Στόχος της εταιρείας, αποτελεί η ανάδειξή της σε μία μεγάλη βιομηχανία τροφίμων, καθώς εκτός από τα κοτόπουλα, τις γαλοπούλες και τα κουνέλια, τώρα, επεκτείνεται στο κόκκινο κρέας, στα προψημένα φαγητά, και στις ιχθυοτροφές.
Την ίδια στιγμή, η οικογένεια Νιτσιάκου χαράσσει επεκτατικά σχέδια και στον ξενοδοχειακό τομέα, δίνοντας προτεραιότητα στην Αττική και τα νησιά. Στα σχέδια της εταιρείας για την επόμενη δεκαετία, αναφέρθηκε η Μαριλένα Νιτσιάκου, διευθύντρια Πωλήσεων και Μάρκετινγκ, κι εκπρόσωπος δεύτερης γενιάς της οικογένειας Νιτσιάκου.
Ειδικά για την περίοδο 2020 με 2022 έχουν σχεδιαστεί για να υλοποιηθούν επενδύσεις ύψους 25 εκατ. ευρώ, που περιλαμβάνουν: Τον εκσυγχρονισμό και την αύξηση δυναμικότητας στα 5.000 πτηνά ανά ώρα στο πτηνοσφαγείο της Θεσσαλονίκης, την κατασκευή νέου εργοστασίου με γραμμές επεξεργασίας υποπροϊόντων σφαγής, την είσοδο στην αγορά αρνίσιου και μοσχαρίσιου κρέατος με δημιουργία μονάδων εκτροφής και τυποποιητηρίου κόκκινου κρέατος στα Δολιανά Ιωαννίνων, μία νέα γραμμή σφαγής, καθώς και τον διπλασιασμό του τυποποιητηρίου στη ΒΙ.ΠΕ Ιωαννίνων.
Μέσα στο 2019, εξάλλου, ολοκληρώθηκαν στρατηγικές επενδύσεις που έφτασαν τα 10 εκατ. ευρώ και μεταξύ άλλων, περιλάμβαναν την επέκταση του τυποποιητηρίου των Ιωαννίνων και την εγκατάσταση νέων γραμμών μηχανικής αποστέωσης. Επίσης, έγινε εκσυγχρονισμός των δύο εργοστασίων ζωοτροφών σε Ιωάννινα και Άρτα με στόχο την ποιοτική βελτίωση του παραγόμενου pellet, καθώς και εγκατάσταση νέου βιολογικού καθαρισμού επεξεργασίας υγρών λυμμάτων στο πτηνοσφαγείο Ιωαννίνων. Επιπλέον, μέσα στο 2019, ξεκίνησε τη λειτουργία της η επέκταση και η εγκατάσταση της νέας γραμμής προψημένων προϊόντων στην εταιρεία Foodmaster, του ομίλου Νιτσιάκος, στην Άρτα.
Όπως ανέφερε η Μ. Νιτσιάκου, ικανοποιητική είναι η αποδοχή που έχουν τα προϊόντα της εταιρείας στο εξωτερικό, με τις εξαγωγές σε κοτόπουλο και γαλοπούλα να ακολουθούν ανοδική πορεία. Το 2019, ο κύκλος εργασιών της εταιρείας, αναμένεται να φθάσει τα 370 εκατ. ευρώ, από 345 εκατ. το 2018, ενώ να σημειωθεί, ότι η Νιτσιάκος διαθέτει δέκα εργοστάσια και δίκτυα διανομής, απασχολώντας περίπου 1.000 εργαζομένους.