Για εφιαλτικές συνέπειες σε μισθούς, συντάξεις και ασφαλιστικά προγράμματα από την έκρηξη του χρέους προειδοποιούν με κύριο άρθρο τους οι Financial Times.
Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο: Η λύση είναι και στη διαγραφή χρεών
”Η πρόσφατη συζήτηση για την παγκόσμια οικονομία πήρε μία ανησυχητικά απλοϊκή στροφή. Ορισμένοι υποστηρίζουν τώρα ότι επειδή δεν μπορεί να αποδείξει κανείς πως το πολύ υψηλό χρέος πλήττει την ανάπτυξη (αν και το βάρος του πορίσματος εξακολουθεί να ισχύει), τότε το υψηλό χρέος δεν αποτελεί πρόβλημα. Πέρα από την πρόσφατη δημόσια συζήτηση για τις έρευνες αναφορικά με το χρέος -έχουμε ήδη συζητήσει τα πορίσματά μας για το χρέος και την ανάπτυξη- η συζήτηση πρέπει να αφορά και πάλι τα δεδομένα.
Ας ξεκινήσουμε με ένα εξ αυτών: ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα σε πολλές χώρες. Σε πολλές περιπτώσεις έχει ξεπεράσει ακόμη και τα υψηλά που είχαν καταγραφεί στην πολεμική περίοδο. Κι αυτό χωρίς να προστεθούν οι ανησυχίες για ενδεχόμενες επιπτώσεις στους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα και τα υποχρηματοδοτούμενα συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά προγράμματα.
Ορισμένοι λένε ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας υποδεικνύοντας τις εκρήξεις ανάπτυξης που ακολούθησαν τους παγκόσμιους πολέμους. Τα σημερινά χρέη, όμως, δεν θα αντιμετωπιστούν με ραγδαία ανάπτυξη της προσφοράς από τη μεταπολεμική αποστράτευση και με ανάπτυξη από την άρση των πολεμικών περιορισμών.
Για να είμαστε σαφείς, κανείς δεν θα πρέπει να υποστηρίζει τη σταθεροποίηση του χρέους, πόσο μάλλον τη μείωσή του, μέχρις ότου επιτευχθεί πιο σταθερά εδραιωμένη ανάπτυξη – εάν εξακολουθεί να υπάρχει αυτή η επιλογή.
Οι χώρες της περιφέρειας στην ευρωζώνη, στην καλύτερη περίπτωση, έχουν ευκαιριακή πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, ενώ αντιμετωπίζουν και υψηλό κόστος δανεισμού. Έτσι, οι εναλλακτικές τους είναι περιορισμένες.
Παρ’ όλα αυτά, δεδομένου του σημερινού ύψους του δημόσιου χρέους, η ενίσχυση των αναπτυξιακών κινήτρων θα πρέπει να γίνεται επιλεκτικά και με προσοχή. Η μεγαλύτερη τροχιά δανεισμού δικαιολογείται, δεδομένων της αδύναμης ζήτησης και των χαμηλών επιτοκίων, όταν οι κυβερνήσεις μπορούν να προσδιορίσουν έργα υποδομών με υψηλές αποδόσεις.
Ο δανεισμός για τη χρηματοδότηση παραγωγικών υποδομών δημιουργεί δυναμική μακροχρόνιας ανάπτυξης, μειώνοντας τελικά τον λόγο χρέους. Αυτήν τη θέση την υποστηρίζουμε με συνέπεια από την αρχή της κρίσης.
Οι υπερκεϊνσιανιστές θα προχωρούσαν περαιτέρω εγκαταλείποντας κάθε πρόσχημα ανησυχίας για τη μακροπρόθεσμη μείωση του χρέους. Αυτή η θέση κερδίζει έδαφος τους τελευταίους μήνες, καθώς προκύπτουν νέες ενδείξεις κάμψης στην ανάπτυξη. Για να παραφράσω το Star Trek, ωθούν τις κυβερνήσεις να πάνε «εκεί που δεν έχει πάει ποτέ κανείς». Το βασικό επιχείρημα είναι ότι με τα χαμηλά επιτόκια κάνουν τον δανεισμό τσάμπα.
Δυστυχώς, οι υπερκεϊνσιανιστές απορρίπτουν τον κίνδυνο αύξησης των πραγματικών επιτοκίων. Κανείς δεν κατανοεί πλήρως γιατί τα επιτόκια έχουν πέσει μέχρι τώρα τόσο γρήγορα, και ως εκ τούτου κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για πόσο καιρό θα διατηρηθούν στο σημερινό χαμηλό τους επίπεδο.
Ο ίδιος ο Τζον Κέινς έγραψε το «How to Pay for the War» το 1940 ακριβώς επειδή δεν αδιαφορούσε για τα μεγάλα ελλείμματα – ακόμη και εάν έγιναν υποστηρίζοντας μία τόσο ευγενική ιδέα όπως τον πόλεμο για την επιβίωση. Το χρέος είναι μία μεταβλητή που κινείται αργά, που δεν μπορεί -και σε γενικές γραμμές δεν πρέπει- να μειωθεί πολύ γρήγορα. Όμως, τα επιτόκια μπορούν να αλλάξουν γρήγορα.
