Ασφαλώς δεν είναι «γιορτινό» θέμα το να σχολιάζει κανείς, λίγο μετά την ανακοίνωση του θανάτου του Σόιμπλε, το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Το νέο πλαίσιο συμφωνίας δηλαδή, που αποφασίσθηκε διά ζώσης μεταξύ Παρισίων – Βερολίνου και ….ανακοινώθηκε σε διαδικτυακή συνάντηση, στους ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης, λίγες ημέρες πριν κλείσει ο χρόνος.
Παρ’ όλα αυτά είναι αναγκαίο να ρίξει κανείς μια προσεκτική ματιά στα βασικά του σημεία, αυτά που θα αποτελούν πλέον τα «όρια» της δημοσιονομικής πολιτικής μέσα στα οποία θα κινείται ο προϋπολογισμός κάθε χώρας μέλους της Ε.Ε.
Θα ακουστεί σαν αυθαίρετος ισχυρισμός αν η στήλη χαρακτηρίσει τις «αλλαγές» που αποφασίστηκαν, σαν καθαρή κληρονομιά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, του οποίου ο θάνατος ανακοινώθηκε πριν από 48 ώρες.
Αλλά όσα ακολουθούν υποδεικνύουν ότι ο χαρακτηρισμός είναι πολύ κοντά στην πραγματικότητα του νέου δημοσιονομικού πλαισίου.
Η πρώτη παρατήρηση που πρέπει να κάνει κανείς πριν αγγίξει τα «συγκεκριμένα» στοιχεία, είναι ότι πέρα από τους γενικούς κανόνες που συμφωνήθηκαν, όπως κάθε φορά, ο «διάβολος» κρύβεται στις διευκρινιστικές αποφάσεις και κείμενα που θα εκδοθούν για να τις εξειδικεύσουν. Και εκεί κάνει …παιχνίδι η Κομισιόν.
Στοιχείο πρώτο της συμφωνίας είναι ότι Παρίσι και Βερολίνο για τους δικούς τους λόγους και στόχους, επαναφέρουν όλους τους άκαμπτους σχεδόν οριζόντιους κανόνες και στόχους για την μείωση των ελλειμμάτων και την μείωσης του χρέους. Ενώ ο αρχικός στόχος της αναθεώρησης ήταν να υπάρξουν εξειδικευμένα κατά χώρα προγράμματα, που θα επέτρεπαν σε κάθε χώρα μέλος να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της πανδημίας και της κρίσης, με βάση τις δικές της αντοχές και με στόχο την ευρωπαϊκή σύγκλιση.
Η αναφορά στο διαρθρωτικό ισοζύγιο, παραμένει και μάλιστα στη νέα διατύπωση γίνεται ακόμα πιο καθαρή και σαφής.
Με άλλα λόγια διατηρούνται τα φιλο-κυκλικά χαρακτηριστικά που είχαν επισημανθεί ως αντικείμενο αναγκαίας αναθεώρησης, που συντηρούν την λιτότητα σε φάση που οι οικονομίες είτε είναι σε ύφεση είτε τείνουν προς αυτή.
Η επιμονή στο διαρθρωτικό έλλειμμα για την Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία, όπως παραδέχθηκε πρόσφατα και ο επικεφαλής της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών κ. Γκ. Χαρδούβελης, ο οποίος επισήμανε το γεγονός ότι πέρα από τα συνολικά ονομαστικά μεγέθη του Προϋπολογισμού το διαρθρωτικό έλλειμμα της ελληνικής οικονομίας παραμένει στο 3% του ΑΕΠ.
Και αυτό είναι κάτι που διαμορφώνει τις δυναμικές της οικονομικής δραστηριότητας στο νέο περιβάλλον. Πολύ περισσότερο μάλιστα, που όπως τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, κ. Γιάννης Στουρνάρας, η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας παραμένει περίπου στο μισό της Ευρωζώνης. Ευτυχώς βέβαια που υπάρχει η χρηματοδότηση μέσω των δανείων του ταμείου Ανάκαμψης…
Εδώ βέβαια μπαίνει επίσης το νέο στοιχείο του τρόπου υπολογισμού (μέρους) των αμυντικών δαπανών, έτσι ώστε να μη επηρεάζει την διαμόρφωση συνθηκών υπερβολικού ελλείμματος. Όμως και εδώ τα πράγματα δεν είναι τόσο καθαρά, γιατί η όλη διαδικασία είναι στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής το τί ποσό θα εντάξει στις συγκεκριμένες δαπάνες.
Ασφαλώς το γεγονός ότι παύει η υποχρέωση της ετήσιας μείωσης του χρέους κατά 1/20 του χρέους για τις υπερχρεωμένες χώρες είναι μία ελάφρυνση, αφού η υποχρέωση αυτή «πέφτει» στο 1% του ΑΕΠ.
Αλλά για την Ελλάδα αυτή η διευκόλυνση δεν λέει τίποτα, καθώς ο ΟΔΔΗΧ «κατεβάζει» έτσι κι αλλιώς και θα συνεχίσει να «κατεβάζει» το χρέος κατά πολλαπλάσια ποσοστά του ΑΕΠ ετησίως από το όριο του Συμφώνου.
Για την Ιταλία, την Ισπανία ή και την Γαλλία, ασφαλώς αυτό έχει σημασία και μάλιστα σημαντική.
Το μοναδικό στοιχείο που ευνοεί την Ελλάδα στους νέους όρους, αλλά το οποίο θα γινόταν πιθανότητα έτσι κι αλλιώς (έχει προηγηθεί μεγάλη σχετική ζύμωση στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του χρέους), έχει να κάνει με το ειδικό θέμα του υπολογισμού των αναβαλλόμενων τόκων των επισήμων δανείων που ως όρος υπήρχε στην αναδιάρθρωση του χρέους και οι οποίοι θα επανέλθουν στους υπολογισμούς το 2033.
Η ρύθμιση που έγινε για να μη επιβαρύνει λογιστικά μέσα σε ένα έτος ο υπολογισμός τους, δηλαδή το ποσό των 25 δις ευρώ (αναβαλλόμενοι τόκοι), δεν αφορά ιδιαίτερα το νέο Σύμφωνο, αλλά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της αναδιάρθρωσης του χρέους. Όμως εντάσσεται σε αυτή. Με άλλα λόγια καταλήξαμε σε μία παραλλαγή του αρχικού Συμφώνου, του οποίου η πραγματικότητα θα αμφισβητήσει την ικανότητα εφαρμογής.
Αντί να αναθεωρηθεί η «λογική» Σόιμπλε με την οποία είχαν συνταχθεί, τελικά παραμένουν σε ισχύ:
- οι «οριζόντιοι» περιορισμοί σε έλλειμμα και χρέος, ίδιοι για όλους, ανεξαρτήτως της κατάστασης κάθε χώρας, με τους «ισχυρούς» να τους εφαρμόζουν κατά το δοκούν,
- οι όροι του φιλο-κυκλικού χαρακτήρα των μέτρων, δηλαδή μία οικονομική μέγγενη που υποχρέωνε σε λιτότητα πάνω στην ύφεση,
- Οι αδιαφανείς και πολύπλοκοι κανόνες που η Κομισιόν έχει στην διακριτική της ευχέρεια να ερμηνεύει κατά τις απαιτήσεις των ισορροπιών ισχύος στο εσωτερικό της Ευρωζώνης