Κάθε τόσο εκτίθενται για δευτερόλεπτα στο δημόσιο ακροατήριο, με τόνο άλλοτε στωικό άλλοτε σπαρακτικό και απελπισμένο, φωνές συνταξιούχων κάθε ηλικίας και φύλου για την διαρκώς επαπειλούμενη περαιτέρω μείωση των αποδοχών τους, που είναι συνάρτηση της πορείας των δημοσίων εσόδων και των ασφαλιστικών εισφορών.
Η απελπισία σπανίως έχει να κάνει με τους ίδιους. Τα σημεία αναφοράς τoυς είναι άνεργα παιδιά, εγγόνια και λοιποί, εν μέρει ή και εξ ολοκλήρου εξαρτώμενοι από την όποια σύνταξη μπορεί να ρίξει στάλες ανακούφισης στις πληγές των ελλείψεων μιας τυπικής οικογένειας σήμερα.
Ειδικώς όταν αυτή η οικογένεια δεν έχει την προστασία μιας έστω μισθοδοσίας και ασφαλιστικής κάλυψης του Δημοσίου. Ακόμη κι αν αυτή είναι αργομισθία ή θέση υπό καθεστώς κινητικότητας, διαθεσιμότητας και αξιολόγησης. Ειδικώς όταν οι μόνες προς αυτήν παροχές σε είδος είναι από κοινωνικά παντοπωλεία ή ενοριακά συσσίτια.
Οι φωνές της απόγνωσης σκίζουν σαν αστραπές το σκοτεινό τοπίο της ελληνικής κοινωνίας, μεγάλα τμήματα της οποίας βαίνουν προς ισοπέδωση από την δημοσιονομική προσαρμογή. Ιδίως αν αυτή εξελίσσεται τόσο επιτυχημένα και ισοπεδωτικά με ανέλπιστα πλεονάσματα την προσεχή διετία, όπως ανέφεραν χθες οι επαινετικές παρατηρήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ενώ λοιπόν η δημοσιονομική προσαρμογή κατακαίει πληθυσμό που αποσυντίθεται και λιπαίνει το νέο ανταγωνιστικό έδαφος για να δώσει πάνω του μάχες εύρεσης εργασίας και επιβίωσης ένα μικρό τμήμα από τις στρατιές των ανέργων… Ενώ ένας πυλώνας στήριξης ευάλωτων ομάδων πρωτογενώς και δευτερογενώς, δηλαδή το ασφαλιστικό σύστημα, οι συντάξεις, οι συνταξιούχοι και οι προστατευόμενες οικογένειες τους βρίσκονται στον αέρα και καταρρέουν, υπάρχει χώρος για θόρυβο σχετικά με τη φορολόγηση των σε είδος παροχών από τις επιχειρήσεις προς τους εργαζομένους.
Ο θόρυβος έγινε σαν να επρόκειτο για το σακί με τα κρεμμύδια που δίνει κάποιος στον εργάτη του για να φτιάχνει σούπες το χειμώνα και όχι για την εταιρική λιμουζίνα που παρέχει κάποιος στη στελεχάρα να πάει σε ένα σαλέ με την εταιρική κάρτα για να σκεφτεί χαλαρά στη σάουνα πως θα απολύσει δέκα υπαλλήλους για να γίνει ανταγωνιστικότερος. Ενώ με την ίδια εταιρική κάρτα θα πληρωθούν τα περισσότερα έξοδα της οικογενείας του.
Στη χρυσή περίοδο ΄99-’08, εκτός των άλλων τρόπων, πολλοί έφτιαξαν περιουσίες μόνο από όσα κέρδιζαν από την μη καταβολή φόρων ελέω των παροχών σε είδος από τις επιχειρήσεις. Τα ασφαλιστικά ταμεία και οι εφορίες, δηλαδή όλοι, υπό κανονικές συνθήκες, έχαναν και χάνουν τεράστια έσοδα επειδή στελέχη με ετήσιες αμοιβές από 60 – 100 χιλιάδες ευρώ και παραπάνω εξασφάλιζαν το μεγαλύτερο μέρος τους σε είδος. Σε αντίθεση με λίγους που κατέβαλαν σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορία από 20-40 χιλιάδες ετησίως με βάση αυτές τις κλίμακες απολαβών.
Τελικά τόσο ο ανακόλουθος και ένοχος τρόπος που το σύστημα εγείρει κατόπιν εορτής τις αξιώσεις του όσο και η υποκρισία όσων ιδιοτελών προτάσσουν μια ντουζίνα ρολό υγείας ή ένα κινητό τηλέφωνο έναντι μιας «Πόρσε» ή δυο ετήσιων διδάκτρων στο Κολέγιο, οδηγούν στο συμπέρασμα πως: ο θόρυβος σ’ αυτή τη χώρα, δυστυχώς, θα συνεχίσει να γίνεται με πρόσχημα τους ανίσχυρους προς όφελος των ισχυρών του χρήματος ή της εξουσίας είτε την κατέχουν είτε την διεκδικούν.