Κυριακή, 24 Νοε.
10oC Αθήνα

Μέχρι πότε οι καταθέσεις θα τροφοδοτούν τα τραπεζικά κέρδη, αλλά όχι την οικονομία;

Μέχρι πότε οι καταθέσεις θα τροφοδοτούν τα τραπεζικά κέρδη, αλλά όχι την οικονομία;

Για άλλη μια φορά η Τράπεζα της Ελλάδος ως εκ της θέσεώς της είναι υποχρεωμένη να πει την αλήθεια που από μόνη της αποτελεί μία ανεπίσημη «καταγγελία».

Τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στην δημοσιότητα για τα επιτόκια των καταθέσεων και τα επιτόκια των χορηγήσεων μιλάνε ή μάλλον… κραυγάζουν από μόνα τους.

Οι καταθέσεις, με τον γνωστό πληθωρισμό να τρέχει εδώ και δύο χρόνια σε πρωτοφανή επίπεδα, «απολαμβάνουν» από τις τράπεζες επιτόκιο 0,54% (!). Αλλά τα δάνεια που δίνουν – με το σταγονόμετρο – οι τράπεζες με τα κεφάλαια αυτά, απολαμβάνουν επιτόκιο 6,32% (!).

Με άλλα λόγια οι τράπεζες κερδίζουν πάνω από 5,5% αποδόσεις από τις καταθέσεις χωρίς να χρειάζεται να κάνουν τίποτα. Και αν δεν θέλουν μάλιστα να διακινδυνεύσουν ούτε στο ελάχιστο, δεν περιορίζουν ακόμα περισσότερο τα δάνεια που δίνουν και αγοράζουν ελληνικά ομόλογα ή έντοκα ή ακόμα καλύτερα τα καταθέτουν κάθε βράδυ στον λογαριασμό τους στην ΕΚΤ και παίρνουν 4% επιτόκιο.

Με άλλα λόγια οι αποταμιεύσεις όλων των ειδών, εξασφαλίζουν με ένα κόστος του αποταμιευτή της τάξης του 5,5%, τα ανέξοδα κέρδη των ελληνικών τραπεζών.

Μάλιστα με δεδομένα τα στοιχεία της ΤτΕ η διαφορά αυτή στις νέες καταθέσεις και νέα δάνεια, αυξήθηκε έστω κατ’ ελάχιστον αφού το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων είναι 0,53% και το επιτόκιο νέων δανείων 6,24%. Που πάει να πει σ’ αυτή την γλώσσα την …αληθινή, μια διαφορά 5,71% για την τρέχουσα περίοδο.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι «ναι πράγματι έτσι είναι, αλλά αυτή είναι μία φάση που επιβεβαιώνει ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα αρχίζει και πάλι να πατάει στα πόδια του και να δίνει μερίσματα…».

Για φαντασθείτε τον μέτοχο της τράπεζας που είναι και καταθέτης σ’ αυτή, αφού την εμπιστεύεται για να κρατάει μετοχές της με όλα όσα έχουν συμβεί μέχρι σήμερα τα τελευταία 14 χρόνια, πόσα θα κερδίσει από τα μερίσματα και πόσα θα χάσει από τις καταθέσεις του σ’ αυτή διαδικασία.

Και εδώ είναι κάποια άλλα ζητήματα που προκύπτουν.

Αν οι τράπεζες κρατάνε τις καταθέσεις στο τρέχον επίπεδο απόδοσης και τροφοδοτούν την οικονομική δραστηριότητα με τόσο ακριβότερο χρήμα και με τόσο μεγάλη δυσκολία, προκύπτει ένα «θέμα». Σημαίνει ότι λειτουργούν σαν ενας μηχανισμός νομισματικής «σύσφιξης», αντιαναπτυξιακός, προφανώς περιοριστικός και αντιπαραγωγικός, εκμεταλλευόμενες την δεσπόζουσα θέση στην οποία τις έχουν φέρει οι διαδικασίες συγκεντροποίησης του τραπεζικού συστήματος με λεφτά του κράτους την προηγούμενη δεκαετία.

Έχει κανείς «εποπτεία» σ’ αυτή την κατάσταση;

Μία οικονομία που στηρίζεται συγκυριακά από περισσότερα από 30 δις ευρώ μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και θα μπορούσε με τον τραπεζικό δανεισμό που τροφοδοτείται από την αποταμίευση να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά την αναπτυξιακή συνιστώσα, υποχρεώνεται σε νομισματική «σύσφιξη». Ήτοι περιστολή της νομισματικής κυκλοφορίας στο επίπεδο των παραγωγικών και καταναλωτικών επενδύσεων, με «εργαλείο» το τεράστιο spread μεταξύ καταθέσεων και δανείων…

Το ερώτημα είναι αν αυτό θεωρείται φυσιολογικό για την κυβέρνηση και για τους φορείς εποπτείας του ανταγωνισμού της υποτιθέμενης… οικονομίας της «ελεύθερης αγοράς».

Και να σκεφτεί κανείς ότι επικεφαλής του ΥΠΟΙΚ και της κυβέρνησης είναι κατ’ εξοχήν υπέρμαχοι της πολιτικής αυτής.

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις