Μετά τον οικονομικό κατακλυσμό του 2020 και την ανάκαμψη το 2021, υπάρχει κίνδυνος για παγκόσμια επιβράδυνση στην οικονομία το 2022;
Η ανάκαμψη ήταν ισχυρή όμως οι σπασμοί συνεχίζονται, με ελλείψεις, πληθωρισμό και μεγάλη ακρίβεια να καταγράφονται παγκοσμίως.
Από την Κίνα μέχρι τις Ηνωμένες Πολιτείες, από την Ευρώπη μέχρι την Αφρική, η πανδημία ισοπέδωσε σχεδόν ταυτόχρονα τις οικονομίες όλων των χωρών την άνοιξη του 2020. Δυόμιση χρόνια αργότερα, η έξοδος από την κρίση δεν είναι ομοιόμορφη.
Οι πλούσιες χώρες επωφελήθηκαν από μια προνομιακή πρόσβαση στα εμβόλια: οι ΗΠΑ «απάλυναν» τα ίχνη της χειρότερης ύφεσής τους από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930, η ευρωζώνη μπορεί να έχει κάνει το ίδιο μέχρι τα τέλη του έτους, αν και η ραγδαία άνοδος ενός ακόμη επιδημικού κύματος και ο εντοπισμός μιας νέας παραλλαγής προκαλούν ανησυχία. «Η Covid-19 θα παραμείνει μια απειλή», προβλέπει σε σημείωμά του ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s.
Απειλή που έχει ήδη υλοποιηθεί σε περιοχές με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, όπως η υποσαχάρια Αφρική όπου μόνο το 2,5% του πληθυσμού είχε εμβολιαστεί μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου και που είναι καταδικασμένη, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), σε μια πιο αργή ανάκαμψη.
Ανέφικτοι ρυθμοί ανάκαμψης μέχρι το 2024
Έως το 2024, η πλειονότητα των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων χωρών δεν αναμένεται να επιτύχουν τους ρυθμούς ανάπτυξης που προέβλεπαν πριν από την πανδημία, αναφέρει το ΔΝΤ. Ορισμένες κεντρικές τράπεζες (στη Βραζιλία, τη Ρωσία, τη Νότια Κορέα…) αύξησαν τα επιτόκιά τους προκειμένου να προφυλαχθούν από έναν πληθωρισμό που καλπάζει, κινδυνεύοντας να υπονομεύσουν την ανάκαμψή τους.
Ακόμα και στην Κίνα, ατμομηχανή της παγκόσμιας ανάπτυξης, η ανάκαμψη συμπιέζεται στον βαθμό που συσσωρεύονται οι κίνδυνοι, προέβλεψε πρόσφατα το Ταμείο: κατανάλωση των νοικοκυριών που δυσκολεύεται να φθάσει τα προ πανδημίας επίπεδα, κρίση στην αγορά ακινήτων με τις δυσκολίες του υπερχρεωμένου κολοσσού Evergrande, διακοπές ρεύματος που επιβαρύνουν τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων.
Πληθωρισμός και ελλείψεις
«Η μεγαλύτερη έκπληξη του 2021 ήταν η αύξηση του πληθωρισμού», γράφουν οι αναλυτές της Goldman Sachs στις προβλέψεις τους για το 2022. Η τελευταία προκλήθηκε από τη μεγάλη αποδιοργάνωση των εφοδιαστικών αλυσίδων και τις ελλείψεις σε απαραίτητα για το διεθνές εμπόριο προϊόντα όπως οι ημιαγωγοί, λόγω της αλματώδους αύξησης της ζήτησης κατά και μετά την κρίση, αλλά και της αποθάρρυνσης πολλών εργαζομένων σε τομείς του παγκόσμιου εμπορίου: εκφορτωτές στα λιμάνια, οδηγοί φορτηγών, ταμίες στα σουπερμάρκετ… δεν επανήλθαν μετά τους περιορισμούς των λοκντάουν, προκαλώντας ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού.
Ο πληθωρισμός τροφοδοτείται από την αλματώδη αύξηση των τιμών των πρώτων υλών (ξύλο, χαλκός, χάλυβας) και της ενέργειας (βενζίνη αέριο, ηλεκτρισμός).
Η αύξηση των τιμών, που χαρακτηρίζεται «προσωρινή» από τους κεντρικούς τραπεζίτες, προκαλεί ανησυχία στο υψηλότερο επίπεδο: η αναστροφή της τάσης είναι «απόλυτη προτεραιότητα», δήλωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στις αρχές Νοεμβρίου.
«Το θέμα είναι αν είμαστε πράγματι στην έξοδο της κρίσης», δήλωσε στο AFP ο Ρόελ Μπίτσμα, καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ.
Πράγματι, πολλές επιχειρήσεις αναφέρουν δυσκολίες λόγω των ελλείψεων και του πληθωρισμού. Προσώρας, το ΔΝΤ προβλέπει αύξηση 4,9% του παγκόσμιου ΑΕΠ το επόμενο έτος.
Πολύ δύσκοη η τήρηση των δεσμεύσεων για το κλίμα
Ανάμεσα στην επιβίωση μέχρι το τέλος του μηνός και το τέλος του κόσμου, είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί η ισορροπία, μια κατάσταση που καταδεικνύουν τα μέτρια αποτελέσματα της COP26. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε καλεί τις χώρες να αυξήσουν τις δεσμεύσεις τους για μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από το 2022, αλλά δεν τις βάζει στην ευθεία για τη μείωση της υπερθέρμανσης «αρκετά πιο κάτω» από τους 2 βαθμούς Κελσίου όπως αναφερόταν στη συμφωνία του Παρισιού του 2015.
«Ο βραχυπρόθεσμος ορίζοντας είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο, κυρίως μεταξύ πολιτικών», λέει ο Ρόελ Μπίτσμα, ο οποίος υποστηρίζει την επιβολή ενιαίου και επαρκώς αποτρεπτικού φόρου άνθρακα σε όλες τις βιομηχανίες.
Η απορρύθμιση του κλίματος και οι συνδεόμενες με αυτήν φυσικές καταστροφές θα μπορούσαν εξάλλου να επηρεάσουν τις τιμές των τροφίμων. Οι τιμές παγκοσμίως βρίσκονται ήδη κοντά στα ρεκόρ του 2011, σύμφωνα με το Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ: η τιμή του σιταριού αυξήθηκε σχεδόν 40% μέσα σε ένα χρόνο, των γαλακτοκομικών προϊόντων 15%, των φυτικών ελαίων καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο.