Το κόστος ενέργειας στην Ελλάδα διατηρήθηκε και πέρυσι σε επίπεδα υψηλότερα από ό,τι είχαμε συνηθίσει στα έτη πριν το 2020. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται στην ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), που δημοσιεύτηκε χθες (8.4.2025).
Συγκεκριμένα, ο δείκτης των τιμών ενέργειας σημείωσε πτώση 9,8% το 2020 (έτος της πανδημίας), ενώ το 2021 και το 2022 εκτινάχθηκε με ρυθμό 12,4% και 41% αντίστοιχα κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, έδειξαν τα στοιχεία της ΤτΕ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ακολούθησαν δύο συνεχόμενα πτωτικά έτη με -13,4% το 2023 και -1,4% το 2024, που όμως είναι προφανές πως δεν στάθηκαν αρκετά για να επαναφέρουν τις τιμές εκεί που βρίσκονταν προηγουμένως.
Το φθηνό πετρέλαιο αντιστάθμισε το ακριβότερο αέριο και ρεύμα πέρυσι
Κατά το περσινό έτος οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου παρέμειναν σε σχετικώς χαμηλά επίπεδα, ιδίως κατά το δεύτερο εξάμηνο. Έτσι, ο αρνητικός πληθωρισμός των καυσίμων κίνησης και θέρμανσης υπεραντιστάθμισε την ανοδική πορεία των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου, διατηρώντας το μέσο ενεργειακό πληθωρισμό σε αρνητικό έδαφος.
Σταθερά τα φορολογικά έσοδα
Στο φορολογικό πεδίο, το κράτος συνέλλεξε πέρυσι 4,21 δισ. ευρώ από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα, ποσό αυξημένο κατά 3,2% σε ετήσια βάση.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αντίστοιχα, στα 2,22 δισ. ευρώ ανήλθαν τα έσοδα από τον ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή, με μείωση 2% σε σχέση με το 2023.
Κρίσιμη η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης
Τέλος, η ΤτΕ στέκεται και στη σημασία της αποτελεσματικής αξιοποίησης των πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προκειμένου να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της οικονομίας στο σημερινό ευμετάβλητο περιβάλλον.
Όπως τονίζεται, η έγκαιρη απορρόφηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων είναι καθοριστικός παράγοντας για την κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων, ειδικότερα σε στρατηγικούς τομείς όπως η καθαρή ενέργεια, η προστασία του περιβάλλοντος, οι ψηφιακές τεχνολογίες και η τεχνητή νοημοσύνη.