Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο: Οι αγορές ζητούν “σοκ και δέος” από την ΕΚΤ
”Είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα μειώσει τα επιτόκια την Πέμπτη. Τα μέλη του κυβερνητικού συμβουλίου ήρθαν πάρα πολύ κοντά σε αυτή την απόφαση στην προηγούμενη συνεδρίαση, του Απριλίου. Εκτοτε, η ανεργία στην ευρωζώνη έχει εκτιναχθεί στα ύψη και ο πληθωρισμός έχει βουλιάξει στο χαμηλό 3ετίας του 1,2%, πολύ χαμηλότερα από τον στόχο 2% της ΕΚΤ.
Η ίδια η ΕΚΤ δεν έχει την αυταπάτη ότι μια μείωση επιτοκίων θα προσφέρει σημαντικά αποτελέσματα.
Η ΕΚΤ γνωρίζει ότι η νομισματική πολιτική της είναι ήδη πολύ χαλαρή για την Γερμανία (ας ελπίσουμε ότι οι Γερμανοί τραπεζίτες με τις γεμάτες τσέπες δεν θα κάνουν ανεύθυνες κινήσεις). Για το μεγαλύτερο τμήμα της νοτίου Ευρώπης, όμως, ο «μηχανισμός μετάδοσης» -δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρονται οι μειώσεις των βασικών επιτοκίων στην πραγματική οικονομία- έχει χαλάσει.
Οι μικρές επιχειρήσεις της Ιταλίας καλούνται να επιβιώσουν με επιτόκια που οι γερμανοί ανταγωνιστές τους πλήρωναν πριν την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008, τότε που οι κεντρικοί τραπεζίτες υποχρεώθηκαν να μειώσουν κάθετα τα επιτόκια διεθνώς. Γεγονός που αποτυπώνει τις αδυναμίες του τραπεζικού τομέα στη Νότια περιοχή της ευρωζώης.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, μια μείωση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ κατά 0,25 μονάδες, λόγου χάρη, στο 0,5%, το μόνο που θα καταφέρει θα είναι να δείξει στους επιχειρηματίες και τους καταναλωτές του ευρωπαϊκού Νότου, ότι η ΕΚΤ «νοιάζεται» για εκείνους.
Αν δεν κάνει την έκπληξη με άλλα, πιο δυναμικά μέτρα –για παράδειγμα βοηθώντας απευθείας τις μικρές επιχειρήσεις-η αντίδραση θα είναι μάλλον υποτονική. Κάτι που δεν αντιπροσωπεύει τον Mario Draghi.
Από το Νοέμβριο του 2011 που ανέλαβε επικεφαλής της ΕΚΤ, ο κ. Draghi δεν φοβήθηκε να χρησιμοποιήσει το δόγμα «σοκ και δέος», διαθέτοντας κατ’αρχήν απεριόριστη τριετή ρευστότητα στις τράπεζες και στην συνέχεια πέρσι το καλοκαίρι δηλώνοντας ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να υπερασπιστεί την ευρωζώνη.
Αν και κατάφερε να αποτρέψει την καταστροφή, η ΕΚΤ νοιώθει ακόμη πολύ απογοητευμένη. Πρέπει να γίνει μεγάλη “διορθωτική” δουλειά σε θεσμούς, τράπεζες και τις οικονομίες της ευρωζώνης, για να αποκατασταθεί η ανάπτυξη, να μειωθεί η ανεργία και να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα της νομισματικής ένωσης.
Παρ΄ όλα αυτά, εξαιτίας των μέχρι τώρα κινήσεων των κεντρικών τραπεζών, περιλαμβανομένης και της ΕΚΤ, οι αγορές δείχνουν πολύ μεγάλη διάθεση να συγχωρήσουν τους πολιτικούς της ευρωζώνης.
Για παράδειγμα, παρά τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Ρώμη μετά τις ατελέσφορες εκλογές του Φεβρουαρίου, οι αποδόσεις στα ιταλικά κρατικά ομόλογα (κινούνται αντιστρόφως των τιμών) έχουν βουλιάξει. Καθώς ορκίστηκε πρόσφατα η νέα κυβέρνηση, οι αποδόσεις στα 10ετή ομόλογα διολίσθησαν κάτω από το 4% για πρώτη φορά από τα τέλη του 2010.
Οι αλλαγές στην επενδυτική συμπεριφορά είναι εντυπωσιακές. Όταν η κρίση στην ευρωζώνη κορυφωνόταν, οι αποδόσεις στα γερμανικά Bunds είχαν αρνητική συσχέτιση με τα ισπανικά και τα ιταλικά ομόλογα. Σε περιόδους πιέσεων, γινόταν μαζική προσφυγή στα Bunds ως καταφύγιο. Από το ξεκίνημα της φετινής χρονιάς όμως, οι αποδόσεις στα ισπανικά ομόλογα διάρκειας 2, 5 και 10 ετών έχουν θετική συσχέση με τα γερμανικά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της HSBC.
Πιο πρόσφατα ακόμη, προέκυψε θετική συσχέτιση ανάμεσα στις αποδόσεις των ιταλικών και των γερμανικών ομολόγων.
Αντί να ψάχνουν αιτίες για να πουλήσουν, οι επενδυτές ψάχνουν αιτίες για να αγοράσουν. Ένας σημαντικός λόγος είναι ότι η ΕΚΤ έχει απομακρύνει τον συναλλαγματικό κίνδυνο -τον κίνδυνο δηλαδή να διαλυθεί η ευρωζώνη και να μετατραπούν οι επενδύσεις σε πιο αδύναμα εθνικά νομίσματα.
Οι επενδυτές επίσης κάνουν πιο θετικές σκέψεις για τις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις. Οι αποδόσεις υποχωρούν μολονότι οι κυβερνήσεις «μαλακώνουν» την λιτότητα. Θα ήταν λογικό αν το αποτέλεσμα ήταν πιο δυνατή οικονομική ανάπτυξη με βελτίωση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους. Ωστόσο εν προκειμένω δεν υπάρχουν “αποδείξεις” ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί.
Επιστέγασμα σε όλα τα παραπάνω, ήταν η επίδραση του προγράμματος αγορών ομολόγων που ανακοίνωσε πρόσφατα η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας. Οι αποδόσεις στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης έχουν διολισθήσει περαιτέρω, με την προσδοκία ότι οι Ιάπωνες επενδυτές θα στραφούν σε ξένες επενδύσεις. Η Γαλλία έχει ευνοηθεί ιδιαίτερα από αυτή την τάση, λόγω και των υψηλότερων αποδόσεων που προσφέρει, σε σχέση με τα γερμανικά Bunds.
Αν και ο κ. Draghi πιθανότατα θα παραθέσει ως ένδειξη για την γιατρειά της ευρωζώνης, την πτώση στο κόστος δανεισμού των κρατών, η εμπειρία των τριών τελευταίων ετών είναι ότι χρειάζεται πίεση από τις αγορές για να πιεστεί σε μεταρρυθμίσεις η ευρωζώνη. Αυτή η πίεση έχει ξεθυμάνει. Τα σχέδια για ισχυρότερη δημοσιονομική και τραπεζική ενότητα στην ευρωζώνη εκπονήθηκαν όταν τα ισπανικά και ιταλικά ομόλογα είχαν απόδοση περίπου στο 7%. Έκτοτε, η πρόοδος είναι πολύ βραδεία.
Οι αγορές λοιπόν μπορεί να «ξαναχτυπήσουν». Την αντίδρασή τους ίσως προκαλέσει η συνειδητοποίηση ότι οι Ιάπωνες επενδυτές δεν πρόκειται να βγουν έξω από την εθνική αγορά τους ή τυχόν υποβαθμίσεις από οίκους αξιολογήσεων, για παράδειγμα εναντίον της Ισπανίας. Αυτό θα υποχρέωνε τους επενδυτές να ξανασκεφτούν. Είναι όμως πιθανό η ευρωζώνη να μείνει παγιδευμένη σε μια παρατεταμένη περίοδο ηρεμίας στις αγορές ομολόγων.
Αν συμβεί αυτό, είναι ευνόητο να καταλάβουμε ποιος θα πιεστεί και πάλι να σκεφτεί νέα μέτρα «σοκ και δέος» για να σπρώξει προς την ανάπτυξη την οικονομία της ευρωζώνης: Ναι, για εσάς μιλάμε, κ. Draghi”.
Διαβάστε επίσης:
Πηγή Euro2day