Έχουμε δεσμευτεί πως από τη στήλη αυτή θα βλέπουμε, θα αναλύουμε και θα προσεγγίζουμε τα διάφορα ζητήματα με ψύχραιμη ματιά (στο μέτρο του δυνατού), νηφάλια και με σκοπό την ανάδειξη της αληθινής τους διάστασης και του πραγματικού τους περιεχομένου.
Τούτων λεχθέντων, για την επιστολή Τσκαλώτου θα διακρίνουμε δύο πλευρές. Η πρώτη είναι εκείνη που αναφέρεται ψυχρά στο περιεχόμενο χωρίς συμβολισμούς και ερμηνείες, που είναι η δεύτερη προσέγγιση.
Όσον αφορά λοιπόν στην πρώτη προσέγγιση και για όσους έχουν διαβάσει τα μνημόνια, δεν υπάρχει κάτι καινούριο, τίποτε διαφορετικό, ούτε για τον κόφτη, ούτε για τη διάθεση των πλεονασμάτων της υπεραπόδοσης. Στο σημείο αυτό αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι για να ενεργοποιηθεί ο κόφτης το πρωτογενές πλεόνασμα, δεν πρέπει να είναι χαμηλότερο από το 0.5% του ΑΕΠ, αλλά από το 0,25% γιατί προβλέπεται μία απόκλιση της τάξη του 0,25% από το στόχο. Αν δηλαδή το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος είναι 0,26% του ΑΕΠ δεν ενεργοποιείται ο κόφτη, ενώ αρχίζει να κόβει δαπάνες αν είναι 0,24%.
Τώρα ως προς το σκέλος το συμβολικό, θα μπορούσε κανείς να κάνει λόγο για ήττα της κυβέρνησης στην αντιπαράθεσή της με τον Σόιμπλε (τα περί μειωτικής, ατιμωτικής κλπ επιστολής δεν είναι παρά διαβαθμίσεις χαρακτηρισμών αντιπολιτευτικής επικοινωνίας).
Και είναι ήττα για έναν απλούστατο λόγο. Είχαν προηγηθεί …περήφανες δηλώσεις του τύπου θα διαθέτουμε όπου θέλουμε τα πλεονάσματα, δεν θα ρωτάμε κανένα, που με την επιστολή η Τσκαλώτου η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αναιρέσει.
Αντί να σηκώσει το γάντι που πέταξε Σόιμπλε με τέτοιες ….υπερήφανες, ως και αντιμνημονιακής χροιάς, δηλώσεις, θα μπορούσε να περιοριστεί στην επίθεση κατά του Σόιμπλε, να αναδείξει τον αντιευρωπαϊκό ρόλο του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, ο οποίος σήμερα αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τη συνοχή της Ευρώπης, να τον κρίνει και να τον κατακρίνει για την μονομερή του ενέργεια.
Να αποφύγει δηλαδή δηλώσεις, που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας, γιατί πολύ απλά αυτή έχει καταλυθεί με το πρώτο κιόλας μνημόνιο και δυστυχώς καμία κυβέρνηση έκτοτε δεν έχει καταφέρει να αποκαταστήσει και δεν πρόκειται να αποκαταστήσει, όσο η οικονομία δεν αποκτά ισχυρούς και υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης και δεν βγαίνουμε αυτοδύναμα στις αγορές.
Ήταν δηλαδή ένα επικοινωνιακό λάθος, που τώρα με την επιστολή Τσακαλώτου γυρίζει μπούμερανγκ και τείνει να λειτουργήσει ως πολιτικό λάθος και αυτό θα συμβεί αν η αντιπολίτευση καταφέρει να περάσει το επικοινωνιακό μήνυμά της στο λαό.
Πάντως, όπως και να έχουν τα πράγματα, παρά την ήττα της κυβέρνησης σε επικοινωνιακό επίπεδο, είναι προτιμότερο που δόθηκε το επίδομα στους χαμηλοσυνταξιούχους και ¨πάγωσε¨ ο ΦΠΑ στα νησιά. Θα ήταν πολύ καλύτερα αν γίνονταν σε συνεννόηση με τους Θεσμούς, αλλά κάτι τέτοιο, όπως έχουμε ήδη γράψει, ήταν αδύνατο γιατί η κυβέρνηση θα εισέπραττε μία ψυχρή, κοφτή και σκληρή άρνηση και θα ήταν πολύ χειρότερο αν μετά από αυτή προχωρούσε σε μονομερή ενέργεια. Θα σήμαινε ¨πόλεμο¨ με τους δανειστές και ρήξη με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Συμπέρασμα. Καλώς δόθηκε το επίδομα, καλώς στάλθηκε η επιστολή Τσακαλώτου, αλλά ήταν πολύ κακή η επικοινωνιακή διαχείριση και οι …αντιστασιακές δηλώσεις του τύπου, δεν θα ρωτήσουμε κανένα για το που θα διαθέσουμε τα πλεονάσματα, γιατί πολύ απλά οι δηλώσεις αυτού του τύπου δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και γίνονται για κατανάλωση από το εσωτερικό ακροατήριο.