Ενα φάντασμα, το φάντασμα του Ντόναλντ Τραμπ πλανάται πάνω από την αξιολόγηση, θα λέγαμε παραφράζοντας την αρχή του “Κομμουνιστικού Μανιφέστου” του Μαρξ.
Στην αρχή κάποιοι το ψυχανεμίζονταν, μετά τη συνεδρίαση του διευθυντηρίου του ΔΝΤ στις 6 Φεβρουαρίου, είχαν αναπτερωθεί οι ελπίδες ότι ο νέος Αμερικανός πρόεδρος δεν πρόκειται να εμποδίσει το Ταμείο να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, αφού ο εκπρόσωπός του δεν παρουσίασε κάποιες θέσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι θα προβάλει αντιρρήσεις.
Ομως με την πάροδο του χρόνου και ιδίως μετά τις τελευταίες εξελίξεις, τις παράλογες -όπως τις χαρακτηρίζει η κυβέρνηση- απαιτήσεις του ΔΝΤ και προπαντός την εμμονή να μην εφαρμοστεί το πόρισμα των σοφών για τα εργασιακά και την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, παρότι συμμετείχαν δικοί του εκπρόσωποι και παρότι το επιθυμούν πλέον σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι (με εξαίρεση τον Σόιμπλε), της Κομισιόν προεξάρχουσας, αρχίζουν πλέον να γίνονται δεύτερες σκέψεις και να κερδίζει έδαφος στο εσωτερικό της κυβέρνησης η ιδέα ότι η Ελλάδα δεν αποκλείεται να χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο του Τραμπ με την Ευρωπαϊκή Ενωση και προπαντός τη Γερμανία.
Ολα αυτά σε συνδυασμό με τη δήλωση Σόιμπλε πως δεν πρόκειται να δοθεί η δόση χωρίς το ΔΝΤ, συνθέτουν την τέλεια παγίδα για την Ελλάδα, την οποία αν ο Ντόναλντ Τραμπ θελήσει να την αξιοποιήσει για δικούς του λόγους, θα προκαλέσει στην Ελλάδα τεράστια ζημιά και στην Ευρώπη ένα πολύ μεγάλο πλήγμα με απρόβλεπτες συνέπειες. Μάλιστα αυτό θα συμβεί ύστερα από τις δηλώσεις για ενότητα και κοινή πορεία, που έγιναν στη Ρώμη, εκθέτοντας έτσι τους Ευρωπαίους ηγέτες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του newsit.gr, το θέμα απασχολεί την κυβέρνηση σε πολύ υψηλό επίπεδο, αφού παρά τη δήλωση του Τραμπ “αγαπώ τους Ελληνες”, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι δεν θα χρησιμοποιήσει την ανόητη (ή μήπως σατανική;) δέσμευση του Σόιμπλε ότι δεν πρόκειται να δοθεί η δόση χωρίς το ΔΝΤ.
Υπάρχει διάχυτος πλέον ο φόβος και αυξάνεται διαρκώς, καθώς ο Τραμπ από τη μία πλευρά και ο Σόιμπλε από την άλλη, είναι πιθανό να προκαλέσουν μπλακ άουτ στις διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση και να οδηγήσουν τη χώρα σε επικίνδυνη περιδίνηση. Ο φόβος να γίνει η Ελλάδα η Ιφιγένεια αρχίζει να διαχέεται, λένε οι πληροφορίες, σε όλο και περισσότερα κυβερνητικά στελέχη και το χειρότερο είναι πως δεν υπάρχει διέξοδος στην περίπτωση που ο Τραμπ θελήσει να χρησιμοποιήσει το ελληνικό ζήτημα για να πλήξει τη Γερμανία.
Κι αυτό γιατί στις σημερινές προεκλογικές συνθήκες, είναι απίθανο η Μέρκελ να αδειάσει το Σόιμπλε και ο τελευταίος δεν αναμένεται να υποχωρήσει στο θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ. Εξάλλου, ο ίδιος έχει παραδεχτεί ότι θέλει την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης και έχει εργαστεί προς αυτή την κατεύθυνση. Τελευταίο επεισόδιο η δήλωση πριν από δύο μέρες πως η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι στο ευρώ αν δεν γίνει ανταγωνιστική.
