«Θλιβερή» διάκριση σημείωσε η Ελλάδα το 2023, καθώς κετείχε τη δεύτερη χαμηλότερη θέση με κριτήριο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).
Με βάση την αγοραστική δύναμη η Ελλάδα παρέμεινε στο 67% του μέσου όρου της ΕΕ με χαμηλότερο μόνο της Βουλγαρίας, στο 64%.Επιπλέον, η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 79% του μέσου όρου της ΕΕ.
Συνολικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 2023, η πραγματική κατά κεφαλήν ατομική κατανάλωση, εκφρασμένη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης κυμαινόταν από 70% έως 138% του μέσου όρου της ΕΕ στις 27 χώρες της ΕΕ.
Συμπεριλαμβάνονται όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες που χρησιμοποιούν τα νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το αν αγοράστηκαν και πληρώθηκαν από τα νοικοκυριά απευθείας, από την κυβέρνηση ή από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών.
Το 2023, 10 χώρες της ΕΕ κατέγραψαν κατά κεφαλήν κατανάλωση πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Τα υψηλότερα επίπεδα καταγράφηκαν στο Λουξεμβούργο (38% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), την Αυστρία και την Ολλανδία (και οι δύο 17%).
Εν τω μεταξύ, 17 χώρες της ΕΕ κατέγραψαν κατά κεφαλήν κατανάλωση κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με τα χαμηλότερα επίπεδα να καταγράφονται στην Ουγγαρία (30% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ), τη Βουλγαρία (27%), τη Σλοβακία και τη Λετονία (και οι δύο 25%).
Λουξεμβούργο και Ιρλανδία καταγράφουν το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ
Το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), ένα μέτρο της οικονομικής δραστηριότητας, παρουσίασε επίσης σημαντικές διαφορές μεταξύ των μελών της ΕΕ.
Κατά κεφαλήν ΑΕΠ άνω του μέσου όρου της ΕΕ καταγράφηκε σε 11 χώρες με υψηλότερο στο Λουξεμβούργο (139% υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ), την Ιρλανδία (111%) και την Ολλανδία (30%). Στο άλλο άκρο της κλίμακας, το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ καταγράφηκε στη Βουλγαρία (36% κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ), την Ελλάδα (33%) και τη Λετονία (29%).