Η αναβάθμιση του ελληνικού δημόσιου χρέους σε Investment Grade, δεν έγινε ούτε μέσα από την μείωσή του, ούτε μόνο μέσα από την αναδιάρθρωσή του.
Επισήμως πλέον μέσα στις αναλύσεις των Οίκων Αξιολόγησης, ως βασικός παράγοντας της αναβάθμισης αναγνωρίζεται ο δραστικός και ραγδαίος «εξοστρακισμός» των κόκκινων δανείων από τους ισολογισμούς των συστημικών τραπεζών στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια η εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Πώς έγινε αυτή; Με δύο τρόπους.
Ο ένας ήταν η τεράστια χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των εγχώριων τραπεζών με δεκάδες δις ευρώ από το ελληνικό δημόσιο.
Ο δεύτερος τρόπος σε συνδυασμό με την ανακεφαλαιοποίηση, ήταν η ενεργοποίηση-δρομολόγηση του ειδικού εργαλείου απαλλαγής των ισολογισμών τους από τα κόκκινα δάνεια, του Ηρακλή Ι και ΙΙ και τώρα Ηρακλή ΙΙΙ.
Για τους λιγότερο εξοικειωμένους με τις σχετικές διαδικασίες να αναφέρουμε εδώ ότι η ανακεφαλαιοποίηση έγινε στην πρώτη φάση της με άμεσο τρόπο (ειδικά κρατικά ομόλογα) και στην συνέχεια μέσα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Ο Ηρακλής Ι – ΙΙ -ΙΙΙ από την πλευρά του είναι ένα εργαλείο που διασφάλισε εγγυήσεις του δημοσίου (9 δις ευρώ μέχρι σήμερα) για να γίνει στην συνέχεια η τιτλοποίηση των κόκκινων δανείων (npls) των συστημικών τραπεζών και να απαλλαγούν έτσι οι τράπεζες από τις εξωφρενικές εκπτώσεις που ήταν υποχρεωμένες να παρέχουν στους αγοραστές κόκκινων δανείων.
Η διαδικασία αυτή έχει επιτρέψει μία πρωτοφανή σε ταχύτητα στα διεθνή τραπεζικά χρονικά, μείωση των κόκκινων δανείων – που δεν εξαφανίστηκαν, απλά έφυγαν από τις πλάτες των τραπεζών – και έτσι την «επιστροφή» του εγχώριου τραπεζικού συστήματος σε ένα status που επέτρεψε την συνολική αναβάθμιση του ελληνικού χρέους το τελευταίο δωδεκάμηνο.
Εδώ όμως χρειάζεται να γίνει μία επισήμανση αναγκαία για να υπενθυμίσουμε σε όλους ότι ο βασικός εγγυητής αυτής της διαδικασίας είναι το ελληνικό δημόσιο.
Και ότι το ελληνικό δημόσιο το τελευταίο που θα ήθελε να δει είναι η …ανατροπή αυτού του αποτελέσματος.
Για να το πούμε με απλά λόγια, ο Ηρακλής Ι και ΙΙ ολοκληρώθηκαν σε συνθήκες που το ελληνικό χρέος ήταν σε non investment grade διαβάθμιση. Και οι εγγυήσεις του για τον Ηρακλή Ι και ΙΙ μπορούσαν να έχουν αυτόν τον ρόλο στις τιτλοποιήσεις, μόνο επειδή η ΕΚΤ έδωσε κατ’ εξαίρεση στα συγκεκριμένα ομόλογα/εγγυήσεις καθεστώς zero risk. Κάπως έτσι … τετραγωνίσθηκε ο κύκλος που επέτρεψε να ανοίξει ο δρόμος στην ραγδαία μείωση των Npls και στην αναβάθμιση του δημόσιου χρέους.
Ο Ηρακλής ΙΙΙ είναι διαφορετικός
Για να έρθουμε τώρα στο σήμερα – και να εξηγήσουμε την αιτιολογία αυτού του σχολίου – σημειώνουμε εδώ ότι έχει ανοίξει τελευταία μία δημόσια συζήτηση που τροφοδοτείται από «δημοσιογραφικές πληροφορίες» περί αντίστοιχων συζητήσεων μεταξύ τραπεζών – κυβέρνησης – Τράπεζας της Ελλάδος.
Η συζήτηση αυτή αναφέρει ότι «υπάρχουν σκέψεις» και προβληματισμοί για το ότι το ελληνικό δημόσιο πρέπει – ή ακόμα και σκέπτεται – να δώσει και άλλες εγγυήσεις κάπου 2 – 3 επιπλέον δις ευρώ για να τιτλοποιηθούν και τα υπόλοιπα κόκκινα δάνεια τόσο των συστημικών όσο και των μη συστημικών τραπεζών, διευκολύνοντας έτσι και την συγκεντροποίηση του λεγόμενου πέμπτου πυλώνα (πχ. συγχώνευση Τράπεζας Αττικής και Παγκρήτιας).
