Η ελληνική κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στον σχεδιασμός της που δεν είναι άλλη από μία καθαρή έξοδο από το Μνημόνιο το προσεχές καλοκαίρι. Από την άλλη πλευρά οι δανειστές για πρώτη φορά είναι ουσιαστικά διασπασμένοι. Οι επιδιώξεις της κάθε μία πλευράς ΕΚΤ, Κομισιόν και ΔΝΤ απέχουν αρκετά και ουσιαστικά επικρατεί μία πραγματική Βαβέλ.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέλει την προληπτική γραμμή στήριξης, προκειμένου να παραμείνει σε τροχιά η χώρα και κατ΄ επέκταση οι τράπεζες και να μην υπάρξουν κλυδωνισμοί στην μετά Μνημόνιο εποχή.
Η Κομισιόν θέλει να απαλλαγεί από τον βραχνά που λέγεται Ελλάδα και προκρίνει την ισχυρή εποπτεία πιστεύοντας ότι η Ελλάδα μπορεί μέσω των πλεονασμάτων να καλύψει τις ανάγκες και δεν χρειάζεται άμεση πρόσβαση στις αγορές για την άντληση σημαντικών κεφαλαίων.
Το Ταμείο από την δική του πλευρά, θέλει βασικά να φύγει από το πρόγραμμα, έχοντας αφήσει πίσω του έναν στοιχειώδες οδικό χάρτη που να συνδέεται με την ρύθμιση του χρέους και την εξασφάλιση των πλεονασμάτων που έχουν συμφωνηθεί. Για αυτούς προέχει να συμφωνηθεί άμεση η λύση για το χρέος, να έρθει νωρίτερα η μείωση του αφορολόγητου και να υλοποιηθεί η μείωση των συντάξεων.
Σε ένα πράγμα συμφωνούν όλοι οι παραπάνω. Ότι δεν θέλουν να υπάρξει πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες, η οποία θα ανατρέψει τον σχεδιασμό. Θέλουν μέσα από τις αντιθέσεις τους να κλείσουν την «επόμενη ημέρα» και να επιτηρήσουν την συμφωνία σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντας.
Το παιχνίδι έχει ήδη ξεκινήσει και θα κορυφωθεί στο 2μηνο Μάιος – Ιούνιος, που θα διαμορφωθεί ο οδικός χάρτης για το χρέος αλλά και τέσσερις προϋποθέσεις που χρειάζονται για να κλείσει η διαπραγμάτευση ομαλά.
Σύμφωνα με κορυφαίο παράγοντα του Eurogroup, ωστόσο, ακόμα δεν ξεκινήσαμε και άρχισαν οι γκρίνιες για τη «χαλαρότητα» με την οποία αντιμετωπίζεται -επικοινωνιακά τουλάχιστον- η επόμενη μέρα.
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι συζήτηση μεταξύ των εκπροσώπων του ΔΝΤ και της ΕΕ για τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, δεν έχει συζητηθεί ακόμη και είναι άγνωστο αν και πότε αυτό θα συμβεί. Η ΕΕ κρατάει το ΔΝΤ σε απόσταση, καθώς έχει διαπιστώσει ότι επιμένει σταθερά στις δημοσιονομικές προβλέψεις του, κάτι που αναμένεται να φέρει άλλη μια σύγκρουση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και να επιμείνει σε μεγάλη αναδιάρθρωσή του.
Με τον επίσημο διορισμό υπουργού Οικονομικών στη Γερμανία, αναμένεται περί τις αρχές Απριλίου να ξεκινήσουν και οι διμερείς επαφές του προέδρου του Eurogroup για την Ελλάδα, ώστε να σφυγμομετρήσει τις διαθέσεις του σκληρού πυρήνα. Μέχρι τότε, τα όσα λέγονται είναι ασκήσεις επί χάρτου.
Αυτό που έχει αποκρυσταλλωθεί είναι απλά ότι θα υπάρξει μια «υβριδική πιστοληπτική γραμμή», που θα συνδυάζεται με το λεγόμενο «μαξιλάρι» από τις αγορές και τα κονδύλια από τον ΕΣΜ, ώστε να υπάρξει και το conditionality.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ, παρά τους χαμηλούς τόνους που κράτησε στο συνέδριο των Δελφών για να μη δημιουργήσει πολιτικό πρόβλημα, έχει ξεκαθαρίσει ότι θα δοθούν κονδύλια από τον ESM, ώστε να υπάρχει και η επίβλεψη – εποπτεία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι τις παραπάνω διεργασίες φαίνεται να γνωρίζει και η Αθήνα και δεν μοιάζει να προβάλλει αντιστάσεις, περιμένοντας ίσως να δει τι θα γίνει με το χρέος και πώς θα διαμορφωθεί η «υβριδική λύση».
Ο κορυφαίος αξιωματούχος ανέφερε ότι η Ελλάδα ελπίζει ότι μέσα από την ιδιοκτησία του προγράμματος θα διαχειρίζεται όπως επιθυμεί τα κονδύλια, φτάνει να πιάνει τους στόχους του 3,5% του πλεονάσματος.
Κανείς, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν τοποθετείται επ’ αυτού, έστω και ανεπίσημα. Πρώτα πρέπει να λυθεί το θέμα του ΔΝΤ, μετά του χρέους (αφού διαμορφωθούν τον Μάιο οι δημοσιονομικές προβλέψεις) και τον Ιούνιο αναμένεται η συνολική διαπραγμάτευση, όπου θα ξεδιπλωθούν και οι πραγματικές προθέσεις.
Όσο για τις παρεμβάσεις του διοικητή της TτE, αυτές έχουν τη στήριξη της ΕΚΤ, η λογική της οποίας κινείται στις προϋποθέσεις που αναφέραμε πιο πάνω. Υπενθυμίζουμε ότι οι εκθέσεις και τοποθετήσεις των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης έχουν συνήθως τη σφραγίδα της Φρανκφούρτης, πριν αυτές δημοσιοποιηθούν.
Η Κομισιόν πάντως διαμηνύει προς όλες τις κατευθύνσεις πως χρειάζεται πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα και έτσι η τελική απόφαση πρέπει να είναι όχι μόνο πολιτικά διατηρήσιμη αλλά και εκμεταλλεύσιμη από την Αθήνα.
Του Θανάση Παπαδή