Κάθε χρόνο τέτοιο καιρό στην παραμυθένια Σίντρα της Πορτογαλίας η ΕΚΤ, με διοργανωτή την Κεντρική Τράπεζα της Πορτογαλίας, κάνει κάτι σαν το Jackson Hole της Fed.
Μια συνάντηση – συμπόσιο, όπου η Λαγκάρντ και οι άλλοι προσκεκλημένοι κεντρικοί τραπεζίτες, σε ένα ιστορικό περιβάλλον παρουσιάζουν τις εκτιμήσεις τους για το μέλλον με ένα «μετρημένο» συνήθως λεξιλόγιο.
Σ’ αυτή την συνάντηση (1 – 2/7) πέρα από τα όσα σε επίπεδο πολιτικής ακούγονται από το στόμα των επιτελικών στελεχών της ΕΚΤ, παρουσιάζονται και ορισμένες μελέτες που έχουν προετοιμασθεί ειδικά για να δημοσιοποιηθούν στην συνάντηση αυτή, από τα επιτελεία των οικονομολόγων της ΕΚΤ.
Με άλλα λόγια, αν οι κεντρικοί τραπεζίτες και η Λαγκάρντ σε όσα πουν στην συνάντηση αυτή οφείλουν να λάβουν υπόψη ότι πρέπει να καθησυχάσουν τις αγορές, ειδικά στην τρέχουσα συγκυρία και γι’ αυτό χρωματίζουν την οικονομία με …πολιτική, οι μελετητές με τις έρευνές τους, απλά εκθέτουν τις «αλήθειες» που έχουν εντοπίσει χωρίς να νοιάζονται για το πως θα ακουστούν.
Εδώ λοιπόν είναι το ενδιαφέρον. Μία από τις μελέτες που θα παρουσιασθούν το διήμερο αυτό, αφορά τα πραγματικά αίτια του πληθωρισμού στην Ευρώπη [«Τhe drivers of post pandemic inflation» των Domenico Giannone (Ντομένικο Τζιανόνε) και Giorgio Primiceri (Τζόρτζιο Πριμιτσέρι)].
Αυτό που επισημαίνει η μελέτη είναι ότι στην Ευρώπη οι πληθωριστικές πιέσεις που υπήρξαν και απέναντι στις οποίες η ΕΚΤ έχει αλλάξει άρδην την νομισματική της πολιτική, δεν προέρχονται τόσο από τις αναταραχές στο κομμάτι της προσφοράς με την πανδημία και μετά από αυτή, αλλά από το τι έχει συμβεί στο κομμάτι της ζήτησης.
Αυτή θα μπορούσε να είναι απλά μια αντικειμενική ανάλυση αφού έτσι κι αλλιώς θεμελιώνεται στα διαθέσιμα στοιχεία. Και είναι μία τέτοια ψύχραιμη εκτίμηση, αλλά η ορθότητά της θέτει ένα πολύ μεγάλο ζήτημα στην νομισματική πολιτική που ακολουθεί η ΕΚΤ.
Αφού εκθέτουν τα συμπεράσματα και την μέθοδο ανάλυσής τους οι Ντομένικο Τζιανόνε και Τζόρτζιο Πριμιτσέρι εξηγούν ότι «Σε σύγκριση (σ.σ. με τις ΗΠΑ), ο πληθωριστικός αντίκτυπος των δυσμενών κλυδωνισμών προσφοράς ήταν λιγότερο έντονος, παρόλο που αυτές οι κρίσεις περιόρισαν σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα». Και εξηγούν το «λάθος» που μπορεί να γίνει για τον λόγο αυτό από την ΕΚΤ.
«Με την παραγωγή να έχει ήδη αποδυναμωθεί από αυτές τις δυσμενείς συνθήκες προσφοράς, οποιαδήποτε προσπάθεια της ΕΚΤ να μετριάσει περαιτέρω τις πληθωριστικές πιέσεις που οφείλονται στη ζήτηση – να διατηρήσει τον πληθωρισμό κοντά στο στόχο του 2% – θα παρεμπόδιζε σοβαρά μια ήδη αναιμική ανάκαμψη…».
Με απλά λόγια αν η ΕΚΤ συνεχίσει να εφαρμόζει την περιοριστική πολιτική προκειμένου να επηρεάσει την ζήτηση με αντιπληθωριστικό στόχο το 2%, θα χτυπήσει ακόμα περισσότερο την ήδη αναιμική οικονομική δραστηριότητα της ασθμαίνουσας οικονομίας στην Ευρωζώνη…
Η περιοριστική πολιτική της ΕΚΤ προωθείται με δύο τρόπους, ο ένας είναι η αύξηση των επιτοκίων και ο άλλος είναι η απόσυρση της ρευστότητας μέσω της μείωσης του ισολογισμού της.
Όσο αφορά το ύψος των επιτοκίων, η σχεδόν αδιόρατη πρόσφατη μείωση κατά 0,25%, μείωσε το ύψος των επιτοκίων από το 4% στο 3,75% και είναι αμφίβολο με τα όσα έχουν ακουστεί μέχρι σήμερα, το πότε και πόσο μπορεί να μειωθεί περισσότερο.
Για την δε ρευστότητα η απόσυρση έχει αρχίσει και συνεχίζεται ειδικά από τον Ιούλιο με την σταδιακή μείωση της επανεπένδυσης κεφαλαίων από το PEPP, ενώ το άλλο σκέλος παροχής ρευστότητας στις τράπεζες μέσω των TLTROs, έχει συρρικνωθεί τόσο που όσες τράπεζες δεν τα έχουν επιστρέψει είναι μόνο και μόνο γιατί ξεμένουν από άλλα κεφάλαια…
Με άλλα λόγια η ΕΚΤ παρά το γεγονός ότι οι μελετητές της την προειδοποιούν ότι αν συνεχίσει στο ίδιο μονοπάτι απλά «τσακίζει» την ευρωπαϊκή οικονομία, την ίδια στιγμή που επιστρέφει και το Πρόγραμμα Σταθερότητας (με τους νέους όρους του), οι επιτελείς της επιμένουν να παραμένουν στο ίδιο μονοπάτι.
Αν αυτό επιλέγεται σαν πολιτικός βηματισμός, σε ένα περιβάλλον όπου ο βασικός οικονομικο-πολιτικός άξονας σταθερότητας της Ε.Ε. ο γαλλογερμανικός, έχει αρχίσει να αποσυντίθεται, τότε οι «εγκέφαλοι» της Φρανκφούρτης θα πρέπει να δείξουν σήμερα στην Σίντρα ότι έχουν μια άλλη «λύση» στο μυαλό τους.
Διαφορετικά θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται, μαζί με ολόκληρο το Ευρωσύστημα.