Σε πρόσφατη ομιλία του o Μάριο Ντράγκι, τέως επικεφαλής της ΕΚΤ και πολύ πιθανός υποψήφιος για μία τις ισχυρές θέσεις της Ε.Ε., υποστήριξε πως η κλιματική αλλαγή και η «πράσινη μετάβαση» που έχει δρομολογηθεί με την ενεργειακή κρίση, απαιτούν τεράστιες επενδύσεις στις Ευρωζώνη, άμεσα.
Και διατύπωσε την ανησυχία του για το πόσο έτοιμη είναι η Ε.Ε. απέναντι στην άμεση αυτή ανάγκη, λέγοντας πως περιμένει με μεγάλη ανησυχία να ακούσει τι σκέφτονται γι’ αυτό οι Υπουργοί Οικονομικών (ΥΠΟΙΚ).
Λίγα 24ωρα αργότερα οι Υπουργοί Οικονομικών του Eurogroup επιχείρησαν να απαντήσουν στον Ντράγκι με κάποιες αποφάσεις για την προώθηση της ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Κεφαλαιαγοράς, της «πηγής» δηλαδή αυτών των αναγκαίων επενδύσεων.
Βέβαια οι «αποφάσεις» που ανακοινώθηκαν μοιάζουν περισσότερο «εκκλήσεις» για …πρόοδο, που θα πρέπει να γίνει στο Συμβούλιο του Μάρτη, παρά συγκεκριμένες αποφάσεις.
Τόσο η ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης, όσο και η ενοποίηση της κεφαλαιαγοράς στην Ευρωζώνη, παραμένουν διαδικασίες χωρίς ορατό τέλος…
Το ερώτημα βέβαια που τίθεται εύλογα, είναι γιατί δεν μπορούμε να… ζήσουμε, όπως ζήσαμε μέχρι σήμερα και χρειάζεται εδώ και τώρα να κλείσει αυτό το θέμα με τόση πίεση;
Ο λόγος είναι πολύ βασικός και μάλλον ανελαστικός.
Και δεν είναι ένας, αλλά περισσότεροι…
Πρώτον πρέπει να θυμίσουμε πως έχουν κατατεθεί υπολογισμοί από πλευράς Κομισιόν για τις επενδυτικές ανάγκες της ενεργειακής μετάβασης, για την οποία υπό τις παρούσες συνθήκες η Ευρώπη συνθλίβεται κάτω από το κόστος της ακριβότερης – μετά την απαγόρευση των εισαγωγών από την Ρωσία – ενέργειας. Οι υπολογισμοί αυτοί αναφέρονται σε ποσά που αγγίζουν το ένα τρισ. ευρώ.
Και όσο αυτό διαρκεί χωρίς η Ευρωζώνη να έχει τις δικές της πηγές πράσινης ενέργειας, οι οικονομίες της ευρωζώνης χάνουν με ταχύτατους ρυθμούς τις ανταγωνιστικές εξαγωγικές τους «δυνάμεις» και δυνατότητες καθώς συμπιέζονται ανάμεσα στις μυλόπετρες των ΗΠΑ και της Ασίας (ειδικά της Κίνας).
Η επείγουσα ανάγκη της ενεργειακής απεξάρτησης εξαρτάται κυριολεκτικά από αυτή την τεράστια επενδυτική επέκταση, καθώς η ενεργειακή υστέρηση της Ευρωζώνης δεν της επιτρέπει να εκμεταλλευθεί τις τεράστιες ευκαιρίες από τις τεχνολογικές προόδους, τις οποίες απολαμβάνουν όμως οι βασικοί της «αντίπαλοι».
Οι συνέπειες είναι εμφανείς και δραματικές.
Η Ευρωζώνη από τα τέλη του 2023 και παρά την διολίσθηση του γενικού δείκτη καταναλωτή …γλιστράει στην οικονομική στασιμότητα και την ύφεση.
Ταυτόχρονα συμπιέζεται ακόμα περισσότερο από τις αυξήσεις των στρατιωτικών δαπανών που αφορούν στο ΝΑΤΟ συνολικά και τις «απαιτήσεις» του πολέμου στην Ουκρανία.
