Μέχρι πρόσφατα, ο πληθωρισμός που αποδυναμώνει δραματικά την αγοραστική δύναμη των μικρομεσαίων εισοδημάτων (μισθοί, συντάξεις, κ.α.), έχει συγκεντρώσει την προσοχή των καταναλωτών στις βασικές δαπάνες επιβίωσης όπως τα τρόφιμα, τα ενοίκια, οι μεταφορές, ρεύμα και θέρμανση. Αυτός ο πληθωρισμός «μετριέται» με τον Γενικό Δείκτη Καταναλωτή (ΔΤΚ) που τα περιλαμβάνει όλα, σταθμισμένα όμως με τον τρόπο που η ΕΛΣΤΑΤ θεωρεί σωστό. Άλλο είναι βέβαια αν οι καταναλωτές συμφωνούν με τα κριτήρια της ΕΛΣΤΑΤ…
Γι’ αυτό και παλιότερα στα ΜΜΕ είχε χρησιμοποιηθεί ένας όρος που περιέγραφε περισσότερο από τον κλασικό ΔΤΚ, τον «πόνο» του καταναλωτή στις αρχές και στο τέλος του μήνα.
Αυτός ο όρος ήταν ο λεγόμενος «αντιληπτός πληθωρισμός» και μετριόταν με βάση αυτά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορούσαν την καθημερινή επιβίωση. Και ήταν ανελαστικά όσο αφορά την ζωή του καταναλωτή και της μέσης οικογένειας.
Αν λάβει κανείς υπόψη του το γεγονός ότι – σύμφωνα με την Eurostat – το 26% του πληθυσμού στην Ελλάδα ζει στα όρια της φτώχειας ή κάτω από αυτά, γίνεται φανερό ότι ο «αντιληπτός πληθωρισμός» είναι αυτό που μετράει τον πραγματικό «πόνο» που αισθάνεται ο καταναλωτής μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει.
Ο αντιληπτός πληθωρισμός και η …πίστωση.
Η διαφορά του «αντιληπτού πληθωρισμού» με τον ΔΤΚ είναι ότι σ’ αυτόν ο καταναλωτής συσσωρεύει όλες εκείνες τις καθημερινές επιβαρύνσεις που πολλές από αυτές δεν «μετριούνται» από την ΕΛΣΤΑΤ και δεν φτάνουν ποτέ στις καταγραφές των συνεργείων παρακολούθησης τιμών. Πρόκειται για πολλά καθημερινά προϊόντα και μικροϋπηρεσίες που περνάνε κάτω από τον πήχη της στατιστικής παρακολούθησης και αφαιρούν ένα σημαντικό μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος.
Μία από αυτές της «άγραφες» επιβαρύνσεις αφορά ένα εργαλείο επιβίωσης στο οποίο μεγάλο μέρος των καταναλωτών καταφεύγει για τις αγορές του μετά τα μέσα του μήνα, όταν ο μισθός, η σύνταξη ή ότι άλλο έχει για να ζει, έχει εξαντληθεί.
Ναι σωστά μαντέψατε, μιλάμε για τις πιστωτικές κάρτες.
Εκεί ο κρυφός πληθωρισμός λειτουργεί με δύο τρόπος και κάνει την αρχική τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας ,που αγοράζετε… αγνώριστη.
Κατ’ αρχήν το επιτόκιο της πιστωτικής κάρτας, με εξαίρεση, αν δεν κάνουμε λάθος, μία τράπεζα, είναι από 17% και πάνω (!). Αν μάλιστα κάνεις το λάθος να κάνεις ανάληψη χρημάτων για αγοράσεις ή καλύψεις μία υποχρέωση, πάμε στο 21% – 23%. Που ανατοκίζεται σαν κεφάλαιο (ο τόκος) κάθε μήνα.
Η πιστωτική κάρτα «μεταβάλει» τις τιμές.
