Site icon NewsIT
07:00 | 06.12.24

ΦΠΑ και Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης: «Εφιαλτικές» προτάσεις για αυξήσεις στους συντελεστές – Πόσα πληρώνουμε σήμερα

ΦΠΑ και Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης: «Εφιαλτικές» προτάσεις για αυξήσεις στους συντελεστές – Πόσα πληρώνουμε σήμερα
Κώστας Αποστολόπουλος

Ενώ η συζήτηση στη δημόσια σφαίρα στην Ελλάδα κυριαρχείται από την δυσφορία των πολιτών για τον υψηλό ΦΠΑ και τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (ΕΦΚ), μία πρόταση του ΟΟΣΑ έρχεται να «ταράξει τα νερά» καθώς κρίνει πως δεν είναι επαρκώς αυξημένοι.

Συγκεκριμένα, σε έκθεση που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη (4.12.2024), ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως στην χώρα μας υπάρχουν περιθώρια για να εισπράττονται περισσότερα έσοδα διαμέσου της σταδιακής κατάργησης των μειωμένων συντελεστών και των απαλλαγών από τον ΦΠΑ, αλλά και της αύξησης και επέκτασης των ΕΦΚ και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων.

Και αυτό, παρά το γεγονός πως ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζει πως έχει συντελεστεί μεγάλη πρόοδος στην συγκέντρωση επιπλέον φορολογικών εσόδων λόγω του δραστικού περιορισμού της φοροδιαφυγής, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, εκτιμά πως οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ ωφελούν κυρίως τα πιο εύπορα νοικοκυριά ενώ ο περιορισμός τους θα δημιουργήσει χώρο για επιπλέον κοινωνικές παρεμβάσεις.

Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι υπάρχει περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης αναφορικά με τα έσοδα καθώς το «κενό συμμόρφωσης» παραμένει από τα υψηλότερα στην ΕΕ.

Ως εκ τούτου, μαζί με άλλες περικοπές, όπως τη μείωση σε επιδόματα (π.χ. γέννησης), ο ΟΟΣΑ καταλήγει πως οι γενικές απαλλαγές από τον ΦΠΑ θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από πιο στοχευμένες πολιτικές στήριξης των ασθενέστερων, και επαναφορά στον τυπικό συντελεστή ΦΠΑ στις περιπτώσεις εκείνες που δεν αποδεικνύεται πως μειώνεται η εισοδηματική ανισότητα, φέρνοντας ως παράδειγμα τους μειωμένους συντελεστές στον τουρισμό.

Τι προτείνει ο ΟΟΣΑ για τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης

Όμως ο ΟΟΣΑ δεν μένει στον ΦΠΑ, καθώς προτείνει, αύξηση του ΕΦΚ στα καπνικά. Πηγαίνοντας ακόμα παραπέρα, προτείνει την επιβολή ΕΦΚ και σε τρόφιμα πλούσια σε λίπη, ζάχαρη και αλάτι, λόγω του ότι είναι βλαβερά.

Επιπλέον, με γνώμονα τη κινητροδότηση για στροφή στην πράσινη ενέργεια και στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, προτείνει την αύξηση του ΕΦΚ στα ορυκτά καύσιμα.

Ωστόσο, η χώρα μας κατέχει ήδη ένα από τους μεγαλύτερους ΕΦΚ στα καύσιμα, και συγκεκριμένα τον τέταρτο υψηλότερο στην Ευρώπη. Έτσι, οι Έλληνες πληρώνουν για κάθε λίτρο βενζίνης ή ντίζελ, το οποίο στις ημέρες κυμαίνεται περί του 1,80 ευρώ, «χαράτσι» 0,70 ευρώ.

Οι προτάσεις του ΟΟΣΑ, αν εφαρμόζονταν, θα μπορούσαν να καταλήξουν σε συντελεστή ΕΦΚ στα 0,80 ευρώ ανά λίτρο ή και περισσότερο, αυξάνοντας περαιτέρω την τιμή της βενζίνης που πληρώνουν οι Έλληνες οδηγοί στην αντλία.

Πώς επιβαρυνόμαστε σήμερα από ΦΠΑ και ΕΦΚ

Οι προτάσεις του ΟΟΣΑ για αυξήσεις έρχονται σε μία περίοδο όπου έχει «ανάψει» η συζήτηση για ανάγκη μείωσης του ΦΠΑ στην Ελλάδα. Το 2022, η Ελλάδα είχε τον 7ο υψηλότερο βασικό συντελεστή ΦΠΑ (24%) στις χώρες του ΟΟΣΑ και 4ο στην ΕΕ ενώ βρίσκεται σταθερά στη πρώτη δεκάδα για τις ευρωπαϊκές χώρες με την υψηλότερη φορολογία.

