Καθοριστικής σημασίας για τα μελλούμενα με το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι η ποιότητα του ιδιωτικού, ή, ακριβέστερα, η επιτυχής συνέχιση της απομείωσης των κόκκινων δανείων στην ελληνική οικονομία.
H Ελλάδα έχει καταφέρει μέσα σε λίγα μόλις χρόνια να «ρίξει» σημαντικά το NPL ratio, δηλαδή τον δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) ο οποίος προκύπτει από τον λόγο των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των πιστώσεων που έχει χορηγηθεί από τις τράπεζες, με τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος να μειώνονται σε 11,1 δισ. ευρώ (ή 7,5% των ακαθάριστων δανείων) τον Μάρτιο του 2024 από 47,2 δισ. ευρώ (ή 30% των ακαθάριστων δανείων) τον Δεκέμβριο του 2020. Ωστόσο, η αξιοσημείωτη αυτή επίδοση στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, χάρη και στα εργαλεία εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων που προσφέρουν τα προγράμματα Ηρακλής, δεν αρκεί για να δώσει την απαραίτητη ώθηση στο αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας.
Υπενθυμίζεται, πως αρμόδιες πηγές σημείωναν στο newsit.gr παραμονές των αξιολογήσεων των DBRS και, ειδικά, της Moody’s, πως είναι αμφίβολο το ενδεχόμενο οι διεθνείς οίκοι να αναβαθμίσουν περαιτέρω το ελληνικό αξιόχρεο, αν δεν δουν μεγαλύτερη πρόοδο στο σκέλος του ιδιωτικού χρέους, που στη συγκεκριμένη περίπτωση σημαίνει επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος Ηρακλής 3.
Τα «καμπανάκια» της Moody’s για τις τράπεζες
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και έκθεση της Moody’s για τις ελληνικές τράπεζες και την οικονομία, μία εβδομάδα μετά την διατήρηση της βαθμίδας της Ελλάδας ένα «σκαλί» κάτω από την επενδυτική.
Ο διεθνής οίκος επισημαίνει πως παρά την σημαντική μείωση των NPEs εξακολουθούν να κυμαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Την ίδια στιγμή, χτυπά «καμπανάκια» και για την συνέχεια καθώς υπογραμμίζει πως και τα νέα δάνεια που «πέφτουν» στην ελληνική οικονομία και είναι κυρίως εταιρικά, δεν έχουν δοκιμαστεί σε έναν πλήρη οικονομικό κύκλο.
Σημειώνεται πως οι ελληνικές τράπεζες επιδίδονται σε ένα νέο κύκλο χορήγησης νέων δανείων προκειμένου να κεφαλαιοποιήσουν την ανάπτυξη της οικονομίας καθώς και το ευνοϊκό περιβάλλον που διαμορφώνεται λόγω των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης που εισρέουν στην οικονομία. Η αβεβαιότητα αυτή, επηρεάζει αρνητικά και την εκτίμηση της Moody’s για τις πιστωτικές συνθήκες στην χώρα.
Υπενθυμίζεται πως η Ελλάδα μόλις προ ημερών υπέβαλε το αίτημα προς την Κομισιόν για την έγκριση επέκταση του προγράμματος Ηρακλής 3 κατά 1 δισ. ευρώ φτάνοντας στα 3 δισ. ευρώ.
Η ολοκλήρωση του θεωρείται σημαντική καθώς δίνεται «αγώνας» το NPL ratio να πέσει κάτω από το 3% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος (τον Ιούνιο ανερχόταν στο 3,6%).
Το δημόσιο χρέος
Το ανάχωμα που θέτουν στις παραπέρα αναβαθμίσεις τα κόκκινα δάνεια, σημαίνει πως η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει, παραμένοντας «κολλημένη» στα ίδια, επισφαλή, επίπεδα πιστοληπτικής ικανότητας, να επωφεληθεί από πιο ευνοϊκούς όρους δανεισμού στις αγορές, οι οποίοι θα διαμορφώνονταν παράλληλα με το «σκαρφάλωμα» του αξιόχρεου σε υψηλότερες βαθμίδες.
Συν αυτώ, η Ελλάδα έχει να διαχειριστεί την απαίτηση της Eurostat να αναθεωρηθεί το ύψος του δημόσιου χρέους προσθέτοντας 12 δισ. ευρώ από τους αναβαλλόμενους τόκους 24 δισ. ευρώ που προκύπτουν από το μνημονιακό δάνειο των 90 δισ. ευρώ από τον EFSF πριν από 12 χρόνια.
Και αυτό παρά την συμφωνία πως οι αναβαλλόμενοι τόκοι θα εγγραφούν στο δημόσιο χρέος το 2032 όταν θα ξεκινούσε και η αποπληρωμή του. Ωστόσο, από την Απρίλιο και μετά η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία άλλαξε στάση εμμένοντας στον συνυπολογισμό του 50% του ποσού των τόκων από τώρα, κάτι το οποίο εάν συμβεί θα στείλει το χρέος μονομιάς 4% πάνω.