«Η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχισθεί τα επόμενα χρόνια. Η κατανάλωση θα συμβάλλει περισσότερο στην παραγωγή, καθώς η αγορά εργασίας βελτιώνεται, ωθώντας σε ισχυρότερα μισθολογικά κέρδη και ενισχύοντας τα εισοδήματα και τις δαπάνες που τελικά θα διοχετευθούν στην αγορά κατοικιών», σημειώνει η έκθεση. Ο πληθωρισμός, ο οποίος παραμένει συγκρατημένος από την αρχή του 2017, θα κλείσει σταδιακά την απόσταση της μίας ποσοστιαίας μονάδας από την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Η ισχυρότερη παγκόσμια ανάπτυξη είναι καλός οιωνός για τη χώρα, τόσο αναφορικά με την αύξηση των εξαγωγών όσο και με τη μεγαλύτερη εισροή τουριστών στη Μεσόγειο.
Η βελτιούμενη αγορά εργασίας και τα εισοδηματικά κέρδη θα αναζωογονήσουν σταδιακά τη ζήτηση κατοικιών και με τη σειρά της θα ενισχύσει τη στεγαστική αγορά, αναφέρει η έκθεση. Η ανάκαμψη της στεγαστικής αγοράς θα είναι διαφοροποιημένη γεωγραφικά. Θα είναι ισχυρότερη στις περιοχές γύρω από την Αθήνα, ενώ η υπόλοιπη Ελλάδα θα δυσκολευθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος, σημειώνει ο οίκος.
“Μπαίνει τέλος στην κρίση χρέους στην Ευρωζώνη”
«Οκτώ χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης κρατικού χρέους, η Ελλάδα έχει κάνει επαρκή πρόοδο για να χαλαρώσουν οι πιστωτές της τους περιορισμούς και να επιτρέψουν στους Έλληνες να επανέλθουν στις διεθνείς αγορές ομολόγων», αναφέρει, προσθέτοντας: «Η ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος τον Αύγουστο αποτελεί το συμβολικό τέλος στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, η οποία έθεσε εν αμφιβόλω την επιβίωση του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος στις αρχές της δεκαετίας. Με την ολοκλήρωση του προγράμματος – οκτώ ολόκληρα χρόνια εξάρτησης από δάνεια διάσωσης από την Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο – η Ελλάδα θα πρέπει τώρα να αυτοχρηματοδοτείται μόνο από τις κεφαλαιαγορές και από το απόθεμά της. Αυτό θα εξαλείψει, επίσης, την ανάγκη της Ελλάδας να υφίσταται πλέον δημοσιονομική λιτότητα και οικονομικές αναδιαρθρώσεις κατ’ απαίτηση των διεθνών πιστωτών της, που αποτελούσαν όρους για τη διάσωση».
Υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι να χάσουν οι Έλληνες το έδαφος που έχουν κερδίσει, όπως ο μυθικός Σίσυφος, σημειώνει η έκθεση. «Αν και υπάρχουν πολλές εξωτερικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να διακόψουν την οικονομική ανάκαμψη (όπως οι αυξανόμενες προστατευτικές πολιτικές και οι συνεχιζόμενοι εμπορικοί πόλεμοι), η Ελλάδα αντιμετωπίζει δύο βασικούς εγχώριους κινδύνους για μία διατηρήσιμη επάνοδο στις διεθνείς αγορές. «Πρώτον, οι ελληνικές Αρχές θα πρέπει να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους στους πιστωτές, εφαρμόζοντας όσα έχουν συμφωνηθεί, ώστε η χώρα να μη χάσει την αξιοπιστία που δημιούργησε η ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας.
Δεύτερον, η Ελλάδα αντιμετωπίζει πολιτικούς κινδύνους. Κυρίως, η κυβέρνηση είναι πιθανόν να αντιμετωπίσει μία αλλαγή εξουσίας στις επόμενες εκλογές στις αρχές του 2019, που θα μπορούσε να ενισχύει την αβεβαιότητα όσον αφορά το αν η χώρα θα θεσπίσει τις αναγκαίες πολιτικές για να διασφαλίσει ότι θα παραμείνει βιώσιμο το κρατικό χρέος».