Η μείωση των επιτοκίων του ευρώ κατά 0,25% στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου της ΕΚΤ μέσα στον Ιούνη είναι πλέον κάτι που μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο.
Όλα τα μέλη του Συμβουλίου έχουν εκφρασθεί «θετικά» για μια τέτοια κίνηση και μόνο ένα απρόβλεπτο σοκ τα επόμενα 24ωρα θα μπορούσε να την θέσει σε αμφισβήτηση. Μέχρι εδώ η σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα για τα μέλλοντα να συμβούν τον Ιούνιο.
Από την επόμενη ημέρα όμως όλα είναι και πάλι στον αέρα. Εκ των ισχυρών του Συμβουλίου, άλλοι προβλέπουν μία ανάπαυλα μέχρι… να δούμε πώς θα πάει και άλλοι, όπως ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης αναρωτιούνται δημόσια, γιατί να πρέπει από τώρα να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να ξανασυζητηθεί το θέμα και μέσα στον Ιούλιο. Με άλλα λόγια η απόλυτη αβεβαιότητα για τα μέλλοντα να συμβούν τον Ιούλιο…
Οι λόγοι αυτής της δημόσιας διαφοροποίησης έχει να κάνει με τα περιβόητα οικονομικά «δεδομένα». Δεν υπάρχουν σταθερά «δεδομένα» ούτε για το διάστημα του διμήνου Ιουνίου – Ιουλίου. Και χωρίς «δεδομένα» πλέον η ΕΚΤ δεν είναι σε θέση να κάνει ούτε ένα βήμα.
Αυτό δεν έχει συμβεί με τόσο κυνική παραδοχή από πλευράς ηγεσίας των νομισματικών αρχών, ούτε στην μεγάλη κρίση του 2008 – 2009… Η απόλυτη παραδοχή ότι οι νομισματικές αρχές δεν είναι σε θέση πλέον με τις αναλύσεις τους να προβλέψουν την κατάσταση για περισσότερο από ένα μήνα (!). Μπορούν μόνο να αποφασίσουν όταν υπάρχουν «δεδομένα», δηλαδή μόνο κατόπιν εορτής…
Από μόνη της αυτή η παραδοχή δεν είναι κάτι για το οποίο οι διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών μπορούν να είναι υπερήφανοι για το πως κάνουν την δουλειά τους, αφού πλέον μόνο «πυροσβεστικά» μπορούν να δράσουν στο διεθνές ή το ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα.
Και το ερώτημα είναι «γιατί»; Τι είναι αυτό που έχει ξεφύγει πλέον από τα όρια των δυνατοτήτων ελέγχου των νομισματικών αρχών; Η απάντηση αποτυπώνεται με αρκετή ευκρίνεια στην διαρκή απώλεια ελέγχου της νομισματικής κυκλοφορίας, σε μία περίοδο που οι νομισματικές αρχές, δηλαδή οι κεντρικές τράπεζες, υποτίθεται ότι εφαρμόζουν περιοριστική νομισματική πολιτική (υψηλά επιτόκια και μέτρα νομισματικής σύσφιξης). Το Μ2 έχει ήδη ξεφύγει από τις επιδιώξεις τόσο από τον κ. Πάουελ όσο και από την κα Λαγκάρντ…
Μία δεύτερη απάντηση αποτυπώνεται στο φαινομενικό παράδοξο της διαρκούς ανόδου της τιμής του χρυσού έναντι του δολαρίου και κατά συνέπεια των συνδεδεμένων με αυτό νομισμάτων. Με άλλα λόγια της διαρκούς διολίσθησης της πραγματικής αξίας του δολαρίου και των άλλων νομισμάτων.
Το δίλλημα
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον και κάτω από την πίεση της δυναμικής της οικονομικής επιβράδυνσης οι κεντρικές τράπεζες είναι υποχρεωμένες να κινηθούν και πάλι… ανάποδα, ήτοι να προσπαθήσουν να μειώσουν το κόστος του χρήματος από τα ύψη στα οποία το ανέβασαν μέσα στα δύο τελευταία χρόνια. Και εδώ είναι που αρχίζουν τα «άλλα» προβλήματα.
Οι διαφορετικές φάσεις διολίσθησης που βρίσκονται οι οικονομίες ΗΠΑ και ΕΕ περιορίζουν δραστικά τις δυνατότητες για «συντονισμένες» κινήσεις όσο αφορά την ταχύτητα και την πυκνότητα παρεμβάσεων στο ύψος των επιτοκίων, κατά συνέπεια και για την νομισματική σταθερότητα.
Στις ΗΠΑ η οικονομία, που συνεχίζει να «ντοπάρεται» και να χρηματοδοτείται από το υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα και την κάλυψή του από μία «τρελή» πορεία αύξησης του χρέους, παραμένει σε χαμηλούς μεν αλλά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, όσο διαρκεί η προεκλογική περίοδος. Και αυτό σημαίνει ότι η μείωση των επιτοκίων δεν είναι ούτε τόσο πιεστική ούτε τόσο άμεσα αναγκαία. Τουλάχιστον μέχρι τον Νοέμβριο…
Στην Ευρωζώνη όπως και στην Μ. Βρετανία όμως, η άμεση ανάγκη μείωσης των επιτοκίων είναι δραματικά πιεστική. Γι’ αυτό άλλωστε η μείωση τον Ιούνιο είναι «εκ των ων ουκ άνευ», αλλά μέχρι εκεί. Γιατί η μείωση των επιτοκίων στην Ευρώπη και όχι ταυτόχρονα στις ΗΠΑ, θα αυξήσει -κανείς δεν γνωρίζει ακόμα πόσο- την ψαλίδα μεταξύ ευρώ – δολαρίου και κατά συνέπεια των ροών κεφαλαίου ανάμεσα στις δύο αγορές ομολόγων.
Ή για να το πούμε απλά, γιατί να μη μετακινήσεις τα κεφάλαιά σου στα αμερικάνικα ομόλογα που θα εξακολουθούν να δίνουν υψηλότερα επιτόκια και να τα αφήσεις στην ευρωπαϊκή αγορά ευρωομολόγων των οποίων η απόδοση θα συνεχίσει να μειώνεται…
Η αλήθεια είναι ότι η άρνηση κάποιων από τους ευρωπαίους κεντρικούς τραπεζίτες για νέες μειώσεις επιτοκίων μετά από εκείνη του Ιουνίου, δεν έχει να κάνει με τίποτα άλλο παρά με αυτό τον φόβο, τον φόβο της απώλειας κεφαλαίων από την ευρωπαϊκή κατακερματισμένη ακόμα κεφαλαιαγορά.
Με άλλα λόγια δεν είναι μόνο ότι οι ευρω-τραπεζίτες δεν είναι σε θέση να προβλέψουν και να δράσουν με βάση τις προβλέψεις τους για το ευρώ, αλλά -για όσα «μέτρα» μπροστά τους μπορούν να διακρίνουν- μόνο άσχημα μαντάτα μπορούν να «δουν»…