Το τελευταίο διήμερο πολιτική και οικονομία άρχισαν να διαπλέκονται σε Ευρωζώνη με επικίνδυνο τρόπο.
Η πρώτη είδηση που ακολούθησε τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών, με την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού σε σημαντικά κρατίδια της Γερμανίας, ήταν η εντολή «παύσης» της Συμφωνίας του Σένγκεν από τον Καγκελάριο Σόλτς.
Η δεύτερη είδηση ήρθε χθες από την ΕΚΤ με ανακοίνωση μείωσης των επιτοκίων κατά 0,25%, ενώ τα «δεδομένα» στην βάση των οποίων αποφασίζεται η διαμόρφωση των επιτοκίων, ήταν ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί από το τρίτο τρίμηνο του 2024 και το 2025, ενώ για την οικονομία της ευρωζώνης αναθεωρήθηκε προς τα κάτω η πρόβλεψη για τους ρυθμούς ανάπτυξης το 2024 – 2025 – 2026.
Κάθε μία από τις δύο ειδήσεις είναι από μόνη της «παράλογη» και αντίθετη με τα «δεδομένα». Και οι δύο μαζί φτιάχνουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την επόμενη ημέρα της Ευρωζώνης και του Ευρώ.
Η Συνθήκη Σένγκεν είναι (ή καλύτερα… ήταν) ο ένας από τους τρείς πυλώνες συγκρότησης της Ευρωζώνης, δηλαδή της «ελεύθερης κίνησης ανθρώπων, εμπορευμάτων και κεφαλαίων».
Μέχρι σήμερα η ελεύθερη εσωτερική κοινή αγορά και η Συνθήκη Σέγκεν ήταν τα μοναδικά κομμάτια των θεμελίων αυτής της οικονομικό πολιτικής «οντότητας» που ακούει στο όνομα Ε.Ε. – και ειδικά Ευρωζώνη – που μπορούσε να πεί κανείς ότι είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί, παρά τις επιμέρους δυσκολίες.
Η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων παραπαίει ανάμεσα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και την αδυναμία συγκρότησης ενιαίας αγοράς κεφαλαίων.
Τώρα η μεγάλη είδηση είναι ότι στην καρδιά της Ευρώπης καθαρά και ξάστερα, όπως συνηθίζουν οι Γερμανοί και ήδη κάνουν συγκαλυμμένα κάποιες άλλες χώρες μαζί και η Γαλλία, σηκώνονται πάλι «σύνορα» στην ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων.
Το ισοζύγιο πλέον αλλάζει και οι τρείς πυλώνες από δύο γίνονται ένας και δύο υπό αμφισβήτηση. Αλλά αυτοί οι πυλώνες είναι οι πυλώνες στήριξης του Ευρώ. Πυλώνες που ήταν ήδη προβληματικοί και ασταθείς λόγω της νομισματικής ενοποίησης σε περιβάλλον δημοσιονομικού κατακερματισμού.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον ήρθε η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει… απειροελάχιστα έναντι των πραγματικών αναγκών, τα επιτόκια, σε συνθήκες που η ίδια η ΕΚΤ παραδέχεται ότι ανατρέπονται οι προηγούμενες εκτιμήσεις της, αφού προβλέπει αύξηση (!) του πληθωρισμού, σε ένα ορίζοντα τριετίας στον οποίο προβλέπει επίσης ακόμα μεγαλύτερη επιβράδυνση της οικονομίας.
Θα ήταν ενδιαφέρον – αν δεν ήταν λυπηρό – να περιμένουμε να ακούσουμε το πως θα εξηγήσει ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ κ. Φίλιπ Λέιν (αυτός που έλεγε ότι ο πληθωρισμός είναι ακίνδυνος και προσωρινός) αυτές τις κινήσεις, να μειώνονται δηλαδή τα επιτόκια με «δεδομένη» την επικείμενη αύξηση (έστω και μικρή) του πληθωρισμού…
Τι πραγματικά συμβαίνει αλήθεια και πως μπορούν να το εξηγήσουν οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη, αν όχι με τα προφανή;
Η εικόνα ίσως θα μπορούσε να «φωτισθεί» λίγο περισσότερο αν διευρύνει κανείς το «πλαίσιο» παρατήρησης, ώστε να περιλάβει και τα τεκτενόμενα στις ΗΠΑ εν όψη εκλογών Νοεμβρίου. Αλλά αυτή είναι ήδη μία άλλη ιστορία…