Τι ακριβώς συμβαίνει εδώ; Πρώτα – πρώτα να υπενθυμίσουμε ότι ο τρόπος παροχής εγγυήσεων για τιτλοποιήσεις τόσο από την ΕΚΤ όσο και από την αρμόδια DGComm της Κομισιόν έχουν αλλάξει από την στιγμή που το ελληνικό δημόσιο πήρε την αναβάθμιση του investment grade.
Και οι όροι με τους οποίους «κρίνονται» τα κόκκινα δάνεια και διαβαθμίζονται από τους αρμόδιους φορείς για να τιτλοποιηθούν, δεν είναι οι ίδιοι με εκείνους του Ηρακλή Ι και ΙΙ.
Αυτό σημαίνει ότι η έκδοση ομολόγων από το ελληνικό δημόσιο (ΟΔΔΗΧ) και η «ενοικίασή» τους στις τράπεζες ως εγγύηση τιτλοποιήσεων npls ενέχει πλέον κινδύνους αρνητικού σχολιασμού από τους Οίκους Αξιολόγησης γιατί αφ’ ενός αυξάνει το δημόσιο χρέος και αφ’ εταίρου το «φορτώνει» με assets που εμπεριέχουν ρίσκο.
Το οποίο με την σειρά του ενσωματώνεται στην αξιολόγηση του δημόσιου χρέους.
Η «απαίτηση» κατά συνέπεια κάποιων τραπεζών να αναλάβει το δημόσιο τέτοιο κίνδυνο είναι εξαιρετικά προβληματική και γίνεται ακόμα πιο προβληματική όταν στις συζητήσεις και τους προβληματισμούς αυτούς εμφανίζουν να εμπλέκεται και η εποπτική αρχή (δεν υπάρχουν σχετικά δημόσια σχόλια από την ΤτΕ, παρά μόνο «δημοσιογραφικές πληροφορίες»).
Να θυμίσουμε ότι το ήδη ισχύον καθεστώς για τον Ηρακλή ΙΙΙ έχει διάρκεια μέχρι τις 31/12/2024 με τους ισχύοντες όρους από τις αρμόδιες κοινοτικές υπηρεσίες και την ΕΚΤ.
Μέχρι στιγμής το ύψος των εγγυήσεων που θα απαιτηθούν από τα προγράμματα τιτλοποίησης που έχουν αιτηθεί συμμετοχή και μπορούν να ικανοποιήσουν τις προϋποθέσεις για τον εγκεκριμένο Ηρακλή ΙΙΙ δεν ξεπερνούν τα 800 εκ. ευρώ και ενδέχεται να αγγίξουν το 1 δις ευρώ.
Αν όπως οι προαναφερθείσες συζητήσεις προχωρήσουν και οδηγηθούν σε αιτήματα παράτασης του Ηρακλή ΙΙΙ πέραν του 2024, τρείς είναι οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι:
- Ό ένας είναι ότι οι όποιες αλλαγές στην χρονική διάρκεια, θα συμπαρασύρουν και τα ήδη υπάρχοντα πακέτα σε αναθεώρηση όρων παροχής εγγυήσεων προς το αυστηρότερο, ανάλογα της ποιότητας των προτεινόμενων πακέτων npls.
- O δεύτερος είναι ότι η κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ευρωζώνη λόγω των ευρύτερων εξελίξεων στην νομισματική πολιτική, αλλά και στην κατάσταση της οικονομίας στην Ε.Ε. επιδεινώνεται με αποτέλεσμα η ΕΚΤ και οι εποπτικές αρχές να επανεξετάζουν τα συστήματα εξασφάλισης της τραπεζικής σταθερότητας αυξάνοντας τις απαιτήσεις τους απέναντι στις τράπεζες.
- Ο τρίτος είναι ότι και οι δύο προηγούμενοι κίνδυνοι επηρεάζουν αρνητικά και όχι θετικά, την δυναμική βελτίωσης του δημόσιου χρέους, σε μία κρίσιμη καμπή της αξιολόγησής του, καθώς ακόμα η Moody’s κρατάει την Ελλάδα σε non investment grade.
Και κατά τις υπάρχουσες εκτιμήσεις αυτό δεν θα αλλάξει μέσα στο 2024…
Με αυτά τα δεδομένα στο τραπέζι, είναι προφανές ότι ο ρόλος του Ηρακλή στο «να καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία» στο τραπεζικό σύστημα, έχει μάλλον ολοκληρωθεί.
Και πρέπει οι τράπεζες επιτέλους να «απογαλακτισθούν» από το ελληνικό δημόσιο, όχι μόνο από το ΤΧΣ, αλλά και από τον ΟΔΔΗΧ…