Η Λευκή Βίβλος της Κομισιόν για τις αμυντικές δαπάνες την προηγούμενη εβδομάδα, έφερε συγκρατημένα χαμόγελα αισιοδοξίας στην Αθήνα, καθώς σε ένα βαθμό δικαιώνονται οι θέσεις της Ελλάδας για παροχή δημοσιονομικής ευελιξίας στα κράτη μέλη προκειμένου να μην κινδυνεύσουν με διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος όσοι ξοδεύουν πολλά για την άμυνα τους.
Ωστόσο, η συζήτηση γύρω από την αύξηση των αμυντικών δαπανών κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει, καθώς επίκεινται κρίσιμα ραντεβού σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η Ελλάδα συνεχίζει να παλεύει για τις προτάσεις της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Όπως έχει αναφέρει το newsit.gr, επικαλούμενο ανώτατες πηγές του υπουργείου Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ), βασική πρόταση των Αθηνών είναι η θέσπιση ενός ευρωπαϊκού μέσου όρου δαπανών ως βάση σύγκρισης για το ποσοστό ετήσιας αύξησης.
Τι προτείνει η Κομισιόν, τι θέλει η Ελλάδα
Οι προτάσεις της Κομισιόν είναι σαφείς: Προτείνει την εξαίρεση ετήσιας αύξησης αμυντικών δαπανών έως 1,5% του ΑΕΠ από τις διαδικασίες υπολογισμού του ελλείμματος, με έτος αναφοράς το 2021.
Δηλαδή, ξεκινώντας τον υπολογισμό από τα στοιχεία του 2021, θα εξαιρούνται όσες δαπάνες θα προστίθενται από εκεί και πάνω ετησίως έως 1,5% του ΑΕΠ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το πρόβλημα έγκειται στο ότι η Ελλάδα και το 2021, προ της έναρξης του πολέμου στην Ουκρανία, είχε πολύ υψηλές δαπάνες, που έφταναν τα 6 δισ. (στοιχεία του ΝΑΤΟ ανεβάζουν αυτό το νούμερο ακόμα ψηλότερα).
Με τον στόχο των αμυντικών δαπανών να τοποθετείται λίγο πάνω από τα 6,3 δισ. ευρώ για το 2025, σημαίνει πως η Ελλάδα ναι μεν θα έχει κάποιο όφελος, αλλά όχι όσο υψηλό θα είχε αν ήταν διαφορετική η βάση υπολογισμού. Αντίθετα, όσες χώρες δεν ήταν τυπικώς εντάξει με τις υποχρεώσεις τους απέναντι στο ΝΑΤΟ το 2021, και δαπανούσαν λιγότερα, θα επιβραβευθούν, καθώς ακόμα μεγαλύτερα ποσά θα εξαιρεθούν από το έλλειμμα τους, με αποτέλεσμα διαμόρφωσης μεγαλύτερου «δημοσιονομικού χώρου».
Ως εκ τούτου, και η νέα ηγεσία του ΥΠΟΙΚ συνεχίζει να παλεύει στην ίδια βάση των ελληνικών προτάσεων οι οποίες είχαν διατυπωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο και προ της Λευκής Βίβλου. Και η βασική είναι πως θα πρέπει ο υπολογισμός της αύξησης να γίνεται με βάση αναφοράς έναν ευρωπαϊκό μέσο όρο δαπανών του 2021 (ή οποιουδήποτε άλλου έτους) και όχι με το τι ξόδεψε σε εθνική βάση κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά.
Η εξήγηση για αυτό είναι πως αν, για παράδειγμα, η Ελλάδα το 2021 ξόδεψε 6 δισ., ευρώ και το 2025 ξοδέψει 6,5 δισ., βάσει της πρότασης της Κομισιόν θα μπορεί να εξαιρέσει μισό δισ. ευρώ, επανακατευθύνοντας το σε παροχές και θετικές παρεμβάσεις. Εάν όμως ετίθετο ένας ευρωπαϊκός μέσος όρος, ο οποίος λόγω του ότι η Ελλάδα ήταν και το 2021 πρωταθλήτρια στις δαπάνες, αυτός θα διαμορφωνόταν αρκετά χαμηλότερα, π.χ. στα 4 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να μπορούσε να εξαιρέσει και να αξιοποιήσει πολλαπλάσια ποσά.
Ασαφές παραμένει ακόμα στην Λευκή Βίβλο, το ερώτημα ποιας χρονιάς το ΑΕΠ θα ληφθεί σαν βάση αναφοράς, καθώς είναι διαφορετικό το ΑΕΠ που είχε η Ελλάδα το 2021 και άλλο το 2025, καταγράφοντας τριπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.