Είναι αλήθεια, η έρευνα έχει προσδιορίσει παράγοντες που θα μπορούσαν να συνδυαστούν ώστε να εξηγηθεί η απότομη μείωση των επιτοκίων. Η μεγαλύτερη ανησυχία για δυνητικά καταστροφικά γεγονότα, όπως νέες μελλοντικές οικονομικές καταρρεύσεις, ίσως ωθεί σε χαμηλότερα επίπεδα τα επιτόκια. Παρομοίως, ο αρνητικός συσχετισμός μεταξύ των αποδόσεων των μετοχών και των μακροπρόθεσμων ομολόγων, ενώ κατά γενική ομολογία είναι αρκετά ασταθής, καθιστά τα ομόλογα ασφαλέστερη επιλογή.
Οι κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων αγορών της Ασίας αγόραζαν πολλούς τίτλους των προηγμένων οικονομιών και τώρα η Ιαπωνία αγοράζει και πάλι. Μπορεί, όμως, να θεωρήσει κανείς ότι αυτοί οι παράγοντες θα διατηρήσουν επ’ αόριστον τις αποδόσεις σε χαμηλά επίπεδα;
Οι οικονομολόγοι δεν έχουν ιδέα για το πόσος καιρός θα χρειαστεί μέχρις ότου τα επιτόκια αρχίσουν να αυξάνονται. Εάν δεχθεί κανείς ότι ίσως να υπάρχει – μικρή έστω – πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων μέσα στην επόμενη δεκαετία, τότε τα σχέδια για απεριόριστη ανοιχτή εκτίναξη χρεών θα πρέπει να οδηγούν σε περισυλλογή.
Τι μπορεί να γίνει; Πρέπει να θυμόμαστε ότι η επιλογή δεν είναι απλώς μεταξύ αυστηρής λιτότητας και ελεύθερων δαπανών. Οι κυβερνήσεις έχουν μεγάλη γκάμα επιλογών. Είναι ώρα να ξαναδούμε τη φαρέτρα τους.
Πρώτον και κυριότερο, οι κυβερνήσεις πρέπει να είναι έτοιμες για διαγραφή χρεών αντί να συνεχίζουν να τα απορροφούν. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται στο χρέος πρώτης εξασφάλισης των αφερέγγυων χρηματοοικονομικών οργανισμών, στο χρέος των χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης και στα ενυπόθηκα δάνεια των ΗΠΑ. Ειδικότερα για την Ευρώπη, για να υπάρξει ένα λογικό τέλος στην κρίση, θα πρέπει κάποια στιγμή να υπάρξει μία μεγάλη μεταφορά από τη Γερμανία προς την περιφέρεια. Όσο ταχύτερα γίνει αυτό αντιληπτό, τόσο γρηγορότερα η Ευρώπη θα μπορέσει να βρει το δρόμο προς ένα σταθερό αναπτυξιακό μονοπάτι.
Υπάρχουν και άλλα εργαλεία. Η αποκαλούμενη «χρηματοοικονομική ύφεση» μία αδιαφανής μορφή φορολογίας (πρωτίστως στους αποταμιευτές), μπορεί να εφαρμοστεί και σε κάποιο χρηματοοικονομικό οργανισμό κοντά σας.
Στην απλούστερη μορφή της, οι κυβερνήσεις στοιβάζουν χρέη στα εγχώρια συνταξιοδοτικά ταμεία, τις ασφαλιστικές εταιρίες και τις τράπεζες. Η Ευρώπη ήδη βρίσκεται σε αυτό το σημείο, όπου έχει επίσης βρεθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Το «How to Pay for the War» γράφτηκε κυρίως για να δημιουργήσει συνειδητοποιημένο κοινό αναφορικά με το χρέος. Διαβάστε τον πραγματικό Κέινς, μην παπαγαλίζετε τον Κέινς, για να κατανοήσετε το μέλλον.
Ένας εξ ημών προσέλκυσε τα πυρά επειδή προέβλεψε ήπια υψηλότερο πληθωρισμό (περίπου 4%-6% για λίγα χρόνια) από την στιγμή που θα ξεπεραστεί η κρίση. Παρόλα αυτά, σε μία πρωτοφανή κρίση για τα τελευταία 75 χρόνια, οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να σπαταλήσουν λίγο την αξιοπιστία τους για να χαλαρώσει το χρέος στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα και να επιταχυνθεί η διαδικασία μείωσης των πραγματικών τιμών των κατοικιών και το ευρύτερο real estate.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει πάντα να είναι μέρος της λύσης. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, το πόρισμα της διακομματικής επιτροπής Simpson-Bowles περιελάμβανε κάποιες πολλά υποσχόμενες ιδέες για την απλούστευση του φορολογικού κώδικα.
Υπάρχει ακαδημαϊκή συζήτηση για τους κινδύνους που εγκυμονούν από το υψηλό χρέος. Παραμένουμε πεπεισμένοι ότι η κρατούσα άποψη σε αυτό το σημείο είναι πως το υψηλό χρέος σχετίζεται με χαμηλότερη ανάπτυξη. Ας μην πέσουμε στην παγίδα και πιστέψουμε ότι τα σημερινά υψηλά χρέη δεν είναι πρόβλημα. Ακόμη και ο Κέινς δεν περιφρονούσε το υψηλό χρέος. Γιατί να το κάνουμε εμείς;”
Διαβάστε επίσης:
Πηγή Euro2day