Στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας βρέθηκε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστας Τσιάρας θέτοντας τις μεταρρυθμίσεις στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) τις οποίες προωθεί η Ελλάδα, ενώ παράλληλα ανέδειξε και το ζήτημα της λειψυδρίας, επισημαίνοντας την ανάγκη διαμόρφωσης κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής.
Στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών το οποίο έχει ως θέμα: «Γεωργία εστιασμένη στους γεωργούς: Προς μια ανταγωνιστική, βιώσιμη, ανθεκτική, βασισμένη στη γνώση και φιλική προς τους γεωργούς μελλοντική ΚΑΠ», ο Κώστας Τσιάρας τόνισε ότι «η ΚΑΠ οφείλει να προσφέρει τα κατάλληλα συνδυαστικά εργαλεία στους Ευρωπαίους αγρότες για την αύξηση της παραγωγικής τους ικανότητας και της ανταγωνιστικότητας των προϊόντων τους».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Έτσι, θα μπορούν να συνεισφέρουν στην προστασία των φυσικών πόρων. Αυτό προϋποθέτει κίνητρα για ιδιωτικές, καινοτόμες επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα με σκοπό τη μείωση του κόστους εισροών, την προστασία της γεωργικής παραγωγής από την κλιματική αλλαγή, την αποδοτικότερη χρήση των φυσικών πόρων, καθώς και την ορθολογικότερη χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, αντιβιοτικών κ.λπ.», συνέχισε ο Υπουργός.
Αναφορικά με την πράσινη μετάβαση, το σημαντικότερο στοιχείο, είπε ο κ. Τσιάρας, είναι να προβλέπονται αυξημένα οικονομικά κίνητρα για όλους τους γεωργούς, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος εγκατάλειψης της γεωργικής δραστηριότητας.
Ειδικά για την ισχύουσα ΚΑΠ ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, επισήμανε ότι το προβλεπόμενο, νέο μοντέλο επιδοτήσεων, «ενώ κινείται προς στη σωστή κατεύθυνση για την επίτευξη των στόχων μας, στην πράξη αποδεικνύεται ένας μηχανισμός που δημιουργεί προβλήματα υλοποίησης, πρόσθετο διοικητικό φόρτο και αυξημένο οικονομικό κόστοςγια τους παραγωγούς και τις εθνικές διοικήσεις, ακυρώνοντας κατά κάποιο τρόπο τον στόχο του. Ο εκ των προτέρων καθορισμός από τα Κράτη Μέλη μοναδιαίων τιμών, στερείται της απαραίτητης ευελιξίας για την εξασφάλιση της ομαλής χρήσης των πόρων της ΚΑΠ».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο Έλληνας υπουργός επέμεινε σε αλλαγές στην ΚΑΠ, που θα δίνουν αυξημένη ευελιξία και απλούστευση στη χρήση των πόρων, όπως:
- Τροποποίηση των χρηματοδοτικών πινάκων και σχετικών δεικτών του Στρατηγικού Σχεδίουβάσει της πορείας υλοποίησης των παρεμβάσεων, ειδικότερα στην αγροτική ανάπτυξη.
- Μεταφορά πόρων μεταξύ των δύο Πυλώνων της ΚΑΠ και ειδικά μεταξύ των παρεμβάσεων για το περιβάλλον και το κλίμα.
- Έναρξη ισχύος των προτάσεων τροποποίησης στον Πυλώνα Ι από την επίσημη υποβολή του αιτήματος από το Κράτος Μέλος, όπως ισχύει διαχρονικά στον Πυλώνα ΙΙ, ή και αναδρομικότητα στην ισχύ ορισμένων τροποποιήσεων.
- Ευελιξία στην εφαρμογή των οικολογικών σχημάτων με δυνατότητα για αλλαγές κατόπιν κοινοποίησης χωρίς να απαιτείται τροποποίηση του Στρατηγικού Σχεδίου.
- Επαναφορά του κανόνα Ν+3, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος απώλειας πόρων και να ενδυναμωθούν οι καινοτόμες επενδύσεις.
Παράλληλα ο κ. Τσιάρας έθεσε και το ζήτημα της θωράκισης της γεωργικής παραγωγής έναντι απρόβλεπτων κρίσεων, τόσο λόγω της κλιματικής κρίσης όσο και λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας. Σε αυτή τη λογική, τόνισε ο Έλληνας υπουργός, επιβάλλεται η ευέλικτη χρήση των πόρων του Στρατηγικού Σχεδίου για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Και επανέλαβε τη στήριξη της χώρας μας στην adhoc χρήση του 2% του προϋπολογισμού του Στρατηγικού Σχεδίου, για την κάλυψη εκτάκτων αναγκών.
Ο Έλληνας υπουργός επισήμανε ακόμη την ανάγκη αύξησης του Γεωργικού Αποθεματικού και επανέλαβε την πρόταση για μεταφορά σε αυτό κονδυλίων που αποδεσμεύονται.
Σε κάθε περίπτωση, τόνισε, ότι μεγάλες φυσικές καταστροφές, όπως ο Daniel, πρέπει να αντιμετωπίζονται με χρηματοδοτήσεις και εκτός ΚΑΠ, προτείνοντας τη δημιουργία ενός νέου Ταμείου για τον σκοπό αυτό.
Ο κ. Τσιάρας, τόνισε ότι «ο προϋπολογισμός της ΚΑΠ μετά το 2027 οφείλει να είναι ανάλογος των προκλήσεων και των αυξανόμενων απαιτήσεων για τους γεωργούς. Μόνο έτσι θα πετύχουμε το μεγάλο στοίχημα της βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ προστασίας του περιβάλλοντος και επισιτιστικής ασφάλειας τα επόμενα χρόνια».
Κλείνοντας ο Έλληνας υπουργός έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη λειψυδρία, επισημαίνοντας την ανάγκη διαμόρφωσης ευρωπαϊκής πολιτικής για την αντιμετώπιση του προβλήματος, το οποίο αυτήν την περίοδο μπορεί να επηρεάζει πρωτίστως τις χώρες της Μεσογείου, αλλά αφορά όλα τα κράτη – μέλη, μιας και έχει αποδειχθεί, η κλιματική κρίση, της οποίας η λειψυδρία είναι αποτέλεσμα, αφ’ ενός δεν έχει σύνορα και αφ’ ετέρου επηρεάζει άμεσα την αγροτική παραγωγή, αφού χωρίς νερό δεν υφίσταται πρωτογενής τομέας.