Στα περσινά επίπεδα κινείται το ποσοστό της μείωσης των πωλήσεων της χειμερινής εκπτωτικής περιόδου. Μία στις τρεις επιχειρήσεις εμφάνισε απώλεια τζίρου μεγαλύτερη του 40%, μία στις δέκα 31% με 40% και μία στις πέντε 21% με 30%.
Αυτό προκύπτει από τη φετινή έρευνα, που πραγματοποιεί το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας.
Τα συμπεράσματα της ΕΣΕΕ είναι πως ήταν “φτωχό” το αποτέλεσμα των εκπτώσεων για το σύνολο της αγοράς, καθώς εκτιμάται ότι η μείωση στον τζίρο των επιχειρήσεων ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι η μεσοσταθμική μείωση της αγοραστικής κίνησης το 2016 σε σχέση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2015 κυμαίνεται στα επίπεδα του -20,8%, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί πως ο εκτιμώμενος τζίρος για τη χειμερινή εκπτωτική περίοδο θα διαμορφωθεί το 2016 περίπου στα 4,49 δισ. ευρώ, καταγράφοντας απώλειες 1,18 δισ. ευρώ σε σχέση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2015.
Από την έρευνα που πραγματοποίησε και εφέτος το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ για τις χειμερινές εκπτώσεις και διερεύνησε τη στάση και τις απόψεις των εμπόρων για το άνοιγμα των Κυριακών προκύπτει ότι, αν και οι έμποροι της λιανικής είχαν ως στόχο κατά τη διάρκεια των χειμερινών εκπτώσεων να πλησιάσουν τα επίπεδα του περυσινού τζίρου, αυτό δεν ήταν εφικτό.
«Βρισκόμαστε σε μία πολύ αμήχανη θέση να αναφέρουμε κάθε χρόνο την τελευταία εξαετία ότι η κατάσταση στην αγορά είναι όχι απλά δύσκολη, αλλά εξαιρετικά περιοριστική για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Ούτε οι εκπτώσεις κατάφεραν να δώσουν την ανάσα που χρειάζεται η αγορά, ενώ τα περιθώρια ανάκαμψης στενεύουν απελπιστικά. Ο αποπληθωρισμός συνεχίζεται για 35ο μήνα και όλα δείχνουν ότι θα συνεχιστεί για πολύ ακόμα, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα συμπιέζεται διαρκώς σε ένα ασταθές φορολογικό περιβάλλον», δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης. Μάλιστα, όπως εξηγεί, η έντονη πτώση στις τιμές ένδυσης και υπόδησης καθιστά πλέον φανερό το μέγεθος των πιέσεων που έχει ασκηθεί στο συγκεκριμένο κλάδο του λιανικού εμπορίου τα τελευταία χρόνια.
«Όμως, το αποτέλεσμα είναι οι φετινές χειμερινές εκπτώσεις να περάσουν σχεδόν απαρατήρητες για τους εμπόρους και αδιάφορες για τους καταναλωτές» προσθέτει ο ίδιος.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιεί κάθε χρόνο το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, σε συνεργασία με τους Εμπορικούς Συλλόγους, καθώς και με στοιχεία από μικρομεσαίες και μεγαλύτερες εμπορικές επιχειρήσεις από όλη τη χώρα, προκύπτει ότι η αρχή του 2016 δεν ήταν η αναμενόμενη, αν και για τις περισσότερες επιχειρήσεις (42%) το ποσοστό της έκπτωσης κυμάνθηκε μεταξύ 20% και 40%, ενώ μία στις τέσσερις επιχειρήσεις πραγματοποιούσε πωλήσεις με ποσοστό έκπτωσης άνω του 40%.
Το αποτέλεσμα είναι μία στις τρεις επιχειρήσεις σε σύγκριση με το 2015 να εμφανίζει απώλεια του τζίρου της. Μάλιστα, το ποσοστό αυτό είναι αρκετά μεγαλύτερο σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο. Μία στις τρεις επιχειρήσεις εμφάνισε απώλεια τζίρου μεγαλύτερη του 40%, μία στις δέκα 31% με 40% και μία στις πέντε 21% με 30%. Ενώ το ποσοστό αυτών που δήλωσαν ότι οι εκπτώσεις του 2016 ήταν καλύτερες σε σύγκριση με την περσινή περίοδο είναι εξαιρετικά μικρό (2%).
Οι έμποροι σε ποσοστό 48,3% δήλωσαν ότι η καλύτερη περίοδος των χειμερινών εκπτώσεων ήταν από τις 15/1/2016 έως 31/1/2016, ακολουθεί η περίοδος 1/2/2016 έως 15/2/2016 με ποσοστό 43,31% και τέλος η περίοδος 16/2/2015 έως το τέλος των εκπτώσεων.
Για τα καταστήματα που άνοιξαν την Κυριακή 17 Ιανουαρίου παρατηρείται ότι η πλειονότητα των επιχειρηματιών, της τάξης του 87%, πιστεύει ότι το άνοιγμα του καταστήματος την Κυριακή δεν επηρέασε το συνολικό τζίρο της χειμερινής εκ πτωτικής περιόδου και μόλις το 13% δηλώνει ότι επηρέασε θετικά το συνολικό ύψος των πωλήσεων.
Τέλος, στην ερώτηση, με ποιον τρόπο καλύπτουν οι επιχειρηματίες την ανάγκη απασχόλησης προσωπικού, μόλις το 3% δηλώνει ότι έχει προσλάβει επιπλέον υπάλληλο. Η πλειονότητα σε ποσοστό 78% έχει επωμιστεί προσωπικά την κάλυψη της συγκεκριμένης ανάγκης και το υπόλοιπο 19% των επιχειρήσεων έχει επεκτείνει το ωράριο των ήδη υπαρχόντων υπαλλήλων. Οι μεταβολές του ποσοστού της μείωσης των πωλήσεων σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος κινείται στα ίδια επίπεδα με πέρσι. Μία στις τρεις επιχειρήσεις εμφάνισε απώλεια τζίρου μεγαλύτερη του 40%, μία στις δέκα 31% με 40% και μία στις πέντε 21% με 30%.