Σε νέο «πετρέλαιο» εξελίσσεται το ελαιόλαδο για τα ελληνικά νοικοκυριά καθώς η συμβολή του στην γενική άνοδο των τιμών ξεπερνά κάθε προηγούμενο, ενώ η Ελλάδα μάχεται κατά του πληθωρισμού, και δη των τροφίμων.
Η τιμή του ελαιόλαδου, με ετήσια αύξηση 67,2% τον Μάρτιο 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ώθησε σε ποσοστό 2,5% υψηλότερα τον δείκτη τιμών τροφίμων, ο οποίος ανήλθε για τον ίδιο μήνα στο 5,3%. Αυτό σημαίνει πως, λίγο λιγότερο από το μισό των αυξήσεων στα τρόφιμα αφορά στην εκτίναξη της τιμής του λαδιού, που πληρώνουν «χρυσάφι» οι καταναλωτές στα σούπερ μάρκετ.
Αντίστοιχα, δυσανάλογα μεγάλη είναι και η συμβολή της τιμής του ελαιόλαδου στον γενικό δείκτη τιμών. Τον Μάρτιο 2024, η ετήσια αύξηση στην τιμή του λαδιού 67,2%, έδωσε ώθηση στον γενικό δείκτη κατά 0,53 μονάδες.
Ωστόσο, το γεγονός ότι τα συνολικά επίπεδα του δείκτη τιμών επηρεάζονται ανοδικά από το ελαιόλαδο δεν είναι μία νέα εξέλιξη, αν και όχι σε αυτή την έκταση.
Η τιμή του ελαιόλαδου την τελευταία τριετία έχει μία, γενικά, ανοδική πορεία στην χώρα μας, ακόμα και σε υψηλότερους ρυθμούς από τον πληθωρισμό, αποκτώντας έτσι μια ιδιαίτερη σημασία στο «κοκκίνισμα» των δεικτών.
Συγκεκριμένα, αν τον Μάρτιο του 2024, η τιμή του ελαιόλαδου αυξήθηκε ετησίως κατά 67,2% έναντι γενικής αύξησης 3,2%, ένα χρόνο πριν (Μάρτιο 2023) το ελαιόλαδο αυξήθηκε κατά 17,4% έναντι γενικής αύξησης 4,6%. Τον Μάρτιο 2022 το ελαιόλαδο ακρίβυνε κατά 22,7% έναντι γενικής αύξησης τιμών κατά 8,9%. Τον Μάρτιο 2021 ήταν προτού ξεκινήσει το ράλι στο ελαιόλαδο, καθώς η τιμή είχε μειωθεί 2,9%.
Αυτό σημαίνει πως την τελευταία τριετία το ελαιόλαδο έχει ένα αυξανόμενο ειδικό βάρος ώθησης του γενικού δείκτη τιμών υψηλότερα, καθώς ακόμα και φέτος όπου υπάρχει μία γενική τάση αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, αυτό αγγίζει ιστορικά υψηλά και δυσθεώρητα ύψη, αποτελώντας πλέον, τον νούμερο ένα πονοκέφαλο για την διατροφή των Ελλήνων καταναλωτών.