών στη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο του 2023.
Εν κατακλείδι, η ελληνική οικονομία υπεραπέδωσε έναντι της Ευρωζώνης το 2023, παρά ταύτα ο ρυθμός μεγέθυνσης ήταν μικρότερος των επίσημων προβλέψεων.
Σε αυτό συνετέλεσαν η χαμηλότερη του αναμενομένου αύξηση των επενδύσεων, οι επιπτώσεις των πλημμυρών στη Θεσσαλία και η ήπια ενίσχυση των εξαγωγών λόγω του δυσμενούς διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος.
Το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα παρέμεινε χαμηλότερο σε σχέση με τα προ κρίσης χρέους επίπεδα (2007) κατά 18,9%, δηλαδή ανακτήθηκαν σχεδόν τα 3/10 των απωλειών της κρίσης χρέους.
Όπως αποκαλύπτεται στο Σχήμα 3, απαιτούνται μέσοι ρυθμοί μεγέθυνσης υψηλότεροι του 2,1% ετησίως έτσι ώστε να επιστρέψει το πραγματικό ΑΕΠ στην Ελλάδα στα επίπεδα του 2007 σε ένα χρονικό διάστημα μικρότερο των 10 ετών.