Το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών μέσα στο 2025 θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στα ακίνητα υψηλών προδιαγραφών σε prime περιοχές, σε μια προσπάθεια μείωσης του ρίσκου.
Παράλληλα, οι θεσμικοί επενδυτές, όπως είναι οι ΑΕΕΑΠ, αναμένεται να μπουν πιο δυναμικά στο πεδίο των νέων αναπτύξεων ακινήτων, που αφορούν την κατασκευή πράσινων γραφείων και σύγχρονων logistics.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τα κέντρα δεδομένων (data centers), οι νέες ενεργειακές υποδομές, οι φοιτητικές κατοικίες, τα επώνυμα συγκροτήματα διαμερισμάτων (branded residences), οι κατοικίες προς ενοικίαση (built to rent), είναι μερικοί επίσης από τους τομείς των ακινήτων που αναμένεται να διατηρήσουν το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για την Ελλάδα και το 2025. Ακόμη, όλοι οι νέοι παίκτες στα ακίνητα εναρμονίζονται και με τις «πράσινες» προδιαγραφές βιοκλιματικών κτιρίων (τις οποίες ζητούν πλέον και οι νέοι χρήστες), καθώς τα ανάλογα projects βρίσκουν ευκολότερα χρηματοδότηση, έχουν χαμηλότερα λειτουργικά κόστη, αλλά και παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στον χρόνο.
Ωστόσο, η αβεβαιότητα που υπάρχει για τις επενδύσεις αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τους ξένους θεσμικούς επενδυτές να εμπιστευτούν ξανά τη χώρα μας. Στο παρελθόν δεν υπήρχαν μεγάλοι ξένοι θεσμικοί επενδυτές που είχαν στο ραντάρ τους την Ελλάδα. Τώρα, όμως, το μεγάλο στοίχημα είναι πώς θα τους κρατήσουμε, όταν βλέπουν ότι υπάρχουν σημαντικές καθυστερήσεις στις επενδύσεις τους, έντονη γραφειοκρατία και περιχαράκωση από τα τοπικά συμφέροντα.
Παράλληλα, τα ακίνητα σε διεθνές επίπεδο αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότερους κινδύνους από την αυξημένη συχνότητα και ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, σε συνδυασμό με τις αλλαγές που απαιτούνται για τη μείωση των εκπομπών ρύπων, με αποτέλεσμα ο οικονομικός αντίκτυπος στον κλάδο γίνεται πιο εμφανής.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Γιάννης Παρασκευόπουλος, Γενικός Διευθυντής της ΔΑΝΟΣ, σε συνεργασία με την BNP Paribas Real Estate, ανέφερε στο 26ο Capital Link Forum 2024, που πραγματοποιήθηκε προ ημερών, ότι η ελληνική αγορά ακινήτων ακολουθεί μια πορεία διαφορετική από αυτήν της υπόλοιπης Ευρώπης. Κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2010-2018, οι αναπτύξεις υπήρξαν σημαντικά μειωμένες, με αποτέλεσμα τη σημερινή έλλειψη ακινήτων υψηλής ζήτησης, όπως είναι τα μοντέρνα, πράσινα γραφεία, οι χώροι logistics και data centers, καθώς και οι σύγχρονες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις και τα οικιστικά συγκροτήματα. Η ζήτηση για τα συγκεκριμένα είδη ακινήτων παραμένει υψηλότερη από την προσφορά, γεγονός που οδηγεί σε συνεχείς και στοχευμένες αναπτύξεις, οι οποίες αναμένεται να συνεχιστούν, παρά το υψηλό κόστος κατασκευής και δανεισμού.
Αναφορικά με τις βασικές τάσεις της ελληνικής αγοράς ακινήτων για το επόμενο διάστημα, ο κ. Παρασκευόπουλος ανέφερε ότι θα παρατηρηθεί άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των prime ακινήτων και των ακινήτων χαμηλής ζήτησης. Επιπλέον, προβλέπεται σταθεροποίηση της αύξησης των τιμών, καθώς η άνοδος των επιτοκίων, η οποία υπήρξε μέχρι πρόσφατα, είχε οδηγήσει σε αύξηση των προσφερόμενων αποδόσεων από τους επενδυτές. Παράλληλα, οι πωλητές των ακινήτων υψηλής ζήτησης δεν δείχνουν διάθεση να μειώσουν τις τιμές, δημιουργώντας έτσι ένα προσωρινό κενό. Ωστόσο, η τάση μείωσης των επιτοκίων, η οποία θα μειώσει το κόστος δανεισμού, καθώς και η συνεχής αυξητική πορεία των μισθωμάτων στα prime ακίνητα, αναμένεται να εξισορροπήσουν εν μέρει τη διαφορά μεταξύ των απαιτήσεων των πωλητών και των προσδοκιών των αγοραστών.