Δεύτερον οι «ευκαιρίες» για ένα τέτοιας κλίμακας επενδυτικό εργαλείο έχουν δραματικά συρρικνωθεί, καθώς η ΕΚΤ λόγω του «νομισματικού» πληθωρισμού που έχει προηγηθεί, μειώνει τον ισολογισμό της. Ήτοι αποσύρει σταδιακά την ρευστότητα που είχε παράσχει τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο όσο και στο τραπεζικό σύστημα με τα προγράμματα APP – PEPP και TLTROs.
Τα «τρισεκατομμύρια» κεφαλαίων που πρέπει να αποσυρθούν – έχουν ήδη αρχίσει να αποσύρονται – για να «σβήσουν» από τον ισολογισμό της προκαλούν …ανατριχίλα αν σκεφτεί κανείς το πόσες δεκάδες φορές έχουν στο μεταξύ μοχλευθεί στις αγορές και στο τραπεζικό σύστημα. Πολύ περισσότερο που η απόσυρσή τους γίνεται σε συνθήκες αυξημένων επιτοκίων σε υπερχρεωμένες οικονομικές…
Τρίτον για να αντιμετωπίσει η Ευρωζώνη αυτή την «στιγμή» της … μεγάλης εξόδου της ΕΚΤ από την στήριξη της ευρωοικονομίας, υποχρεώθηκε να κάνει το «ανήκουστο», να εκδώσει ευρω-χρέος για να τις χρηματοδοτήσει με το NGEU και το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης τις οικονομίες της με πάνω από 700 δισ. ευρώ.
Και εδώ ερχόμαστε στο σημείο «φωτιά».
Αυτό το τελευταίο διαθέσιμο εργαλείο χρηματοδότησης, μέσα σ’ αυτή την πρωτοφανή δυσχερή κατάσταση, έχει ημερομηνία λήξης την 31.12.2026. Ήτοι λήγει σε λιγότερο από τρία χρόνια…
Μετά ΤΙΠΟΤΑ.
Ούτε από την ΕΚΤ, ούτε από Ευρω-ομόλογα.
Αν μείνουν τα πράγματα ως έχουν, η κατάσταση με τις τρέχουσες δημοσιονομικές, ενεργειακές και κλιματικές συνθήκες, μοιάζει…εφιαλτική, όχι για την μία ή την άλλη οικονομία, όχι για την μία ή την άλλη τράπεζα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Και προφανώς ένα τέτοιο χρηματοδοτικό «κενό» μοιάζει ικανό να απορροφήσει σαν «μαύρη τρύπα» την ήδη εξαιρετικά προβληματική Ευρωζώνη.
Γι’ αυτές τις «επενδύσεις» και αυτό το χρηματοδοτικό κενό μίλησε στην Γάνδη στους ΥΠΟΙΚ ο Μάριο Ντράγκι προχθές (25.2.2024).
Και αναρωτήθηκε δημόσια τι στο καλό σκέφτονται να κάνουν οι ΥΠΟΙΚ της Ευρωζώνης.
Αυτοί βέβαια απάντησαν – με τον νου τους στις Ευρωεκλογές – με εκκλήσεις για νέες προσπάθειες ολοκλήρωσης της ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς. Της μοναδικής κατά πως φαίνεται, αλλά αδύνατο να προσεγγισθεί λόγω των εθνικών αντιθέσεων, λύσης απέναντι στην χρηματοδοτική «Μαύρη τρύπα» που μας περιμένει στο 2027…
Βέβαια το ότι το θέτει ο Ντράγκι αυτό σήμερα και ταυτόχρονα – όπως μαθαίνουμε – εμφανίζεται ως πιθανός υποψήφιος για μία από τις κορυφαίες ηγετικές θέσεις της Ευρωζώνης, σημαίνει ότι κάτι… ψήνεται.
Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι η «μαύρη τρύπα» είναι εκεί και μας περιμένει το 2027, σε λιγότερο από τρία χρόνια.