Στα όριά της φαίνεται πως έφτασε η κλιματική φιλοδοξία της χώρας μας, αν κρίνουμε από τα όσα ενδιαφέροντα δήλωσε τη Δευτέρα (25.3.2024) στις Βρυξέλλες ο γενικός γραμματέας του ΥΠΕΝ, Πέτρος Βαρελίδης. Κατά τη διάρκεια της συνόδου υπουργών Περιβάλλοντος, τόνισε ότι η Ελλάδα τάσσεται ενάντια στο νέο στόχο που προτείνει η Κομισιόν για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% ως το 2040.
Πρόκειται για τον ενδιάμεσο στόχο καθ’ οδόν προς το 2050 και τον πλήρη μηδενισμό τους με βάση τη φιλόδοξη κλιματική πολιτική που έχουν αποφασίσει οι Βρυξέλλες και τα κράτη-μέλη. Με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα έγινε μια από τις τρεις χώρες που είπαν «όχι» στη μείωση εκπομπών αερίων σε πρώτη φάση μαζί με την Τσεχία και την Πολωνία. Η Ελλάδα θεωρεί ότι η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής πρέπει να αναβαθμιστεί και να στηριχθεί περισσότερο οικονομικά σε σύγκριση με την αποτροπή της.
Είναι προφανές ότι καθώς η χώρα μας έχει βιώσει τα τελευταία χρόνια τις επιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, ενδιαφέρεται να εξασφαλίσει πρόσθετους πόρους από την Ευρώπη για να τα αντιμετωπίσει. Παράλληλα, ο κ. Βαρελίδης στάθηκε στο γεγονός ότι οι πολίτες χρειάζονται καλύτερες συνθήκες σήμερα στην οικονομία, ενώ και η ευρωπαϊκή βιομηχανία πρέπει να στηριχθεί απέναντι στο διεθνή ανταγωνισμό.
«Σήμερα παρατηρείται ένα κενό ανάμεσα στις πολιτικές κλιματικής ουδετερότητας και την άποψη που έχει η κοινωνία για τη μετάβαση, το οποίο πρέπει να γεφυρωθεί. Ορισμένοι πιστεύουν ότι το κλίμα και η μετάβαση είναι για τους πλούσιους ή από την άλλη ότι υπονομεύουμε την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μας. Σε ορισμένες περιπτώσεις όντως αυτό κάνουμε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο γ.γ. του ΥΠΕΝ.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα ζητά αυξημένη στήριξη για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη του δικτύου ηλεκτρισμού, αφού θεωρεί ότι τα πιο υποσχόμενα μέσα για τη μείωση των εκπομπών CO2 είναι οι ΑΠΕ, η ενεργειακή αποδοτικότητα, ο εξηλεκτρισμός βιομηχανίας-μεταφορών και η αναβάθμιση των κτηρίων.
Αντιθέτως, στις περιπτώσεις εκείνες που δεν υπάρχουν οφέλη σε κάποιον τομέα της οικονομίας από την ενεργειακή μετάβαση, θα χρειαστούν αποζημιώσεις προς αντιμετώπιση και των κοινωνικών της επιπτώσεων.
Μέσω των παραπάνω δηλώσεων η Ελλάδα επιδιώκει να εξασφαλίσει σημαντικά ανταλλάγματα στην τελική συμφωνία. Ακολουθεί έτσι το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών που στο παρελθόν κράτησαν σκληρή στάση απέναντι στους νέους κλιματικούς στόχους για να προασπίσουν τα συμφέροντά τους.