Η μόνη λύση απεμπλοκής, που φαίνεται στον ορίζοντα, είναι να μετατεθούν τα εργασιακά για την τρίτη αξιολόγηση, αλλά και γι΄ αυτό οι πιθανότητες που υπήρχαν πριν από μία εβδομάδα, μειώθηκαν μετά τις διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες και το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας.
Στη σκηνικό που έχει δημιουργηθεί, δεν είναι τυχαία, λένε με νόημα, η δήλωση του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ότι είναι “ανεύθυνη ενέργεια αν δεν κλείσει η συμφωνία”. Μπορεί με την πρώτη ματιά να φαντάζει ακόμα και ξεκάρφωτη, όμως κατά την εκτίμηση κυβερνητικών στελεχών κρύβει πολύ παρασκήνιο. Μάλιστα, λένε ότι μπορεί να είχε ως στόχο το Σόιμπλε και να αποτελεί τη συνέχεια μιας σειράς επιθετικών δηλώσεων του υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας εναντίον του ομολόγου των Οικονομικών, φτάνοντας μέχρι του σημείου να του καταλογίσει την κακή φήμη των Γερμανών στην Ευρώπη, αλλά φανερώνει και τις ανησυχίες ότι ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να αξιοποιήσει τη στάση Σόιμπλε για να κάνει το παιχνίδι του.
Βεβαίως ήταν μία δήλωση που μπορεί να πρόσφερε στην Ελλάδα στήριξη, αλλά σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απευθυνόταν στο εσωτερικό της Γερμανίας.
Το παιχνίδι πλέον, κατά την εκτίμηση κυβερνητικών παραγόντων, δεν αποκλείεται να ξεφύγει από το στενό πλαίσιο του τρίτου μνημονίου, της δεύτερης αξιολόγησης και της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και να πάρει χαρακτήρα γενικότερης αντιπαράθεσης. Αν έτσι έχουν τα πράγματα θα φανεί στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στις 21 ως 23 Απριλίου.
Εκεί θα ξεκαθαρίσουν οι ρόλοι. Αν δηλαδή το Ταμείο θα συμμετάσχει ή αν ακόμα μία φορά με πρόσχημα την τελευταία έκθεση για τα προγράμματα στα οποία συμμετέχει το ΔΝΤ, πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα στέλνοντας τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για τον Ιούνιο, πολύ κοντά στον κρίσιμο Ιούλιο, που η χώρα θα πρέπει να βρει περί τα 6 δισ. ευρώ για να μην χρεοκοπήσει.
Για το λόγο αυτό, αλλά και γιατί απαιτείται να αποφευχθούν εκβιασμοί, η κυβέρνηση, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει θέσει σε λειτουργία το plan B, δηλαδή την εξεύρεση των χρημάτων για τις δανειακές υποχρεώσεις.
Ομως κι αυτό να συμβεί, το σίγουρο είναι πως η οικονομία θα έχει υποστεί τεράστια ζημιά από την παρατεταμένη αβεβαιότητα και ο κίνδυνος νέων μέτρων το 2018 εξαιτίας της μη επίτευξης των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα θα είναι πολύ κοντά, ενώ και εκτιμήσεις για την ανάπτυξη θα πεταχτούν στον κάλαθο των αχρήστων με ότι δυσάρεστο αυτό συνεπάγεται και για τα πλεονάσματα μετά το 2018.
Τέλος, εκτός των προαναφερόμενων, στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι κύκλοι με αφορμή το θέμα της αξιολόγησης, έχουν θέσει σε κίνηση σχέδια για ανατροπή της κυβέρνησης. Και δεν είναι καθόλου τυχαίες οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου ότι «είναι όνειρα θερινής νυκτός τόσο της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη όσο και μίας συγκεκριμένης ολιγαρχικής ελίτ» για κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης από την παρούσα Βουλή και με άλλον πρωθυπουργό.