Εταιρείες που εξάγουν γούνες, φρούτα, λαχανικά, νωπά είδη, αλλά και εξειδικευμένα τεχνολογικά συστήματα προς τη Ρωσία και την Ουκρανία έχουν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις λόγω της κρίσης μεταξύ των δύο χωρών.
Από την άλλη, μεγάλο πρόβλημα αντιμετωπίζουν ελληνικές εταιρείες που εισάγουν πρώτη ύλη από τις δύο χώρες, κυρίως αλευροβιομηχανίες, καθώς είναι γνωστό, ότι η Ρωσία και Ουκρανία θεωρούνται ο «σιτοβολώνας της Ευρώπης».
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μιλώντας στο newsit.gr ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ), δρ. Γεώργιος Κωνσταντόπουλος, τόνισε ότι «είναι πρόβλημα, αλλά δεν μπορούμε να βλέπουμε τα πάντα αλά καρτ. Τα προϊόντα μας έχουν ευρωπαϊκή σφραγίδα κι εξάγονται σε όλον τον κόσμο, κυρίως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και χώρες του ΝΑΤΟ».
Η εξαγωγική δραστηριότητα της Ελλάδας είναι μικρή προς τις δύο χώρες, καθώς από τα 40 δισ. ευρώ που είναι ο συνολικός όγκος εξαγωγών της χώρας μας, οι εξαγωγές προς τη Ρωσία αφορούν περί τα 218 εκατ. ευρώ και προς την Ουκρανία, τα 238 εκατ. ευρώ. Ωστόσο στις εξαγωγικές επιχειρήσεις επικρατεί έντονη ανησυχία για την επόμενη ημέρα, καθώς για ορισμένους κλάδους το πλήγμα είναι μεγάλο.
Νο1 απειλή για την ελληνική γούνα
Οι μεγάλοι «χαμένοι» από τις πολιτικές εξελίξεις είναι οι Έλληνες γουνέμποροι, καθώς οι γούνες είναι μια κατηγορία προϊόντων στην οποία η Ελλάδα έχει παράδοση. Στην Καστοριά και στην Σιάτιστα, υπάρχουν βιοτεχνίες με αποκλειστικό πελάτη τη Ρωσία. Μετά την κρίση της πανδημίας, τώρα οι πολιτικές εξελίξεις απειλούν με λουκέτο τις συγκεκριμένες βιοτεχνίες, εάν δεν έλθει γρήγορα η επιστροφή στην κανονικότητα. Κι όλα αυτά, όταν 32 επιχειρήσεις από την Καστοριά και τη Σιάτιστα, είχαν δεχθεί ένα ακόμη πλήγμα την περίοδο του κορονοϊού, καθώς ακόμα και η πιο διάσημη Έκθεση Γούνας Mifur, είχε αναβληθεί, λόγω των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η αξία των εξαγωγών σε γούνες ανέρχεται σε 250 εκατ. ευρώ περίπου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ελληνική παρουσία στην Ουκρανία
Ειδικά την Ουκρανία έχουν επενδύσει αρκετές ελληνικές εταιρείες, κάποιες από τις οποίες είναι εισηγμένες και στο Ελληνικό Χρηματιστήριο. Ανάμεσά τους, η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία διαθέτει 15 περίπου καταστήματα, η Coca Cola, o όμιλος Elton Χημικά, που διαθέτει τη θυγατρική εταιρεία Elton Corporation LLC με έδρα το Κίεβο κι άλλες. Όλες τους δηλώνουν ότι δεν θα υπάρξει σημαντική επίπτωση στον κύκλο εργασιών τους, ακόμα και με προσωρινή αναστολή των δραστηριοτήτων τους.
Αλευροβιομηχανίες: Στάση αναμονής
Την απάντησή τους για τις επιπτώσεις που έχουν οι πρόσφατες εξελίξεις σε Ρωσία και Ουκρανία έδωσαν και οι εισηγμένες αλευροβιομηχανίες, εστιάζοντας κυρίως στο θέμα κόστους των πρώτων υλών που εισάγουν από Ουκρανία κι εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η κρίση δεν θα τις επηρεάσει.
Συγκεκριμένα, ο όμιλος Κυλινδρόμυλοι Σαραντόπουλος δήλωσε ότι δεν πραγματοποιεί πωλήσεις στις χώρες αυτές και συμπληρώνει ότι ο όμιλος κατά τη χρήση 2021 και κατά τη χρήση 2020, προέβη σε αγορές σίτου (που αποτελεί την πρώτη ύλη για την Αλευροβιομηχανία) προέλευσης Ρωσίας και Ουκρανίας, μέσω τρίτων προμηθευτών. Οι αγορές αυτές, για τη χρήση 2021 αντιπροσωπεύουν περίπου το 32% της αξίας των συνολικών αγορών σίτου του Ομίλου, ενώ για τη χρήση 2020 το 29,5% αντίστοιχα. Όπως τονίζει η εταιρεία: Η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούν, ως γνωστόν, τον σιτοβολώνα της Ευρώπης. Η πολεμική σύγκρουση των δύο αυτών χωρών κατά την εκτίμηση της Διοίκησης, που στηρίζεται σε γνώμες διεθνών αναλυτών, θα επιφέρει διαταραχές στον εφοδιασμό των Ευρωπαϊκών (και όχι μόνο) χωρών με σιτάρι αυτής της προέλευσης, γεγονός που με τη σειρά του θα επηρεάσει το κόστος παραγωγής αλεύρου. Στην παρούσα φάση δεν είναι εφικτή η εκτίμηση της επίπτωσης της Ρωσο-Ουκρανικής σύγκρουσης στον Κύκλο Εργασιών, τα Αποτελέσματα και την Οικονομική Θέση της Εταιρείας και του Ομίλου.
Από την πλευρά της η Μύλοι Κεπενού ενημέρωσε το επενδυτικό κοινό σχετικά με την επίδραση στις δραστηριότητές της από τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία και Ρωσία: α) Το ποσοστό της αξίας των αγορών σε πρώτες ύλες (σιτηρά) για τη χρήση 2021 από τις χώρες αυτές ανήλθε σε 33% της συνολικής αξίας αγορών σιτηρών β) Η Εταιρεία παρακολουθεί τις συνεχόμενες εξελίξεις σχετικά με την ένταση στην Ουκρανία και τη Ρωσία, ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στις τιμές αγοράς, καθώς και στη ροή προμηθειών .