- Με τεράστια πτώση έκλεισαν τα χρηματιστήρια των αραβικών χωρών - Πτώση 7% στο το χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ - Νωρίτερα διεκόπη η συνεδρίαση - Δεν αποκλείει νέα υποβάθμιση η S&P - Τρέχει ο Τρισέ να σώσει την Ιταλία - Στηλώνει τα πόδια πάλι η Μέρκελ
Στον απόηχο της υποβάθμισης της αμερικανικής οικονομίας, το χρηματιστήριο του Ντουμπάι έκλεισε με πτώση -3,69%, περιορίζοντας τις απώλειες που με το άνοιγμα της συνεδρίασης έφταναν το -4,5%.
Στο γειτονικό εμιράτο του Άμπου Ντάμπι το χρηματιστήριο έκλεισε στις 2.603,22 μονάδες, με πτώση -2,53%. Τις μεγαλύτερες απώλειες κατέγραψαν ο τραπεζικός (-3,30%) και ο κατασκευαστικός τομέας (-5,61%).
Το χρηματιστήριο του Κουβέιτ έκλεισε με πτώση -1,61%, στο Κατάρ οι απώλειες έφτασαν το -2,51% και στο Ομάν το -2,08%.
Μικρότερη ήταν η υποχώρηση στο Μπαχρέιν (-0,33%) ενώ στη Σαουδική Αραβία, μετά την πτώση του Σαββάτου, ο δείκτης TASI κατάφερε να κλείσει σχεδόν αμετάβλητος, με άνοδο +0,08%.
Το Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ έκλεισε με πτώση που άγγιξε το 7%. Με το κλείσιμο, και αφού είχε προηγηθεί μια 45λεπτη διακοπή στις συναλλαγές κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο δείκτης TA-25 κατέγραφε απώλειες -6,99%, πέφτοντας στις 1.074,274 μονάδες.
Διαβάστε την είδηση για το μίνι κραχ στο χρηματιστήριο του Ισραήλ
Η Κίνα από την άλλη πλευρά προειδοποίησε εκ νέου για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ασιατικές χώρες, από την υποβάθμιση των ΗΠΑ, προειδοποιώντας ότι θα σταματήσουν να αγοράζουν αμερικανικό χρέος.
Διαβάστε την είδηση : Κίνα: Κινδυνεύουμε αγοράζοντας αμερικανικά ομόλογα
S&P: Δεν περιμένει σοβαρές επιπτώσεις στις αγορές
Ο επικεφαλής του οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s, Ντέιβιντ Μπιρς, δήλωσε ότι δεν περιμένει “τόσο μεγάλες επιπτώσεις”, όταν ανοίξουν οι αγορές την Δευτέρα λόγω της “ήπιας” – όπως τη χαρακτήρισε- υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ.
Απαντώντας σε ερώτηση που του τέθηκε από το κανάλι Fox για την πιθανότητα περαιτέρω υποβάθμισης της αμερικανικής οικονομίας, ο Μπιρς είπε ότι η αρνητική προοπτική που βλέπει ο οίκος αξιολόγησης σημαίνει πως “οι κίνδυνοι είναι προς την αρνητική πλευρά”.
Πρόσθεσε ότι η υποβάθμιση που ανακοινώθηκε την Παρασκευή δεν οφείλεται στη στάση που τηρεί επί οικονομικών θεμάτων οποιοδήποτε κόμμα. “Πιστεύουμε ότι αξιοπιστία σημαίνει ότι η οποιαδήποτε συμφωνία θα είχε τη στήριξη και των δύο πολιτικών κομμάτων”, Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, τόνισε.
Αναφερόμενος στην κριτική που δέχτηκε η εκτίμηση του οίκου αξιολόγησης από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, ο Μπιρς την χαρακτήρισε “πλήρη παρερμηνεία”. Όπως υποστήριξε, ακόμη και με την έγκριση της αύξησης του ορίου του χρέους από το Κογκρέσο, “τα δανειακά βάρη των ΗΠΑ αυξάνονται και θα συνεχίσουν να αυξάνονται την επόμενη δεκαετία”.
“Μια στις τρεις οι πιθανότητες για περαιτέρω υποβάθμιση”
Ο διευθύνων σύμβουλος του οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s, Τζον Τσέιμπερς, δήλωσε ότι υπάρχει μία στις τρεις πιθανότητες για περαιτέρω υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ μέσα στους επόμενους 6 με 24 μήνες.