Κατά δεύτερον η τιμή της αγοράς του προϊόντος, εφόσον πληρωθεί με κάρτα, μετά από ένα μήνα, αυτομάτως έχει αυξηθεί κατά το ποσό του επιτοκίου. Τομ τρίτο μήνα αυξάνεται ακόμα περισσότερο και ούτω καθ’ εξής, καταλήγεις κάποια στιγμή στο τέλος του μήνα να πρέπει να διαλέξεις τι θα πληρώσεις το ενοίκιο ή την κάρτα…
Μικρότερης κλίμακας επιβαρύνσεις από άλλες περιοχές των καθημερινών συναλλαγών, που δεν μετριούνται από την ΕΛΣΤΑΤ, ή και να μετριούνται η στάθμισή τους στον συνολικό μέγεθος είναι διαφορετική ανάμεσα στις διαστρωματώσεις των μικρομεσαίων εισοδημάτων, διογκώνουν τον «αντιληπτό πληθωρισμό» ο οποίος αριθμητικά είναι πάντα πολλαπλάσιος από τον ΔΤΚ της ΕΛΣΤΑΤ.
Το πρόβλημα είναι πλέον πολύ έντονο, σε σημείο να υποχρεώνεται και το πολιτικό σκηνικό να ασχολείται μαζί του, αλλά και οι οικονομολόγοι. Και όχι μόνο στην Ελλάδα.
Ακόμα και στις ΗΠΑ το γνωστό και έγκυρο οικονομικό ΜΜΕ Bloomberg, εισήγαγε πρόσφατα ένα νέο όρο για τον πληθωρισμό, που θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μέρος του «αντιληπτού πληθωρισμού». Πρόκειται για τον λεγόμενο anti-core πληθωρισμό, δηλαδή ένα δείκτη (που υπολογίζεται η ακριβής τιμή του) στον οποίο περιλαμβάνονται τα μεγέθη που αποφεύγουν να μετρήσουν για να διαμορφώσουν την επιτοκιακή τους πολιτική οι κεντρικές τράπεζες, τα λεγόμενα ευμετάβλητα, ήτοι τα τρόφιμα και την ενέργεια.
Ο anti-core πληθωρισμός
Ε’ λοιπόν ο anti-core πληθωρισμός δεν είναι άλλο από τον πληθωρισμό ενέργειας – τροφίμων και κάποιων άλλων ευμετάβλητων – συνήθως πάντα προς τα πάνω – προϊόντων και υπηρεσιών.
Γιατί επιλέχθηκε να υπολογισθεί κι αυτός ο δείκτης; Μα γιατί μέσα στο προεκλογικό κλίμα στις ΗΠΑ, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τον «πόνο» των καταναλωτών που ακούνε ότι ο πληθωρισμός «πέφτει» αλλά οι τιμές εξακολουθούν να βρίσκονται σε τέτοια ύψη που τα διαθέσιμα εισοδήματά τους δεν επιτρέπουν να βγάλουν τον μήνα χωρίς να καταφύγουν στις πιστωτικές κάρτες.
Για τις Κεντρικές Τράπεζες δεν λέμε τίποτα… αυτές συνεχίζουν να προσέχουν τους δείκτες πληθωρισμού, που αφορούν μόνο τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των οποίων οι τιμές «κολλάνε» και μεταβάλλονται δύσκολα. Εξ ού και ο core πληθωρισμός, ή ακόμα περισσότερο ο super core πληθωρισμός με βάση τον οποίων καταλήγουν στο αν θα πρέπει να μειώσουν ή όχι τα επιτόκια, είτε ο ΤΔΚ έχει πέσει είτε όχι.
Στο μεταξύ όμως η πιστωτική κάρτα στα χέρια του καταναλωτή αλλάζει την τελική τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας που αγοράζει. Και κανένας δεν «μετράει» το πόσο αυτή η απλή διαδικασία μειώνει τον αριθμό των ημερών μέχρι να εξαντληθεί το μηνιάτικο διαθέσιμο εισόδημα…