Επιπλέον σύμφωνα με την περσινή Ευρωπαϊκή Φορολογική Έκθεση η Ελλάδα κατέχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στους έμμεσους φόρους. Ειδικότερα, τα έσοδα από ΦΠΑ και ΕΦΚ ανέρχονται στο 15,4% του ΑΕΠ, ενώ τα έσοδα από άμεσους φόρους είναι μόλις το 8,1% του ΑΕΠ. Το 2023 εισπράχθηκαν 23,4 δισ. ευρώ ενώ το 2024 αναμένεται να ξεπεράσουν τα… 25 δισ. ευρώ.

Πιο αναλυτικά, και με βάση τον προϋπολογισμό του 2025, τα συνολικά έσοδα από φόρους επί αγαθών και υπηρεσιών προβλέπεται να ανέλθουν στο ποσό των 37,798 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,528 δισ. ή 4,2% έναντι του 2024.

Τη μερίδα του λέοντος καταλαμβάνουν τα έσοδα από τον ΦΠΑ, τα οποία μέσα στο 2025 αναμένεται να ανέλθουν στο ποσό των 26,508 δισ. αυξημένα κατά 1,254 δισ. ευρώ έναντι του 2024, ενώ και οι ΕΦΚ προβλέπονται στο ποσό των 7,239 δισ. ευρώ, αυξημένοι κατά 47 εκατ. ευρώ έναντι του 2024.

Ωστόσο, η κυβέρνηση αντιστέκεται σθεναρά στις πιέσεις για μειώσεις στον ΦΠΑ. Η στάση «εξηγείται» από το γεγονός πως η συμμετοχή του ΦΠΑ στα συνολικά έσοδα του κράτους είναι διαχρονικά ισχυρή, χωρίς μάλιστα να αλλοιώνεται από το γεγονός πως από την πανδημία και έπειτα, μειώθηκαν οι συντελεστές από το 24% στο 13% σε μία σειρά από αγαθά και υπηρεσίες, ως κίνηση στήριξης της κοινωνίας και της αγοράς.

Στον αντίποδα, οι καταναλωτές «μάχονται» καθημερινά με την ακρίβεια, με τον ΦΠΑ να αποτελεί έναν βασικό «βραχνά».

Σύμφωνα με παλαιότερα στοιχεία του Ινστιτούτου Έρευνας Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) το μέσο εβδομαδιαίο καλάθι του σουπερμάρκετ με 45 προϊόντα κοστίζει στον καταναλωτή 160,33 ευρώ. Εξ αυτών τα 21,67 ευρώ προκύπτουν από τον ΦΠΑ ο οποίος επιβαρύνει την τελική τιμή που πληρώνουμε στο ράφι. Δηλαδή,  το επιπλέον «βαρίδι» του ΦΠΑ το οποίο πληρώνει ο μέσος καταναλωτής, μόνο για τα ψώνια του σουπερμάρκετ και όχι για άλλα προϊόντα και υπηρεσίες, αν υπολογιστεί σε ετήσια βάση, ανέρχεται σε 1.126,84 ευρώ. 

Το παραπάνω σημαίνει πως ο ΦΠΑ κοστίζει λίγο λιγότερα από τον μέσο μισθό στην Ελλάδα (1.251 ευρώ), ή με πιο απλά λόγια, ένας εργαζόμενος θα έπρεπε να δώσει ολόκληρο το δώρο Χριστουγέννων του με το που το λάβει, ίσα-ίσα για να πληρώσει τον ΦΠΑ για το σουπερμάρκετ ενός έτους…

Τέλος, σε ό,τι αφορά στους ΕΦΚ οι μειώσεις τους δεν είναι μόνο αίτημα των πολιτών αλλά σε αρκετές περιπτώσεις και των επιχειρηματιών, όπως για παράδειγμα στην εστίαση. Και αυτό γιατί ενώ η τιμή των καφέ λόγω διαφόρων παραγόντων έχει πάρει τα ύψη, επιβαρύνεται και με ΕΦΚ, γεγονός που καθιστά το προϊόν μη ελκυστικό για τους καταναλωτές, ζημιώνοντας έτσι και τους ίδιους τους επιχειρηματίες.

 

Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version