Είναι σε όλους γνωστό και αποδεκτό ότι η προσοχή που δίνουμε πάντα στην εξέλιξη του πληθωρισμού έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο πληθωρισμός παίζει καθοριστικό ρόλο τόσο για την οικονομία καθ’ εαυτή, όσο και για τις χρηματαγορές και τα χρηματιστήρια, γιατί καθορίζει την στάση των κεντρικών τραπεζών όσον αφορά τα επιτόκια, δηλαδή το κόστος του χρήματος (δανεισμού) και την νομισματική πολιτική σαν σύνολο.
Όσον αφορά ειδικά τα χρηματιστήρια -το επισημαίνουμε λόγω του κραχ της 5ης Αυγούστου- όταν τα επιτόκια είναι χαμηλά οι αγορές «σχεδιάζουν» και επενδύουν συνυπολογίζοντας ότι τα μελλοντικά τους κέρδη μπορούν να προεξοφληθούν με χαμηλότερο επιτόκιο χρηματοδότησης των κεφαλαίων που θα χρησιμοποιηθούν στις επενδύσεις.
Αυτά όμως είναι «κοινή γνώση» σ’ αυτούς που εμπλέκονται στα χρηματιστήρια. Με την διαφορά ότι στις μέρες μας πάνω ακριβώς σ’ αυτό το σημείο παίζονται τα μεγαλύτερα στοιχήματα, που κάποιες φορές όπως την περασμένη Δευτέρα (5.8.2024) η λάθος πρόβλεψη μπορεί να κοστίσει …6,4 τρισ. δολάρια μέσα σε 48 ώρες. Δηλαδή ένα «ποσό» που αγγίζει και ξεπερνάει έξι φορές το ετήσιο κόστος αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ, που στο σύνολό του έχει ξεπεράσει τα 35 τρισ. δολάρια…
Μέχρι να ανακοινωθούν για παράδειγμα σήμερα αργά απόγευμα στις ΗΠΑ τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Ιουλίου η βασική ιδέα πάνω στην οποία «παίζονται» οι τιμές στο χρηματιστήριο είναι ότι η Fed, δηλαδή η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, θα πρέπει να μειώσει σύντομα τα επιτόκια με πρώτη στάση τον Σεπτέμβριο κατά 0,25%, ίσως και 0,5%.
Τι θα συμβεί όμως αν σήμερα, αντίθετα με τις προβλέψεις των αναλυτών της χρηματιστηριακής αγοράς, οι ανακοινώσεις για τον πληθωρισμό αποδειχθούν υψηλότερες των προσδοκιών.
Σύμφωνα με χθεσινό (13.8.2024) δημοσίευμα στο Bloomberg o Will Denyer, αμερικανός οικονομολόγος για την έρευνα Gavekal, εκτιμά ότι «Οι επενδυτές είναι τόσο βέβαιοι ότι η Fed είναι έτοιμη να προβεί σε επιθετικές μειώσεις στα επιτόκια, που εάν η ανακοίνωση του CPI του Ιουλίου σήμερα (14.8.2024) αποδειχθεί υψηλότερη από το αναμενόμενο, οι αγορές θα μπορούσαν να υποστούν ένα δυσάρεστο σοκ. Αν και η μείωση των επιτοκίων του Σεπτεμβρίου είναι η βασική περίπτωση (σ.σ. προσδοκιών), ο κίνδυνος είναι ότι μια άνοδος του πληθωρισμού σήμερα θα μπορούσε να προκαλέσει μια βίαιη προσαρμογή της θέσης…».
Η εικόνα που προκύπτει, με δεδομένη την εμπειρία της Δευτέρας (5.8.2024), δείχνει πως η οικονομία στο σύνολό της, οι χρηματαγορές (κυκλοφορία κεφαλαίων) και παραγωγική δραστηριότητα, εξακολουθούν να κινούνται σε ένα πέπλο αβεβαιότητας, με κομβικό σημείο αναφοράς για τις πιθανές κατευθύνσεις, την εξέλιξη του πληθωρισμού.
Δηλαδή ενός οικονομικού μεγέθους που για δεκαετίας, με την είσοδο στην δεύτερη χιλιετία είχε εξαφανιστεί από το προσκήνιο συμπαρασύροντας μαζί του στο περιθώριο και τα επιτόκια και εξασφαλίζοντας μέσω της νομισματικής πολιτικής, μηδενικό ή και αρνητικό κόστος χρηματοδότησης και αναχρηματοδότησης του χρέους, κρατικού και ιδιωτικού.
Σήμερα, μετά την μεγάλη στροφή στην διεθνή κατάσταση το 2022 (πόλεμος στην Ουκρανία) και την βαθύτατη κρίση στις τάσεις παγκοσμιοποίησης της κυκλοφορίας του κεφαλαίου (κυρώσεις, εξοστρακισμός τραπεζικών φορέων, κ.α.), ειδικά του χρηματιστικού, η βεβαιότητα αυτή έχει «αποσυρθεί» από το οικονομικό πεδίο.
Στην θέση της έχει επανέλθει ο ρόλος και η αμφισβητούμενη ικανότητα των «ανεξάρτητων» κεντρικών τραπεζών να κρατήσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό.
Αν προσέξει κανείς το πότε ακριβώς η βεβαιότητα των εκτιμήσεων και μεσομακροπρόθεσμων προβλέψεων των Κεντρικών Τραπεζών αντικαταστάθηκε από την αμήχανη λογική του «βλέποντας και κάνοντας» που κρύβεται πίσω από την ρητορική του «ακολουθούμε τα …δεδομένα», θα διαπιστώσει ότι η στιγμή αυτή συμπίπτει με την επιστροφή του πληθωρισμού στο πεδίο της οικονομίας.
Και έκτοτε δεν έχει αλλάξει κάτι…
Σήμερα, είτε αν οι ανακοινώσεις της Fed για τον πληθωρισμό επιβεβαιώσουν τις προβλέψεις/επιθυμίες των αγορών για περαιτέρω μείωση του πληθωρισμού, είτε αν οι ανακοινώσεις τις διαψεύσουν, απλώς θα επιβεβαιωθεί η αδυναμία των Κεντρικών Τραπεζών να προειδοποιήσουν μεσομακροπρόθεσμα για τις οικονομικές εξελίξεις, αδυνατώντας να ξεπεράσουν τον ένα ή δύο μήνες στον προγραμματισμό της νομισματικής τους πολιτικής.
Και σε τέτοιες συνθήκες οι επενδύσεις είτε στην πραγματική οικονομία είτε στα χρηματιστήρια γίνονται πλέον ένα στοίχημα που όλο και λιγότεροι μπορούν να διακινδυνεύσουν να το παίξουν… Και είναι γνωστό και προφανές ότι η συρρίκνωση των επενδύσεων οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην οικονομική επιβράδυνση ή κάμψη, που αν συμβαίνει σε περιβάλλον πληθωρισμού αποκαλείται με το γνωστό από την δεκαετία του 70 όνομα, «στασιμοπληθωρισμός»…