Σε συνέντευξη που παραχώρησε στη Deutsche Welle στο περιθώριο ημερίδας για τις δυνατότητες εξόδου της Ελλάδας στις αγορές που διοργάνωσε στη Φρανκφούρτη το περιοδικό Economist ο Λαρς Φελντ τόνισε:
«Κάποια συμφωνία θα πρέπει να υπάρξει στις 15 Ιουνίου, ακόμη κι αν είναι μόνον τυπική. Δεν πιστεύω όμως ότι στις 15 θα αποφασιστούν ήδη μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Κατά συνέπεια αυτό θα σημαίνει ότι το ΔΝΤ δεν θα είναι διατεθειμένο να διαθέσει πόρους και άλλα δάνεια στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει μια συμβιβαστική φόρμουλα, βάσει της οποίας το ΔΝΤ θα παραμείνει τυπικά στο πρόγραμμα, αλλά θα εκταμιεύσει χρήματα το 2018. Αυτό είναι στα όρια του εφικτού. Η πρόταση κατατέθηκε ήδη κατά την τελευταία συνάντηση, αλλά η Ελλάδα δεν μπορούσε να την αποδεχτεί. Τώρα όμως ενδεχομένως να βρεθεί λύση προς αυτή την κατεύθυνση».
Ο Λαρς Φελντ που ανήκει στο λεγόμενο Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης, τόνισε χαρακτηριστικά «Βλέπουμε ήδη τώρα ένα απροσδόκητα υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο δεν περιμέναμε. (…) Εάν παραμείνει σε αυτή την τροχιά, δεν αποκλείεται να πετύχει η Ελλάδα και το 2017 ένα μεγάλο πλεόνασμα και αυτό θα έδειχνε και στο ΔΝΤ ότι υπάρχουν μεγαλύτερες δυνατότητες απ΄ότι προβλέπει. Και, εάν προχωρήσουν και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τότε μπορούν να γίνουν διαφορετικές εκτιμήσεις για την πορεία της ανάπτυξης. Υπό αυτή την έννοια η ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους δεν είναι τόσο μεγάλη όσο την αξιώνει το ΔΝΤ. Ακόμη και η ελληνική πλευρά ζητά πλέον μικρές παρεμβάσεις για το χρέος, όπως την παράταση της διάρκειας των δανείων. Εν τέλει πρόκειται για μέτρα, που στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης, μπορούν να γίνουν αποδεκτά από την πλευρά των ευρωπαίων εταίρων και του ESM».
Ποιά είναι όμως επί της αρχής η θέση των «5 σοφών» στην αξίωση για περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης του χρέους;
«Κατά την άποψή μου η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι τόσο σοβαρή όσον αφορά το χρέος, όσο την παρουσιάζει το ΔΝΤ. Το Ταμείο κάνει προβλέψεις, για παράδειγμα για την ανάπτυξη, που είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξες. Ίσως θα έπρεπε λοιπόν να δει κανείς τον επόμενο χρόνο κατά πόσον όλα αυτά είναι εφικτά».