Η Ιρλανδία πετάει τις πατερίτσες. Και οι επενδυτές έχουν αποφασίσει ότι θα αρχίσει να τρέχει και δεν θα παραπέσει.
Το «περιφερειακό» κράτος της δυτικής ευρωζώνης, που πριν τρία χρόνια έφτασε στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης, αποφάσισε πρόσφατα να μην ζητήσει την βοήθεια της προστατευτικής πιστωτικής γραμμής, όταν εξέλθει από το μνημόνιο τον επόμενο μήνα. Οι αντιδράσεις των αγορών ήταν μάλλον αδιάφορες.
Η υποτονική τους αντίδραση, καταδεικνύει την πρόοδο που έχει κάνει η Ιρλανδία για την αποκατάσταση της οικονομίας της. Δείχνει ότι οι επενδυτές είναι βέβαιοι πως η ανάκαμψη έχει ακόμη πολύ χώρο να τρέξει και ότι το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 21 δισ. ευρώ το οποίο έχει συγκεντρώσει το Δουβλίνο, θα προστατεύσει την οικονομία από αναταραχές στις αγορές.
Οι ηγέτες της Ιρλανδίας δεν θα αποφάσιζαν να αποποιηθούν την βοηθητική πιστωτική γραμμή από τους εταίρους τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση «αν πίστευαν ότι υπάρχει οποιοσδήποτε κίνδυνος» σχολιάζει ο Michael Hasenstab, που επιβλέπει επενδυτικά κεφάλαια 190 δισ. δολ. στην Franklin Templeton, η οποία κατέχει πάνω από 9 δισ. ευρώ σε ιρλανδικά ομόλογα. «Και αν εκδηλωθούν απρόβλεπτα προβλήματα, θα μπορέσουν να βρουν έναν πιστωτικό μηχανισμό τότε, γιατί έχουν κάνει πολύ καλή δουλειά μέχρι στιγμής».
Η αισιοδοξία αυτή όμως θα μπορούσε να εξατμιστεί, αν η ιρλανδική ανάπτυξη δεν καταφέρει να ανεβάσει ρυθμούς, αν επανεμφανιστούν προβλήματα στο τραπεζικό σύστημα της χώρας ή αν η ευρωζώνη πληγεί από διεθνή αναταραχή που θα προκαλέσει το σχέδιο της αμερικανικής Federal Reserve να περιορίσει την παροχή άφθονης ρευστότητας.
Κάποιοι άλλοι μεγάλοι επενδυτές έχουν ρευστοποιήσει κέρδη κι έχουν μειώσει τις θέσεις τους στην Ιρλανδία. Η Loomis Sayles, που έχει έδρα στην Βοστώνη των ΗΠΑ, έχει πουλήσει όλες τις τοποθετήσεις της. «Με δεδομένη την άνοδο στην τιμή των ιρλανδικών ομολόγων στον απόηχο των προγραμμάτων στήριξης, σκεφτήκαμε ότι έχει έλθει η ορθή αποτίμηση και ότι είναι κατάλληλη εποχή για εμάς να αναζητήσουμε άλλες ευκαιρίες στην Ιρλανδία και αλλού,» σχολιάζει ο διαχειριστής του οίκου Brian Kennedy.
Ο Matthew Williams, αναλυτής της Carmignac Gestion, δήλωσε: “Η οικονομική ανάκαμψη της Ιρλανδίας είναι αποσπασματική και εύθραυστη και το δανειακό βάρος παραμένει μεγάλο, οπότε η εξίσωση ρίσκου-ανταμοιβής δεν έχει και πολύ προφανή λύση. Έχουμε μειώσει τα ανοιγματά μας σε ορισμένες ιρλανδικές τοποθετήσεις μας».
Παρ’ όλ’ αυτά οι πωλήσεις είχαν πολύ μικρή επίδραση στα ιρλανδικά επιτόκια. Το yield σε 10ετές ομόλογο που λήγει το 2020 είναι ελάχιστα υψηλότερο από το αρνητικό ρεκόρ του 3,1% του Μαΐου –και το κόστος δανεισμού του Δουβλίνου αισθητά χαμηλότερο από εκείνο της Μαδρίτης ή της Ρώμης.
Οι τραπεζίτες ισχυρίζονται ότι άλλοι διεθνείς αγοραστές αντικαθιστούν τα κεφάλαια εκείνα που ανέλαβαν ρίσκο στο κορύφωμα της ιρλανδικής κρίσης. «Εκείνοι που θα αποκαλούσαμε παραδοσιακοί επενδυτές σε αναδυόμενες αγορές ή πιστώσεις, αρχικά βοήθησαν να πέσουν τα yields και να επέλθει η σταθερότητα κι αυτό ενθάρρυνε νέους επενδυτές», εξηγεί ο Lee Cumbes της Barclays.
Τα ιρλανδικά 10ετή ομόλογα είναι «πιο πιθανό να συγκλίνουν με τα βελγικά, παρά με τα ιταλικά ή τα ισπανικά,» προβλέπει ο Philip Brown της Citigroup.
Την πτωτική πορεία των yields καθοδηγεί η ελπίδα ότι η αναβάθμιση από την Moody’s θα οδηγήσει σε επαναφορά της Ιρλανδίας σε αξιολόγηση της επενδυτικής κλίμακας (investment grade) από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας.
Τον Σεπτέμβριο η Moody’s μετέβαλε το outlook (προοπτική) της αξιολόγησης Ba1 της Ιρλανδίας από «αρνητικό» σε «σταθερό». Το αν θα γίνει όμως αναβάθμιση, θα εξαρτηθεί από την οικονομική πορεία της Ιρλανδίας, τονίζει η Kristin Lindow, επικεφαλής αναλύτρια του οίκου αξιολογήσεων στην Ιρλανδία. «Αν συνεχίσουν να πετυχαίνουν τους στόχους δημοσιονομικής προσαρμογής, θα είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Ο κύριος παράγοντας θα είναι μια επιστροφή στην ανάπτυξη, που θα είναι αρκετά δυναμική ώστε να θέσει το χρέος σε πτωτική τροχιά.»
Ένας κίνδυνος είναι μην τυχόν ξεφύγει από την πορεία της η μέτρια μέχρι στιγμής οικονομική ανάκαμψη. Ένας άλλος κίνδυνος είναι ότι χωρίς την επόπτευση από την ΕΕ, που θα συνόδευε μια βοηθητική γραμμή πίστωσης, οι Ιρλανδοί πολιτικοί μπορεί να μπουν στον πειρασμό να χαλαρώσουν τα ηνία των κρατικών δαπανών. Επιπλέον, τα τραπεζικά stress tests θα μπορούσαν να αποκαλύψουν πρόσθετες τρύπες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.
Κατά κοινή ομολογία, ο υψηλός συντελεστής του ιρλανδικού χρέους που βρίσκεται στα χέρια ξένων επενδυτών, αυξάνει τον κίνδυνο ξεπουλήματος, σε περίπτωση που οι διεθνείς αγορές ομολόγων διαγνώσουν νέα αστάθεια. Αλλά ο κ. Hasenstab της Franklin Templeton σχολιάζει: “Δεν ανησυχώ για την Ιρλανδία… Έχουν σημαντικό επιτοκιακό πλεονέκτημα σε σχέση με το μεγαλύτερο κομμάτι της Ευρώπης και εύρωστα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα. Είναι θέμα χρόνου να λάβουν την διεθνή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας που περιμένουν.»
Μια σημαντική δοκιμασία θα γίνει στις αρχές του επόμενου έτους, όταν η Ιρλανδία θα αρχίσει να αντλεί κεφάλαια από τις διεθνείς ομολογιακές αγορές. Το απόθεμα ρευστότητας της χώρας, ύψους 21 δισ. ευρώ, είναι επαρκές για να καλυφθούν οι κρατικές δαπάνες ως το 2015, αλλά το Δουβλίνο δεν θέλει να το αναλώσει τόσο γρήγορα- ειδικά αφού δεν θα υπάρχει η προστατευτική γραμμή πίστωσης. Ο οργανισμός διαχείρισης χρέους προσβλέπει να αντλήσει 6-10 δισ. ευρώ κατά την διάρκεια του 2014.
«Θα προκληθεί μεγάλη, ανοδική προσαρμογή στα επιτόκια ομολόγων; Δεν νομίζω γιατί τα αρχικά ποσά που θα αντληθούν θα είναι μικρά (ή αν θα είναι μεγάλα θα οφείλεται στο ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση», προβλέπει ο Gillian Edgeworth της UniCredit.
Ο Greg Kiss, ανώτατος αναλυτής Ιρλανδίας της Fitch Ratings, προσθέτει: “Είναι κρίσιμης σημασίας να έχει εξασφαλισμένη την χρηματοδότησή της για το 2014 η Ιρλανδία. Μπορεί να υπάρξει μια περίοδος μεταβλητότητας ή σοκ –και η Ιρλανδία πρέπει να είναι εξασφαλισμένη».
Διαβάστε επίσης:
Πηγή Euro2day