Ειδική μνεία για τις επιδόσεις της Ελλάδας επεφύλασσε η χειμερινή έκθεση με τις προβλέψεις της Κομισιόν, καθώς αν και υποβαθμίστηκε η εκτίμηση για την ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 0,2% το 2023, παραμένει υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ, με σταθερές προοπτικές ανάπτυξης για το 2024 και 2025, ενώ ξεχωρίζει και για τις επιδόσεις της στην αγορά ομολόγων.
Δεν συμβαίνει το ίδιο, ωστόσο, για την πρώτη οικονομία της Ευρωζώνης, για την οποία χτυπούν σήμαντρα κινδύνου για θεμελιακές αδυναμίες, και μαζί και για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, η Ελλάδα, μαζί με την Ιταλία, ξεχώρισε για την πιο έντονη πτώση στα spreads από την περίοδο των φθινοπωρινών προβλέψεων, καθώς επωφελήθηκε από τις θετικές αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής της ικανότητας, αλλά και από τις αναζητήσεις των επενδυτών για τίτλους με αποδόσεις.
Σε γενικές γραμμές οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μειώθηκαν πανευρωπαϊκά ενώ η «ψαλίδα» των spreads στένεψε.
Παρά τις, μεγάλης κλίμακας, κρατικές εκδόσεις ομολόγων αλλά και τις μειωμένες αγορές τίτλων από το Ευρωσύστημα, οι αγορές κρατικών ομολόγων της ΕΕ προσαρμόστηκαν προς χαμηλότερες αποδόσεις σε όλες τις λήξεις, κάτι που σε ένα βαθμό οφείλεται και στην πτώση των πληθωριστικών προσδοκιών.
Η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου μειώθηκε από 2,85% το Φθινόπωρο στο 2,2% την 1η Φεβρουαρίου, αφού είχε φτάσει στο χαμηλό του 1,9% στο τέλος Δεκεμβρίου.
Όσον αφορά την ανάπτυξη της Ελλάδας, η εκτίμηση για την ανάπτυξη του 2023 «έπεσε» από το 2,4% το φθινόπωρο, στο 2,2% στις χειμερινές προβλέψεις, ενώ για το 2024 παρέμεινε σταθερή στο 2,3%, όσο δηλαδή και το 2025, με ανοδική αναθεώρηση κατά 0,1%.
«Καμπανάκια» για την Γερμανία
Στον αντίποδα βρίσκεται η Ευρωζώνη και ιδιαίτερα η Γερμανία.
Μετά από δύο χρόνια ισχυρών επιδόσεων που ακολούθησαν την πανδημία, η ευρωζώνη εμφάνισε ασθενή ανάπτυξη το 2023, ξεκινώντας το πρώτο τρίμηνο του φετινού έτους από πιο αδύναμη βάση.
Η οικονομική δραστηριότητα πέρυσι εκτιμάται πλέον πως επεκτάθηκε μόνο κατά 0,5% τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη ενώ οι προοπτικές ανάπτυξης για το 2024 αναθεωρούνται σε 0,9% στην ΕΕ και 0,8% στην Ευρωζώνη.
Το 2025, το ΑΕΠ θα επεκταθεί κατά 1,7% στην ΕΕ και 1,5% στην Ευρωζώνη με τον πληθωρισμό στην ΕΕ να επιβραδύνεται από 6,3% το 2023 σε 3% το 2024 και 2,5% το 2025. Στην Ευρωζώνη, προβλέπεται να επιβραδυνθεί από 5,4% το 2023 σε 2,7% το 2024 και σε 2,25% το 2025.
Στο ίδιο πλαίσιο, εντάσσονται και οι προειδοποιήσεις για την Γερμανία. Η πρώτη οικονομία της ηπείρου, και τρίτη στον κόσμο, μετά από την αποκαθήλωση της Ιαπωνίας, αφού γνώρισε υποβάθμιση της εκτίμησης για την ανάπτυξη του ΑΕΠ της σε σχέση με το φθινόπωρο (0,3% από 0,8%) προβλέπεται και για το 2024 να καταγράψει ανάπτυξη του ΑΕΠ μόλις 0,3%, (καθοδική αναθεώρηση κατά 0,8%) σημειώνοντας την χειρότερη επίδοση στην Ένωση. Όσον αφορά τις άλλες μεγάλες οικονομίες, ακολουθούν η Ολλανδία με 0,4%, η Ιταλία με 0,7% και η Γαλλία 0,9%.
Για το 2025, η πρόβλεψη αφορά σε ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,2%, παραμένοντας αμετάβλητη σε σχέση με το φθινόπωρο.
Σημειώνεται ακόμα πως οι δείκτες οικονομικού κλίματος στη Γερμανία έχουν φτάσει στα χαμηλότερα επίπεδά τους από την πανδημία, προαναγγέλλοντας υποτονική οικονομική ανάπτυξη το πρώτο εξάμηνο του 2024. Οι επενδύσεις προβλέπεται να παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με πριν από την πανδημία ενώ οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού συνεχίζουν να αποτελούν εμπόδιο στην οικονομική δραστηριότητα.
Προβληματικό, επίσης, είναι και το ενδεχόμενο μίας ανάκαμψης με γνώμονα το εμπόριο καθώς οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αναμένεται να αυξηθούν σε γενικές γραμμές με τον ίδιο ρυθμό και στα δύο έτη.
Αρνητικό αντίκτυπο έχουν επίσης, και οι σφιχτές δημοσιονομικές συνθήκες όσον αφορά τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.
Δομικές αδυναμίες στην «ατμομηχανή» της Ευρώπης
Αλλά οι προειδοποιήσεις για την Γερμανία δεν αφορούν μόνο στην βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη. Η τελευταία, σύμφωνα με την Κομισιόν, αναμένεται να ανακάμψει όσο αυξάνουν οι μισθοί και κατά συνέπεια και η κατανάλωση, ενώ ενισχύονται ήπια εξαγωγές και επενδύσεις.
Το πρόβλημα εντοπίζεται στις δηλώσεις του επιτρόπου για την Οικονομία, Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος στην συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της έκθεσης, έκανε λόγο για δομικές προκλήσεις και αδυναμίες που εντοπίζει η Κομισιόν στην γερμανική οικονομία.
Τα αδύναμα σημεία της ηγέτιδας της Ευρωζώνης είναι το δημογραφικό πρόβλημα, η λειψανδρία εργατικού δυναμικού με ανεπτυγμένες δεξιότητες, καθώς και η έλλειψη διεθνούς προσανατολισμού της οικονομίας της, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το γεγονός πως ήταν και μία από εκείνες τις ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες επλήγησαν περισσότερο από την ενεργειακή στροφή στην προμήθεια της ΕΕ μετά τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.