Μήνυμα για φειδώ στις φορολογικές παρεμβάσεις που έχουν μόνιμο χαρακτήρα έστειλε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, σημειώνοντας ότι ναι μεν η οικονομία πάει καλά, αλλά ένα σημαντικό μέρος από τις αιτίες αυτής της πορείας έχει συγκυριακό χαρακτήρα.
Παράλληλα, από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής σημειώνεται ότι παρατηρείται σημαντική μείωση στον αριθμό των εκκρεμών συντάξεων το 2ο τρίμηνο του 2021, σε σύγκριση με το αντίστοιχο 3μηνο του 2020. Συγκεκριμένα ο αριθμός των εκκρεμών συντάξεων ανέρχεται σε 130.510 έναντι 176.445 στο τέλος του 2ου τριμήνου πέρυσι.
Στα βασικά σημεία της έκθεσης εκτός των άλλων σημειώνεται η σημαντική πτώση της ανεργίας κατά σχεδόν τρεις ποσοστιαίες μονάδες, ενώ οι εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας το 3ο τρίμηνο του 2021 εμφανίζονται θετικές.
Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής αναφέρεται επίσης ότι «η ελληνική οικονομία κατέγραψε υψηλό ρυθμό μεγέθυνσης 16,2% κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους (έναντι 14,3% στην Ευρωζώνη) επιστρέφοντας ουσιαστικά στο επίπεδο του 2019. Συγκρίνοντας και τα υπόλοιπα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη με το 2019, διαπιστώνουμε ότι η ανεργία έχει μειωθεί, ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει διευρυνθεί. Αξίζει, επίσης, να τονιστεί ότι ο επιτυχής δανεισμός του δημοσίου από τις διεθνείς αγορές συνεχίστηκε και κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2021, ενώ αναβαθμίστηκε και η πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου».
Ειδική αναφορά υπάρχει και στο σκέλος της ανεργίας. Χαρακτηριστικά το Γραφείο Προϋπολογισμού σημειώνει «η ανεργία τον μήνα Ιούλιο, σε εποχικά διορθωμένους όρους, ήταν στο 14,2%, δηλαδή τρεις μονάδες κάτω από τον Ιούλιο του 2019. Αυτό αποτελεί μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, κυρίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότερες αναστολές εργασίας είχαν ήδη αποσυρθεί στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, από την άλλη, παραμένει υψηλό κατά το δεύτερο τρίμηνο (7,5 δισ.) και έχει διευρυνθεί από το ήδη αυξημένο επίπεδο που είχε καταγράψει το 2020 (7,1 δισ.) σε σχέση με το 2019 (4,1 δισ.).
Τέλος, ο πληθωρισμός έχει περάσει σε θετικό έδαφος από τον Ιούνιο φτάνοντας το 1,2% τον Αύγουστο. Η αυξητική τάση που παρουσιάζει διεθνώς δεν είναι ακόμα σαφές αν θα περιοριστεί στη βραχυχρόνια περίοδο ή θα υπάρξει διάρκεια. Στην πρώτη περίπτωση – και εφόσον δεν αναπροσαρμοστούν ανάλογα τα εισοδήματα – θα υπάρξει μια μείωση της αγοραστικής δύναμης που θα πλήξει περισσότερο τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Στη δεύτερη περίπτωση, η μείωση της αγοραστικής δύναμης θα επιδεινωθεί και επιπρόσθετα θα αυξηθεί η πιθανότητα μεταστροφής της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ – χάρη στην οποία το ελληνικό δημόσιο αντιμετωπίζει ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια δανεισμού».
Αναφορικά με την πορεία της οικονομίας σημειώνεται ότι «η πορεία των βραχυχρόνιων δεικτών οικονομικής δραστηριότητας και προσδοκιών υποδηλώνουν ότι η ανάκαμψη θα συνεχιστεί και το γ’ τρίμηνο του 2021. Η σχετικά γρήγορη επαναφορά της ελληνικής οικονομίας δεν θα πρέπει να λειτουργήσει καθησυχαστικά καθώς στηρίζεται σε έκτακτους παράγοντες που δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθούν μεσοπρόθεσμα, όπως η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω της πανδημίας (PEPP) της ΕΚΤ.
Η επαναλειτουργία των περισσότερων οικονομικών δραστηριοτήτων, από την πλευρά της προσφοράς, σε συνδυασμό με τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, από την πλευρά της ζήτησης, λειτούργησαν συμπληρωματικά προς την κατεύθυνση της επιτάχυνσης του ρυθμού μεγέθυνσης. Ωστόσο, αφενός οι αποταμιεύσεις είναι πεπερασμένες, αφετέρου η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα αναστραφεί με την λήξη των έκτακτων μέτρων. Επιπρόσθετα, ο κίνδυνος μιας αναζωπύρωσης της πανδημίας δεν έχει εκλείψει οριστικά. Με αυτά τα δεδομένα, τονίζουμε την ανάγκη παρακολούθησης των βασικών μεγεθών πριν τη λήψη αποφάσεων συνέχισης της επεκτατικής οικονομικής πολιτικής με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα».