Μπορεί τα επίπεδα των κόκκινων δανείων στις ελληνικές τράπεζες να βαίνουν μειούμενα εμφανίζοντας μια εικόνα του ιδιωτικού χρέους και του τραπεζικού συστήματος η οποία δείχνει να αφήνει πίσω τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, ωστόσο πολύς δρόμος ακόμα για να καλυφθεί.
Μεταξύ άλλων, αυτό συμπεραίνει στην τριμηνιαία έκθεση του το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το οποίο ενώ σημειώνει την μείωση των κόκκινων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών, υπενθυμίζει ότι υπάρχει ακόμα ένας σημαντικός όγκος χρέους στους servicers ο οποίος το δεύτερο τρίμηνο του 2024 ανερχόταν σε 69,8 δισ. ευρώ.
Το ΙΟΒΕ κρούει τον «κώδωνα του κινδύνου» καθώς το επίπεδο του κόκκινου χρέους, συνολικά στην οικονομία, παραμένει πολύ υψηλό, έχοντας αρνητικές επιδράσεις και στην αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων και στις προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης.
Ένα σημαντικό μέρος αυτού του χρέους αφορά σε δάνεια επιχειρήσεων τα οποία έχουν κοκκινήσει, ο αριθμός των οποίων αν και έχει αποκλιμακωθεί σε σχέση με την κορύφωση του 2013 παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ειδικά σε επιμέρους τομείς δραστηριότητας.
Σε αυτόν τον τομέα, ένας σημαντικός όγκος των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων αφορά στις λεγόμενες εταιρείες ζόμπι, δηλαδή, όπως ορίζονται επισήμως, σε εταιρείες που λειτουργούν κατά τουλάχιστον 10 έτη, αλλά τα τελευταία 3 χρόνια ο δείκτης αποπληρωμής των οφειλόμενων τόκων είναι υπό της μονάδας. Αν και και σε αυτόν τον τομέα έχουν σημειωθεί βελτιώσεις στην ελληνική οικονομία σε σχέση με τα χρόνια της κρίσης, οι αριθμοί παραμένουν υψηλοί επιδρώντας, όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ και στις υγιείς επιχειρήσεις, στο σύνολο αλλά και σε επιμέρους τομείς της επιχειρηματικής οικονομίας.
Μεταφορά κόκκινου χρέους από τις τράπεζες στους servicers
Μία σημαντική παράμετρος που επισημαίνει η έκθεση είναι πως η μεγάλη υποχώρηση των δεικτών κόκκινων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών οφείλεται σε διαγραφές, πωλήσεις και τιτλοποιήσεις κατά την περίοδο 2016-2022 και σε μικρότερο βαθμό σε «οργανική» βελτίωση.
Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ενώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών προς επιχειρήσεις υποχώρησαν κατά 85% την περίοδο 2016-2022, το μεγαλύτερο απόθεμα όσων μετακινήθηκαν εκτός τραπεζικών ισολογισμών, βρίσκεται ακόμα υπό τη διαχείριση των servicers και ανερχόταν σε 33,4 δισ. στο τέλος του 2022. Ως αποτέλεσμα, τα επιχειρηματικά κόκκινα δάνεια στο σύνολο της οικονομίας ουσιαστικά μειώθηκαν μόνο κατά 28% την περίοδο 2016-2022, σε περίπου 42 δισ. ευρώ το 2022.
Έρχονται νέα κόκκινα δάνεια; – Τι αναφέρει η ΤτΕ
Παρά τις θετικές επιδράσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού και τις προσδοκίες για τον νέο γύρο τιτλοποιήσεων υπό την σκέπη του προγράμματος Ηρακλής ΙΙΙ, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι ο κίνδυνος εμφάνισης νέων κόκκινων δανείων παραμένει ορατός, ειδικά σε εκείνα τα δάνεια που έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο, όπως τα στεγαστικά.
Επ’ αυτού, η έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) υπογραμμίζει μια άλλη πλευρά, καθώς αναφέρει πως στο πρώτο εξάμηνο του έτους σημείωσαν αύξηση όχι μόνο τα κόκκινα δάνεια αλλά και τα προβληματικά, δηλαδή όσα βρίσκονται ένα μόλις βήμα πριν κοκκινίσουν.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η έκθεση, τα δάνεια σε καθυστέρηση από μία έως 90 ημέρες (πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές) αυξήθηκαν κατά 43%, με αποτέλεσμα να ανέλθουν σε 7,7 δισ. ευρώ τον Ιούνιο από 5,4 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023, ενώ ο λόγος των δανείων αυτών προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων αυξήθηκε σε 5,5% τον Ιούνιο, έναντι 3,8% το Δεκέμβριο του 2023 και η αύξηση αυτή προέρχεται κυρίως από τα επιχειρηματικά δάνεια σε καθυστέρηση από μία έως 30 ημέρες.
Μια άλλη εξίσου ανησυχητική παράμετρος αποκαλύπτεται από την έκθεση της ΤτΕ, καθώς αναφέρεται πως κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2024 ο ρυθμός των δανείων που κοκκίνισαν ήταν μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο όσων ακολούθησαν την αντίστροφη πορεία. Αναλυτικά, κοκκίνισαν δάνεια ύψους 1,3 δισ. ευρώ ενώ οι αντίστροφες ροές από τα μη κόκκινα δάνεια προς τα εξυπηρετούμενα ήταν μόλις 0,7 δισ. ευρώ.
Βαρίδι για την ελληνική οικονομία
Ας σημειωθεί πως, όπως έχει αναφέρει το newsit.gr, η εξέλιξη των δεικτών κόκκινων δανείων στην ελληνική οικονομία, είναι κρίσιμη, μεταξύ άλλων, και για τις προσδοκίες νέων αναβαθμίσεων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Και αυτό γιατί, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, οι οίκοι δεν πρόκειται να προχωρήσουν σε καμία περαιτέρω αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου εάν πρώτα δεν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα Ηρακλής ΙΙΙ, ούτως ώστε να υπάρξει περαιτέρω βελτίωση του NPL ratio, δηλαδή του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων ο οποίος προκύπτει από τον λόγο τους προς το σύνολο των πιστώσεων που έχει χορηγηθεί από τις τράπεζες, εκφρασμένος ως ποσοστό.
Σημειώνεται, πως το NPL ratio έχει δύο τρόπους να βελτιωθεί, είτε μέσω της μείωσης του αριθμητή, δηλαδή των κόκκινων δανείων, είτε μέσω της αύξησης του παρονομαστή, δηλαδή μέσω της πιστωτικής επέκτασης, με τον Ηρακλή ΙΙΙ, όπως και τα δύο προηγούμενα προγράμματα, να στοχεύουν στην απομείωση των NPL.