Μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική αξιολόγηση βρίσκεται πλέον η Ελλάδα στους τρεις από τους τέσσερις διεθνείς οίκους αξιολόγησης, μετά και από την χθεσινοβραδινή αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την Fitch σε «ΒΒ+» από «ΒΒ» με σταθερές προοπτικές.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί μίνι έκπληξη, δεδομένου ότι οι διεθνείς αναλυτές εκτιμούσαν ότι η κίνηση αυτή τοποθετούνταν για μετά τις εκλογές.
Η αναβάθμιση από την Fitch έγινε δεκτή με ιδιαίτερη ικανοποίηση από την κυβέρνηση και τον υπουργό Οικονομικών να δηλώνει ότι «η αναβάθμιση επιβεβαιώνει, ότι ο εθνικός στόχος για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 – με πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία και την οικονομία – είναι εφικτός».
Η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας, είναι πολύ πιθανό πλέον να πραγματοποιηθεί σε μία από τις επόμενες αξιολογήσεις, της Standard & Poors (S&P) ή της DBRS καθώς η αξιολόγηση των δύο αυτών οίκων είναι μόλις ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Αντίθετα, ο τέταρτος μεγάλος οίκος αξιολόγησης Moodys αξιολογεί την Ελλάδα τρία σκαλοπάτια παρακάτω.
Η DBRS έχει για φέτος προγραμματίσει δύο αξιολογήσεις, η πρώτη στις 10 Μαρτίου και η δεύτερη στις 8 Σεπτεμβρίου. Δύο θα είναι και οι αξιολογήσεις της S&P, με την πρώτη να είναι δρομολογημένη για τις 21 Απριλίου και η δεύτερη στις 20 Σεπτεμβρίου.
Στην έκθεσή της η Fitch αναφέρει ότι είναι μειωμένος ο πολιτικός κίνδυνος όποια κυβέρνηση και να εκλεγεί, ενώ οι όποιοι κίνδυνοι έχουν περιορισμένο μεν, αλλά δημοσιονομικό χαρακτήρα.
Παράλληλα η Fitch αναμένει καλύτερα αποτελέσματα και από τις προβλέψεις για το έλλειμμα και το χρέος την περίοδο 2022-2024, χάρη στην ισχυρότερη ονομαστική ανάπτυξη, την υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού και την ευνοϊκή δομή εξυπηρέτησης του χρέους.
Όπως σημειώνεται στο σχετικό report προβλέπεται περαιτέρω μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης στο 1,8% του ΑΕΠ το 2024 από 3,8% που εκτιμάται ότι ήταν το 2022, εν μέρει λόγω του εξορθολογισμού των προσωρινών μέτρων στήριξης. Αυτό συνεπάγεται βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες, σε πλεόνασμα 0,9% το 2024 (και ισοσκελισμένη θέση το 2023).
Σημειώνεται επίσης ότι υπάρχει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με τις δημοσιονομικές πολιτικές μετά τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, αλλά οι κίνδυνοι μετριάζονται από μια ευρεία δέσμευση και ένα πρόσφατο ιστορικό δημοσιονομικής σύνεσης.
Επίσης αναφέρει ότι η Ελλάδα πέτυχε το ρεκόρ μείωσης κατά 24,5 ποσοστιαίες μονάδες στο λόγο χρέους της γενικής κυβέρνησης προς ΑΕΠ στο 170%. Αναφέρει επίσης ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί με πιο συγκρατημένο ρυθμό μεσοπρόθεσμα, λόγω των πλεονασμάτων του πρωτογενούς ισοζυγίου.
Στο προβλεπόμενο 160,6% το 2024, ο δείκτης χρέους εξακολουθεί να προβλέπεται να είναι μεταξύ των υψηλότερων κρατικών ομολόγων, αλλά αυτό αντισταθμίζεται από παράγοντες όπως είναι το χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, οι πολύ μεγάλες λήξεις (κοντά στα 20 έτη) και τα σημαντικά ρευστά αποθέματα ρευστών διαθεσίμων (περίπου 15% του ΑΕΠ) μειώνουν τους κινδύνους των δημόσιων οικονομικών.
Σε ότι αφορά τις τράπεζες σημειώνεται ότι συνεχίζει να σημειώνεται σημαντική πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), με τον εγχώριο δείκτη ΜΕΔ να υποχωρεί στο 9,7% το τρίτο τρίμηνο του 2022, κάτω από 10% για πρώτη φορά από το 2009, λόγω των συναλλαγών τιτλοποίησης στο πλαίσιο του Ελληνικού Σχέδιο Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS) και οικονομική ανάκαμψη ευρείας βάσης.
Η Fitch προβλέπει ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα αναπτυχθεί 0,9% το 2023 και το 2,3% το 2024.
Αναφορικά με τον πληθωρισμό, η Fitch εκτιμά ότι θα χαλαρώσει αλλά ο κίνδυνος επιμένει. Έτσι θα παρουσιάσει σταθερή επιβράδυνση από 9,3% το 2022 σε 5% το 2023 και μόνο 1,5% το 2024.