Την επισήμανση αυτή έκανε ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, σε συνέντευξή του η οποία θα δημοσιευθεί, αύριο, στο περιοδικό Der Spiegel.
Στην ίδια συνέντευξη, ο κ. Ντράγκι υπεραμύνεται της απόφασης της ΕΚΤ για αγορά ομολόγων από τις υπερχρεωμένες χώρες του ευρώ, υποστηρίζοντας ότι «τα επιτόκια σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες περιείχαν πρόσθετη επιβάρυνση για εικασίες σχετικά με ενδεχόμενη κατάρρευση της Ευρωζώνης, άρα, επειδή αυτές οι εικασίες ήταν αδικαιολόγητες, έπρεπε να δράσουμε για να τις καταπολεμήσουμε». Τονίζει, επίσης, ότι δεν περιμένει απώλειες για τους φορολογούμενους από αυτές τις ενέργειες της ΕΚΤ: «Το εντελώς αντίθετο: Μέχρι τώρα είχαμε και κέρδη από τις αγορές ομολόγων, που εισέρρευσαν στις εθνικές τράπεζες». Αν οι κυβερνήσεις της νοτίου Ευρώπης συνεχίσουν την επιτυχή μεταρρυθμιστική πολιτική τους των τελευταίων μηνών, αυτό θα συνεχιστεί και στο μέλλον, επισημαίνει.
Ο επικεφαλής της ΕΚΤ υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, την πρόταση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαίου Επιτρόπου Νομισματικών Υποθέσεων. «Υποστηρίζω ρητά την πρόταση», δηλώνει ο πρόεδρος της ΕΚΤ στη συνέντευξή του στο Spiegel και προσθέτει: «Είμαι βέβαιος ότι, αν θέλουμε να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία στην Ευρωζώνη, οι χώρες θα πρέπει να εκχωρήσουν μέρος της κυριαρχίας τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι κυβερνήσεις έλαβαν αποφάσεις, οι οποίες πριν από έναν χρόνο θα ήταν αδιανόητες. Αυτή είναι μια πρόοδος, αλλά δεν αρκεί».
Σε ό,τι αφορά το μέλλον της Ευρωζώνης, ο κ. Ντράγκι τάσσεται υπέρ της ολοκλήρωσής της, καθώς, όπως λέει, για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, δεν χρειάζονται μόνο κανόνες, αλλά «πρέπει να διασφαλισθεί ότι οι κανόνες θα τηρηθούν». Υποστηρίζει δε την ανάθεση της τραπεζικής εποπτείας στην ΕΚΤ και επικρίνει τα εθνικά εποπτικά όργανα, τα οποία, όπως εκτιμά, «επανειλημμένα κατά το παρελθόν αποσιώπησαν δυσκολίες που υπήρχαν στον τραπεζικό τομέα».
Ερωτηθείς για το ζήτημα της διαμάχης με τον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας Γιενς Βάιντμαν, ο κ. Ντράγκι δηλώνει: «Θα ευχόμουν κάποιες συζητήσεις να διεξάγονται πιο ελεγχόμενα», αλλά διευκρινίζει ότι ο ίδιος και ο κ. Βάιντμαν συνεχίζουν να έχουν «μεγάλη κατανόηση» ο ένας για τον άλλο. «Έχουμε τον ίδιο στόχο και οι διαφορές στις απόψεις μας για τα σωστά εργαλεία δεν είναι αγεφύρωτες», καταλήγει.
Διαβάστε επίσης :