Ένας πόλεμος ποτέ δεν είναι καλός, καθώς εκτός από τις ανθρώπινες ζωές καταστρέφει και τις οικονομίες. Εστιάζοντας στο Ισραήλ, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη πόλεμος με τη Χαμάς, οι επιπτώσεις φθάνουν μέχρι την Ελλάδα, επηρεάζοντας πρωτίστως και με ορατό μάτι τον τουρισμό.
Οι σχέσεις ωστόσο των δύο χωρών, Ελλάδας και Ισραήλ, είναι πολύπλευρες και επεκτείνονται και σε άλλους τομείς όπως είναι η ενέργεια, το ξενοδοχειακό real estate, τα αγροτικά προϊόντα, με πρωταγωνιστές τα ακτινίδια, η βαριά βιομηχανία, το εμπόριο κι αλλού.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ταξιδιωτικός τουρισμός
Ο ταξιδιωτικός τουρισμός είναι ο κλάδος με το μεγαλύτερο πλήγμα, καθώς διακόπηκε βίαια σε μια περίοδο όπου επικρατούσαν υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις. Αρκεί να αναφερθεί, ότι εκπρόσωποι του κλάδου, λίγο προτού ξεσπάσει ο πόλεμος εκτιμούσαν ότι οι αεροπορικές θέσεις από το Ισραήλ προς τους ελληνικούς τουριστικούς προορισμούς θα αγγίξουν το ένα εκατομμύριο.
Το 2022 ήταν έτος ρεκόρ, καθώς, κατέφθασαν στη χώρα μας 722.549 ταξιδιώτες από το Ισραήλ, σημειώνοντας αύξηση κατά 300% σε σχέση με το 2021. Το θετικό κλίμα που επικρατούσε εξηγεί και την αύξηση των πτητικών δρομολογίων μεταξύ Ελλάδας και Τελ Αβίβ, συνδέοντας όχι μόνο το αεροδρόμιο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά και της περιφέρειας, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι Έλληνες να προγραμματίζουν ένα ταξίδι αναψυχής στο Ισραήλ. Αυτονόητο είναι ότι σε μια χώρα που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, η βιομηχανία του τουρισμού είναι η πρώτη που πλήττεται και μάλλον, η τελευταία που θα αποκατασταθεί.
Επενδύσεις σε ξενοδοχεία
Στις αγαστές σχέσεις που επικρατούν στον επιχειρηματικό τομέα μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ ξεχωρίζουν σημαντικές επενδύσεις από Ισραηλινούς στο τουριστικό real estate. Μεγάλες ισραηλινές αλυσίδες όπως η Brown Hotels, η Fattal Group, η Zoia Fund, η Ficus Investments, η G4 BZPW κι άλλες επενδύουν στην ξενοδοχειακή βιομηχανία κι ενισχύουν τον τουρισμό της Ελλάδας με την προσέλκυση επισκεπτών από την πατρίδα τους. Για να τονιστεί το μέγεθος των επενδύσεων παραδειγματικά να αναφερθεί ότι η Zoia Fund έχει χαράξει επενδύσεις 200 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, ενώ η Brown Hotel δρομολογεί τη δημιουργία 50 ξενοδοχείων στη χώρα μας. Στα νέα των ξενοδοχείων, ξεχωρίζει επίσης η διάκριση της ισραηλινής Fattal σε διαγωνισμό του ΕΦΚΑ για την αξιοποίηση ξενοδοχείων που ανήκουν στο χαρτοφυλάκιό της και φυσικά η επαναλειτουργία μετά από ολική ανακαίνιση του Esperia, με ισραηλινά κεφάλαια. Κι όλα αυτά όταν, εκατοντάδες μικροεπενδυτές από το Ισραήλ αποκτούν ακίνητα, με σκοπό την αξιοποίησή τους μέσα από τις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη βαριά βιομηχανία
Εκτός από τα ξενοδοχεία, τα ακίνητα και τον τουρισμό οι Ισραηλινοί επενδύουν ή αναζητούν κι άλλους τομείς στην Ελλάδα. Τον περασμένο Μάρτιο, η Israel Shipyards, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ, εκδήλωσε το ενδιαφέρον της για το Λιμάνι του Βόλου, στο διαγωνισμό που πραγματοποίησε το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ). Καθώς οι δραστηριότητες της Israel Shipyards επεκτείνονται και σε άλλους τομείς και συγκεκριμένα, τον ναυτιλιακό, τον λιμενικό και τον κλάδο του τσιμέντου, με υπηρεσίες που επεκτείνονται στο Logistics, τη βιομηχανία πετρελαίου και το φυσικό αέριο, εύλογο είναι ότι ο όμιλος αναζητά κι άλλες επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα.
Στα σημαντικά γεγονότα που αναδεικνύουν τις σχέσεις των χωρών, περιλαμβάνεται ακόμη η ανάληψη από τον ΑΔΜΗΕ του κρίσιμου ρόλου για υλοποίηση της Ηλεκτρικής Διασύνδεσης μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ μετά από σχετική συμφωνία της EuroAsia Interconnector Limited.
Καινοτόμες ιδέες
To Ισραήλ έχει διεθνή φήμη για επενδύσεις στην καινοτομία και τις start up εταιρείες, τεχνογνωσία που επιχειρεί να μεταφέρει και στην Ελλάδα. Από τις πιο γνωστές επενδύσεις είναι κι αυτή που αφορά στους τομείς της φαρμακευτικής κάνναβης και των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, ενώ επενδύσεις από ισραηλινά κεφάλαια στην Ελλάδα αφορούν ακόμη τις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες.
Επιπλέον, ένας ακόμη τομέας με προοπτικές ανάπτυξης είναι και ο αγροτικός, καθώς στο πλαίσιο διμερούς συμφωνίας Ελλάδας – Ισραήλ, οι Έλληνες εξαγωγείς κατάφεραν πρόσφατα να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα να εξάγουν φρέσκους καρπούς ακτινιδίου.