Η ώρα της κρίσης έφτασε και η ενσωμάτωση των αναβαλλόμενων τόκων από μνημονιακά δάνεια του ταμείου EFSF στο ελληνικό δημόσιο χρέος αναμένεται να γίνει πράξη εντός ολίγων εβδομάδων.
Η συγκεκριμένη υπόθεση που ανέκυψε με την απαίτηση της Eurostat να εγγραφούν 12,5 δισ. ευρώ από δάνεια του δευτέρου μνημονίου, και η οποία αναμένεται να «φουσκώσει» το δημόσιο χρέος κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, σύμφωνα με πληροφορίες του newsit.gr μετά και από την επίσκεψη των θεσμών στην Αθήνα «κλείδωσε» για τις 22 Οκτωβρίου, όταν και η Eurostat έχει προγραμματίσει την ανακοίνωση των εκθέσεων για τα κυβερνητικά ελλείμματα και χρέη, και δεν θα «τραβήξει» έως και τον Μάρτιο, όπως αρχικά υπήρχε η πιθανότητα.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι από τις 22 Οκτώβρη ξεκινά να καταγράφεται στο χρέος ο αναδρομικός υπολογισμός τόκων από το 2012, γεγονός που επιδεινώνει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ και εξαιτίας αυτού και διαμορφώνεται αλλαγή σε σε επίπεδο ελλείμματος γενικής κυβέρνησης. Το δημόσιο χρέος, έτσι, από την τελευταία εβδομάδα του Οκτώβρη 2024, θα φτάσει περί το 167,5% από 161,9% του ΑΕΠ που είναι σήμερα, για την χρήση του 2023.
Ταμειακά οι επιπτώσεις θα είναι ανύπαρκτες καθώς οι πληρωμές των τόκων αναμένεται να ξεκινήσουν από το 2032, κατά 1 με 1,2 δισ. κάθε χρόνο. Το ίδιο θα ισχύσει και με τους στόχους που τίθενται βάσει των νέων δημοσιονομικών κανόνων σε σχέση με την απομείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ για τις χώρες με ποσοστό άνω του 90%, καθώς η προσθήκη γίνεται αναδρομικά από το 2012 έως το 2023, και ως εκ τούτου δεν διαταράσσει τις ισορροπίες.
Μετά και από την νέα, αναδρομική, αποτύπωση των υποχρεώσεων, το χρέος του 2023 αναμένεται να αυξηθεί από τα 356,7 δισ. ευρώ περίπου στα 369,1 δισ. ευρώ με την πρόσθετη επιπλέον 12,4 δισ. ευρώ περίπου. Το χρέος του 2022 θα αυξηθεί από τα 356,8 δισ. ευρώ περίπου στα 368,2 δισ. ευρώ, κατά περίπου 11,4 δισ. ευρώ, το χρέος του 2021 από τα 353,9 δισ. ευρώ στα 364 δισ. ευρώ κ.ο.κ. Καθώς η αναβολή της αποπληρωμής φτάνει έως το 2032, σημαίνει πως από το 2024 και για κάθε επόμενο έτος έως τότε θα εγγράφεται στο χρέος ένα επιπλέον ποσό ένα δισ. ευρώ μέχρι η συνολική επιβάρυνση του χρέους να φτάσει περίπου στα 25 δισ. ευρώ.