Η πολιτική αστάθεια της Γαλλίας επηρεάζει τις τράπεζες της χώρας προκαλώντας τον κίνδυνο να μεταδοθεί, καθώς ανάμεσα τους βρίσκονται οι μεγαλύτεροι πιστωτές παγκοσμίως, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg.
Η απόφαση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να διεξαγάγει πρόωρες βουλευτικές εκλογές (30 Ιουνίου- 7 Ιουλίου) αυξάνει τον κίνδυνο εγχώριας οικονομικής αστάθειας. Μέσω της αστάθειας τραπεζών της Γαλλίας, όμως, κινδυνεύει επίσης με παγκόσμια τραπεζική “τάξη”.
Οι γαλλικές τράπεζες είναι οι τέταρτοι μεγαλύτεροι διεθνείς δανειστές, μετά την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, με σχεδόν 2 τρισ. δολάρια ξένων απαιτήσεων στους ισολογισμούς τους, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών.
Οι τράπεζες του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Γερμανίας έχουν δανείσει τα περισσότερα δάνεια στη Γαλλία, με το Ηνωμένο Βασίλειο να δανείζει 400 δισ. δολάρια και τις υπόλοιπες περίπου 200 δισ. δολάρια η καθεμία, σύμφωνα με το Bloomberg.
Από την άλλη πλευρά, ο μεγαλύτερος οφειλέτης των γαλλικών τραπεζών είναι οι ΗΠΑ, με δάνεια άνω των 500 δισ. δολαρίων, ακολουθούμενες από την Ιταλία, την Ιαπωνία και τη Γερμανία. Οι αριθμοί δεν είναι ασήμαντοι και θα μπορούσαν να δημιουργήσουν οικονομικές διακυμάνσεις πέραν της Γαλλίας, εάν τα δάνεια δεν μπορούν να ανακυκλωθούν ή να αποπληρωθούν.
Περίπου το ήμισυ των διεθνών δανείων των γαλλικών τραπεζών είναι σε τοπικό νόμισμα, δηλαδή σε ευρώ, ενώ το άλλο μισό πιθανότατα κυρίως σε δολάρια. Ένα σημείο που θα πρέπει να προσέξει κανείς για ενδεχόμενες ικονομικές πιέσεις θα είναι οι ανταλλαγές βάσης σε ευρώ.
Μια ανταλλαγή βάσης είναι η έκπτωση επί του βραχυπρόθεσμου επιτοκίου που λαμβάνει ένας δανειστής ευρώ όταν δανείζεται δολάρια. Αυτά έχουν διευρυνθεί κάπως από τότε που ο Μακρόν ανακοίνωσε τις εκλογές, υποδηλώνοντας μεγαλύτερη ζήτηση για χρηματοδότηση σε δολάρια.