Μαχαίρι στις προβλέψεις για την ανάπτυξη βάζει με έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος. Η εκτίμηση της ΤτΕ περιορίζεται στα επίπεδα το 1,8% - 1,9%, έναντι 2,2% που προέβλεπε τον περασμένο Δεκέμβριο. Ίσως είναι η πιο δυσμενής από τις προβλέψεις που μέχρι σήμερα έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Η Κομισιόν της εκτιμά στο 2,2% και η ελληνική κυβέρνηση στο 2,5%.
Στην σημερινή γενική συνέλευση της ΤτΕ ο Γιάννης Στουρνάρας αναμένεται να αναφερθεί διεξοδικά στην ελληνική οικονομία, αλλά και στο θέμα των τραπεζών με έμφαση στο θέμα των κόκκινων δανείων. Θα επισημάνει για μία ακόμη φορά την ανάγκη για την λήψη άμεσων και δραστικών μέτρων αντιμετώπισης των κόκκινων δανείων, προώθησης διαρθρωτικών αλλαγών χωρίς πισωγυρίσματα και ιδιαίτερη προσοχή στη δημοσιονομική βόμβα των αναδρομικών διεκδικήσεων μετά τις μνημονιακές περικοπές.
Όπως αναφέρουν οι πληροφορίες ο Γ. Στουρνάρας θα ρίξει τον πήχη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2019 τίθεται στο 1,8% – 1,9%, κάτι που απέχει πολύ από τις εκτιμήσεις του του υπουργείου Οικονομικών.
Ο προϋπολογισμός εξακολουθεί να προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,5% φέτος ενώ Κομισιόν και ΔΝΤ συντηρούν επί του παρόντος τις προβλέψεις τους πάνω από το 2% αν και αναμένεται επίσης καθοδική αναθεώρηση.
Βασική αιτία της προβλεπόμενης μικρότερης επέκτασης είναι το διεθνές περιβάλλον μέτωπο όπου η μία χώρα της ευρωζώνης μετά την άλλη χαμηλώνουν τις προβλέψεις τους χωρίς να αποκλείονται ακόμα μεγαλύτεροι κλυδωνισμοί αναλόγως της μορφής που θα λάβει τελικά το Brexit. Το υπουργείο Οικονομικών αναμένεται να ανοίξει τα χαρτιά του με νεότερες προβλέψεις με το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα το οποίο αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή εντός Απριλίου.
Υπό το πρίσμα των χαμηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, οι εκτιμήσεις του Γ. Στουρνάρα, όπως αποτυπώθηκαν και σε πρόσφατη ομιλία του για την ανάγκη αναθεώρησης των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος στο 2% του ΑΕΠ έως το 2022, αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα. Στο βαθμό όπου επιβεβαιωθούν οι καθοδικοί κίνδυνοι στην ανάπτυξη, μοιραία δυσκολεύει ιδιαίτερα και ο στόχος για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022.
Παρ’ ότι το θέμα μείωσης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα έχει τεθεί τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αξιωματική αντιπολίτευση, κανείς δεν περιμένει να ανοίξει ένα τέτοιο κεφάλαιο διαπραγματεύσεων πριν τις ευρωεκλογές και πιθανότατα όχι πριν τις επόμενες εθνικές εκλογές.