Αντίστροφη μέτρηση δέκα ημερών ξεκινά από σήμερα (10.3.25) προκειμένου (πιθανόν) να ξεκαθαρίσει το τοπίο στην ΕΕ σε σχέση με τα περιθώρια άσκησης πολιτικής πλατύτερης ελάφρυνσης και στήριξης των επιχειρήσεων και των πολιτών (μέσω πιθανής ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής για την άμυνα) από πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης.
Και αυτό γιατί στις 20 – 21 Μαρτίου είναι προγραμματισμένη η τακτική σύνοδος κορυφής στην ΕΕ, η οποία αναμένεται να απασχοληθεί, μεταξύ άλλων, με την συγκεκριμενοποίηση του σχεδίου της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για το ευρω-πακέτο για την άμυνα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ένα καταρχήν πράσινο φως έλαβε το εν λόγω σχέδιο την περασμένη Πέμπτη 6 Μαρτίου 2025, αλλά μένουν να καθοριστούν πολύ κρίσιμες λεπτομέρειες.
Υπενθυμίζεται πω στο σχέδιο φον ντερ Λάιεν προβλέπει ένα κοινό ταμείο 150 δισ. ευρώ και δυνατότητα αύξησης των αμυντικών δαπανών συνολικά για τις χώρες – μέλη της ΕΕ κατά 650 δισ. ευρώ εξαιρώντας από τις δαπάνες που προσμετρούνται για το έλλειμμα (ρήτρα διαφυγής).
Ωστόσο, δεν έχει διευκρινιστεί αν η ρήτρα διαφυγής θα ενεργοποιηθεί οριζοντίως για όλες τις χώρες – μέλη της ΕΕ, ανεξάρτητα από το αν το ποσοστό αμυντικών δαπανών τους ξεπερνά ή όχι το όριο του 2% του ΑΕΠ της καθεμίας που θέτει το ΝΑΤΟ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επίσης, δεν έχει διευκρινιστεί για πόσο χρονικό διάστημα, θα ισχύσει η ρήτρα διαφυγής, με τη Γερμανία είναι «μακροπρόθεσμα» και συγκεκριμένα, «πολύ πάνω από τέσσερα χρόνια» (κάνοντας λόγο ακόμα και για «δεκαετία»!), όπως δήλωσε μετά την έκτακτη σύνοδο κορυφής, ο απερχόμενος καγκελάριος, Όλαφ Σολτς. Ο ίδιος επισήμανε πως ζητούμενο η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας να μην ισχύσει για ένα μόνο χρόνο (όπως προβλέπουν οι διατάξεις του εν λόγω συμφώνου), ούτε να παίρνει παρατάσεις ανά δύο ή τέσσερα χρόνια (όπως επίσης προβλεπει το σύμφωνο κατ΄εξαίρεση).
Ως γνωστό οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες ξεπερνούν το 3% του ΑΕΠ και, συνεπώς, υπάρχει ένα ενδεχόμενο να εξαιρεθεί η Ελλάδα από την δυνατότητα της ρήτρα διαφυγής, σε περίπτωση που η ΕΕ αποφασίσει να δοθεί πχ μόνο σε όσες χώρες έχουν αμυντικές δαπάνες κάτω από το 2% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε χθες, ο ΥΠΟΙΚ, κος Κωστής Χατζηδάκης, από τις τελικές αποφάσεις της ΕΕ σε σχέση με την εξαγγελθείσα εφαρμογή της ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες θα εξαρτηθούν τα πόσο μεγάλα θα είναι τα περιθώρια μείωσης των φόρων.
Με βάση τα υφιστάμενα περιθώρια, βάσει παλιότερων δηλώσεων αρμοδίων στελεχών του ΥΠΟΙΚ, η κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει το 2026 σε μειώσεις φόρων ύψους 500 εκατ. ευρώ, με βάση το όριο των 3 δισ. ευρώ κατα το οποίο μπορεί η κυβέρνηση να αυξάνει τις δαπάνες το 2025 – 2028, σύμφωνα με το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Πρόγραμμα.
Το αν θα υπάρξει περιθώρια για μειώσεις φόρων ή αυξήσεις δαπανών πάνω από τα 500 εκατ. ευρώ, θα εξαρτηθεί εν μέρει, όμως, μόνο από το αν και κατά ποσό θα ισχύσει η ρήτρα διαφυγής λόγω αμυντικών δαπανών και για την Ελλάδα.
Και αυτό γιατί, όπως αναφέρουν αναλυτές στο newsit.gr, ακόμα και αν ισχύσει και για την Ελλάδα η ρήτρα διαφυγής και έτσι μπορέσει να απελευθερώσει κονδύλια του προϋπολογισμού προς άλλες κατευθύνσεις, δεν θα μπορεί να υπάρξει …διαφυγή (και) της Ελλάδας από τις νέες αυστηρότερες «ρήτρες» που θέτουν οι διεθνείς αγορές προς τα ευρωπαϊκά κράτη (μαζί και προ το ελληνικό), όπως αυτές φαίνονται ξεκάθαρα από την αύξηση των αποδόσεων των ευρωπαϊκών (και ελληνικών) ομολόγων ή αλλιώς την αύξηση του κόστους δανεισμού, δηλαδή των τόκων που θα κληθεί να πληρώσει μελλοντικά (και) το ελληνικό κράτος, συμπιέζοντας προφανώς άλλες δαπάνες.
Μ΄άλλα λόγια, ακόμα και αν εξαιρεθούν οι αμυντικές δαπάνες από τον κανονισμό του ελλείμματος φέτος, απελευθερώνοντας τα χέρια της κυβέρνησης για αύξηση των μέτρων ελάφρυνσης, τα «χέρια» αυτά θα …μαζευτούν τα επόμενα χρόνια.
Παραπέρα,οι ίδιες πηγές επισημαίνουν πως όλα τα παραπάνω «περιθώρια» (πολύ προσωρινά και μάλλον μικρά) έχουν σας δεδομένο ότι θα επαληθευθούν οι προβλέψεις του Μεσοπροθέσμου Προγράμματος πρώτα – πρώτα για το 2026.
Οι προβλέψεις, όμως, αυτές, οι οποίες έχουν συμπεριληφθεί στο Μεσοπρόθεσμο με βάση το οποίο προχωρά η ελληνική κυβέρνηση έχουν γίνει χωρίς να λάβουν υπόψιν τα δύο εντελώς νέα και απρόβλεπτα διεθνή οικονομικά δεδομένα -χωρίς, μάλιστα, να μπορεί να εκτιμήσει κανείς ενδεχόμενες οικονομικές επιπτώσεις του κλίματος της πολιτικής αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει η πρωτοφανής γενική απεργία και κινητοποίηση για τα Τέμπη στις 28 Φεβρουαρίου 2025 – τα οποία προέκυψαν μετά την κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος και αυτά είναι:
1. Η στροφή της ΕΕ και ιδίως της Γερμανίας στην ενίσχυση των αμυντικών δαπανών
Οι πρώτες προβλέψεις οικονομικών εμπειρογνωμόνων εκτιμούν πως η αύξηση των αμυντικών δαπανών θα βοηθήσουν την μεγέθυνση του ΑΕΠ των χωρών – μελών της ΕΕ και πρώτα – πρώτα της Γερμανίας, η οποία ήδη βρίσκεται σε τριετή ύφεση.
Ωστόσο, αυτή η «πολεμική» συνεισφορά στην οικονομία δεν φανεί άμεσα, αλλά μεσοπρόθεσμα, δηλαδή μετά από 1 – 2 χρόνια.
Συνεπώς για το 2025 δεν αναμένεται καμία «πολεμική» οικονομική ανάκαμψη, ενώ ακόμα και αν ανακάμψει η οικονομία το 2026, ενδεχομένως να μην ανακάμψουν μαζί και τα εισοδήματα των ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, καθώς ήδη πέφτουν προτάσεις πχ στη Γερμανία, για περικοπές σε επιδόματα και συντάξεις προκειμένου να μετριαστεί ο κρατικός δανεισμός και να αυξηθούν τα δημοσιονομικά περιθώρια αποπληρωμής των τόκων.
Αυτό σημαίνει μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και άρα της καταναλωτικής ζήτησης στην Ευρώπη, στην οποία κατευθύνεται η πλειοψηφία των ελληνικών εξαγωγών. Κάτι τέτοιο θα έπληττε προφανώς τις ελληνικές εξαγωγές στην ΕΕ και φυσικά και το ελληνικό ΑΕΠ.
Επίσης, μείωση εισοδημάτων στην ΕΕ θα σήμαινε αν όχι των τουριστικών ευρωπαϊκών αφίξεων στην Ελλάδα, μείωση της συνεισφοράς τους στο ελληνικό ΑΕΠ μέσω ελάττωσης της δαπάνης τους κατά τη διάρκεια της διαμονής τους. Ήδη η τάση που αναπτύσσεται στους Γερμανούς τουρίστες είναι να κλείνουν πιο νωρίς -και άρα πιο φθηνά – τις θερινές διακοπές τους…
2. Το ενδεχόμενο επιβολής δασμών 25% από πλευράς ΗΠΑ στις εισαγωγές από την ΕΕ
Προβλέψεις αναλυτών αναφέρουν πως αν επαληθευτεί η εξαγγελία Τραμπ για επιβολή δασμών κατά των ευρωπαϊκών εισαγωγών, θα οδηγηθεί η ΕΕ σε ύφεση.
Λαμβάνοντας υπόψιν εκτιμήσεις της ΤτΕ για τη συσχέτιση μεταξύ ρυθμών ανάπτυξης της ΕΕ και της Ελλάδας, έστω και μία ήπια ύφεση στην ΕΕ, η Ελλάδα θα βρεθεί με μία μηδαμινή ανάπτυξη το 2025 – 2026 έναντι προβλέψεων για ανάπτυξη 2 – 2,5%.
Αυτό δεν μπορεί παρά να έχει επίπτωση στα έσοδα του προϋπολογισμού και άρα στις δυνατότητες κάλυψης των τακτικών δαπανών από πλευράς του ελληνικού δημοσίου, γεγονός που θα μπορούσε να εκμηδενίσει τα όποια οφέλη από την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής, αν φυσικά ισχύσει και για την Ελλάδα.