“Έχουμε μια αρνητική προοπτική (…) για έξι έως 24 μήνες”, είπε ο Τσέιμπερς μιλώντας στην εκπομπή This Week του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου ABC.
“Και εάν η δημοσιονομική θέση των ΗΠΑ επιδεινωθεί περαιτέρω ή αν το πολιτικό αδιέξοδο ενταθεί, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια υποβάθμιση. Η προοπτική δείχνει ότι υπάρχει τουλάχιστον μία στις τρεις πιθανότητες για υποβάθμιση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου”, σημείωσε.
Σύμφωνα με τον Τσέιμπερς, θα χρειαστεί αρκετός χρόνος μέχρι οι ΗΠΑ να ανακτήσουν το “άριστα”, τη βαθμίδα “ΑΑΑ” που έχασαν την Παρασκευή. “Θα χρειαζόταν μια σταθεροποίηση του χρέους και τελικά η μείωσή του. Και θα χρειαζόταν, νομίζω, μεγαλύτερη ικανότητα για συναίνεση στην Ουάσινγκτον απ’ όση παρατηρούμε σήμερα”, κατέληξε.
Διαβουλεύσεις στην ΕΚΤ για Ιταλία
Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, επιθυμεί το Διοικητικό Συμβούλιό της να λάβει εντός της ημέρας την τελική απόφαση για την αγορά ιταλικών κρατικών ομολόγων με στόχο να χαλιναγωγηθεί η κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ, ανέφερε μια πηγή της ΕΚΤ.
Σύμφωνα με την πηγή αυτή, εάν ληφθεί οριστική απόφαση για παρέμβαση, η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες θα αρχίσουν να αγοράζουν ιταλικά ομόλογα όταν ανοίξουν οι ευρωπαϊκές αγορές, τη Δευτέρα. Δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί αν η ΕΚΤ θα εκδόσει κάποια σχετική ανακοίνωση μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της.
Η ΕΚΤ προκάλεσε κατάπληξη στις αγορές την περασμένη εβδομάδα όταν άρχισε να αγοράζει ξανά ομόλογα μικρότερων χωρών της ευρωζώνης αλλά όχι της Ιταλίας και της Ισπανίας, τα σπρεντ των οποίων αυξήθηκαν τις τελευταίες ημέρες στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 ετών.
Η Μέρκελ διστάζει να παρέμβει για την Ιταλία
Παράλληλα, σύμφωνα με το Spiegel, η Μέρκελ βλέπει ως “εφιάλτη” τη διάσωση της χώρας προαναγγέλοντας νέο σήριαλ που θα δώσει την ευκαιρία σε κερδοσκόπους και αγορές να δράσουν κατά του ευρώ.
Το περιοδικό αναφέρει ότι θα ήταν δύσκολο να διασωθεί η Ιταλία από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), ακόμα και εάν το μέγεθος των αποθεματικών του τριπλασιαζόταν. Οι ανάγκες της χώρας είναι τέτοιες που οι πόροι δεν επαρκούν, σύμφωνα με κυβερνητικούς ειδικούς, αναφέρει το περιοδικό. Το δημόσιο χρέος της Ιταλίας ανέρχεται σε περίπου 1,8 τρισ. ευρώ, ή το 120% του ΑΕΠ της χώρας.
Η Γερμανία εμμένει στη θέση ότι οι χώρες-μέλη της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν κρίσεις χρέους πρέπει να επικεντρωθούν στις περικοπές δαπανών και στις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις και όχι στο να επιτύχουν συμφωνίες ‘διάσωσής’ τους.
Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει σήμερα στην διάθεσή του 440 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σχεδιάστηκε για να καλύψει τις ανάγκες χωρών μικρού ως μεσαίου μεγέθους. Όμως μετά την εξάπλωση της κρίσης χρέους στην Ιταλία και στην Ισπανία υπήρξαν εκκλήσεις να μεγεθυνθεί.
Διαβάστε επίσης
Πυρετός συσκέψεων μέσα στη νύχτα εν μέσω πανικού για ΗΠΑ και ΕΕ
Παγκόσμιος συναγερμός μετά την υποβάθμιση – βόμβα των ΗΠΑ
Έκτακτες διαβουλεύσεις της ΕΚΤ την Κυριακή